United States or Tuvalu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν συνήλθαν λιγάκι βάδισαν προς τη Λισσαβώνα· τους έμειναν ολίγα χρήματα, με τα οποία έλπιζαν να γλυτώσουν από την πείνα, αφού γλύτωσαν από την τρικυμία. Μόλις επάτησαν το πόδι τους στην πόλη, κλαίοντας το θάνατο του ευεργέτη τους, και νοιώθουν να τρέμει η γης κάτου από τα πόδια τους. Η θάλασσα υψώνεται βράζοντας μέσα στο λιμάνι και σπάζει τα αγκυροβολημένα καΐκια.

ΚΟΧΛ. Αυτά κερδίζει κανείς από τους έρωτας των στρατιωτικών, ξύλο και έπειτα δικαστήρια. Σου λέγουν ότι είνε αρχηγοί και χιλίαρχοι και όταν πρόκειται να πληρώσουν, περίμενε να γείνη μισθός και άμα πάρω χρήματα σου κάνω ότι θέλεις. Α να χαθούν οι ψεύτες! Καλά κάνω εγώ που δεν θέλω να τους ξέρω.

Δεν υπάρχει κανείς . . . Είσαι μοναχός σου . . . Δεν έχεις ταίρι. Και ο Λάμπρος εστέναξεν εκ δευτέρου, αναλογιζόμενος ότι, αν υπήρχαν πενήντα τοιούτοι εκλογείς, μη δεχόμενοι χρήματα, αλλ' υποσχόμενοι, ουχί ως ο μπαρμπα-Διοματάρης, να ψηφοφορήσουν, κατ' ευχήν, θα εκέρδιζε και αυτός πενήντα χάρτινα δεκάδραχμα από μίαν εκλογήν.

Η Φωτεινή ακούραστος έκαμνεν, όσα είχε παραγγείλει ο ιατρός. — Θα γίνης καλά, παππού, τον έλεγε, και μαζί θα συνάξωμε το βαμβάκι· αλλά πρέπει να παραγγείλης καινούρια υποδήματα, με τα παλιά δεν θα ημπορέσης να έβγης έξω· τώρα το φθινόπωρο κάμνει υγρασίαν . . . — Ούτε διά να διορθώσω παιδί μου, τα παλιά δεν μου μένουν πλέον χρήματα.

Επανελθόντες εις την Σάμον συνήθροισαν όσους ενόμιζαν καταλλήλους προς συνωμοσίαν και είπαν αναφανδόν εις τον λαόν ότι ο βασιλεύς θα εγίνετο φίλος των Αθηναίων και ότι θα τοις παρείχε χρήματα άμα ο Αλκιβιάδης ανεκαλείτο εις την πατρίδα του και κατελύετο η δημοκρατία.

Μερικοί χωρικοί φύγανε στην ξενιτιά και ξαναγύρισαν πίσω, άλλος με δίχως χρήματα, άλλος με λιγοστά. Αλλά γνωστικοί άνθρωποι, και κείνοι που έφυγαν κι όσοι μείνανε στο χωριό.

Ως προς τα χρήματα λοιπόν όστις δεν θέλει να υπανδρευθή ας τιμωρήται κατ' αυτόν τον τρόπον, από πάσαν τιμήν δε προερχομένην από τους νεωτέρους ας είναι άτιμος, και κανείς από τους νέους ας μην υπακούη προθύμως εις αυτόν.

Ήρχισαν να φέρωνται προς Αυτόν μετά φανεράς και υβριστικής περιφρονήσεως. Και διατί; Διότι ήσαν Φαρισαίοι, και όμως ηγάπων τα χρήματα. Και «εξεμυκτήριζον Αυτόν», ως λέγει ο ιερός Λουκάς.

Για να σου πω, καπτά Γιάννη, πόσα χρήματα έχω να πάρω; Ο Καραγιάννης εγέλασε. — Τι τα θες; τον ερωτά. — Τα θέλω! — Πιάς' το τεφτέρι και κύταξε. — Δος μου το κλειδί του συρταριού σου. ο Καραγιάννης του το έδωσε, με το γέλοιο πάντοτε.

39. »Θα είπη τις ίσως ότι η δημοκρατία ούτε συνετόν πράγμα είναι ούτε δίκαιον, και ότι μόνον οι έχοντες χρήματα είναι οι μάλλον ικανοί να κυβερνούν.