United States or Tokelau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σιωπή! εβρυχήθη ο πατήρ αυτού. — Έπειτα, προσέθηκε πάλιν απαθώς, διατί να φορέσης, ευλογημένη, το φόρεμά σου από τας πέντε; — Και πώς ήθελες να σφιχθώ έπειτα, μετά το φαγί; — Πώς θα σφιχθής τώρα που θ' αλλάξης; — Ούτ' εγώ δεν ξεύρω· όπως ημπορέσω. Μα νά δα, δι' αυτό βαρύνομαι κι' εγώ τας συναναστροφάς. Και μετά μικράν σιγήν προσέθηκεν·

Ετούτον είπεν αυτή είναι εκείνο που σου χρειάζεται διά να πληρώσης την επιχείρησίν σου· έπαρέ το λοιπόν και πήγαινε εις την πόλιν της Κασμυρίας, η οποία δεν είναι πολλά μακρόν από εδώ μα πριν έμβης εις αυτήν εγδύσου τα φορέματά σου, και ενδύσου ωσάν Δερβύσης· και πριν ενδυθής αυτό το φόρεμα αλείψου εις όλον σου το κορμί αυτό το νερόν της γαράφας, και έπειτα έμβα εις την χώραν· εκεί θέλεις συναπαντήση τους φύλακας της πόλεως, οι οποίοι θέλουν σου ειπή· ω σεβάσμιε Δερβύση, από πόθεν έρχεσαι; του λόγου σου αποκρίσου· εγώ είμαι Δερβύσης, και έρχομαι από τα έσχατα σύνορα της δύσεως διά ευλάβειαν, εις το να επισκεφθώ τον μέγαν Καισάγιαν.

Μισεύοντας το λοιπόν από την Δαμασκόν επήγε προς το μέρος των Καραϊτών και ήλθεν εις την πόλιν Καρακοράμ, εκεί που εβασίλευεν ο Καπαλκάμ· και φθάνοντας εκεί επήγε και εκόνεψε εις ένα χάνι, και με τα δηνάρια που του είχαν περισσεύσεί έκαμεν ένα φόρεμα και ένα φακιόλι, κατά την συνήθειαν του τόπου.

Κυττάτε, σ' αυτό εδώ το μέρος τον ετρύπησε πέρα ως πέρα το σπαθί του Κάσσιου. Δέστε τι άνοιγμα που έκανε ο ζηλιάρης ο Κάσκας. Να, εδώ έδωκε τη μαχαιριά ο πολυαγάπητος Βρούτος... Ευγενικές ψυχές, τι κλαίτε και μονάχα που το φόρεμα του Καίσαρός μας βλέπετε καταξεσχισμένο

Βλέπεις τι απολαβάς έχομεν τώρα απ' αυτόν τον νέον, που ούτε οβολόν σου έδωκέ ποτε, ούτε φόρεμα σου αγόρασε, ούτε υποδήματα, ούτε καμμιά μυρουδιά, αλλά πάντα σε πληρώνει με προφάσεις, με υποσχέσεις και ελπίδες για τον κόκκινο Μάη• και όλω επαναλαμβάνει ότι αν ο πατέρας ... και αν πάρω την πατρική μου περιουσία, όλα θα είνε δικά σου. Σου ωρκίσθη δε και, όπως λες, ότι θα σε κάνη νόμιμη σύζυγον.

Πόθεναληθώςεπληρώθη χθες, ή πόθεν θα πληρωθή αύριον ή μεθαύριον, ή την άλλην εβδομάδα το μεταξωτόν εκείνο φόρεμα της συζύγου του διακοσιοδράχμου υπαλλήλου; Σήμερον ίσως εκ της τοκογλυφικής προεξοφλήσεως του μισθού του, αύριον εκ βαρυτόκου συναλλάγματος, μεθαύριον εκ καταχρήσεως, και την άλλην εβδομάδα εξ άλλης αρρήτου πηγής.

ΓΟΡΓΩ Ετούτο σου το φόρεμα με τις πολλές τις δίπλες σου πάει, αλήθεια, μια χαρά. Πόσο να σου κοστίζη το ύφασμα; ΠΡΑΞΙΝΟΗ Μην τα ρωτάς, Γοργώ μου· μου κοστίζει απάνω από εκατό δραχμές, χωρίς να λογαριάσω τους κόπους για το ράψιμο. ΓΟΡΓΩ Θάσ' ευχαριστημένη. ΠΡΑΞΙΝΟΗ Πάρα πολύ. Φέρε μου πια το πανωφόρι, Ευνόη, και βάλε μου το σκιάδι μου με χάρη στο κεφάλι.

Ακόμη δε και τα υποδήματα που εφορούσες είπες ότι μόνος τα ειργάσθης, και το φόρεμά σου ότι το ύφανες και το υποκάμισόν σου ακόμη. Και μάλιστα εκείνο που εφάνη παραδοξότατον και επίδειξις της πολλής σου σοφίας ήτο, όταν είπες ότι η ζώνη του υποκαμίσου, που εφορούσες, είναι καθώς αι πολυτελείς Περσικαί, και ότι αυτήν την έπλεξες συ ο ίδιος.

Κύτταξε πώς σ' έκαμε το βρωμόπαιδο, παρατηρεί ο Κύριος Παρδαλός, ούτινος το βαλάντιον ιδίως συνεκίνει περισσότερον η γενομένη καταστροφή. — Πάειτην οργή φόρεμα τριακοσίων δραχμών . . . — Όχι δα! καθαρίζεται, πιστεύω . ., — Παστρεύει, πατέρα, παστρεύει, υπολαμβάνει εμβριθώς ο Γιαννάκης· να, με λιγάκι ψωμί να το τρίψη . . .

Απερνώτας δε μερικές ημέρες εκεί, εδόθη ορισμός από τον βασιλέα, ότι όποιος θελήσει να υπάγη να χαρή τες εορτές των γενεθλίων του, οι πόρτες του παλατίου του είναι ανοικτές. Ημείς ευρίσκοντες αυτήν την ευκαιρίαν, επήγαμεν την δευτέραν ημέραν εις το παλάτι του διά να ιδούμε τες χάρες που εγίνοντο, και εκεί που εστεκόμασθε γροικώ έναν να με τραβά από το φόρεμα.