United States or Tuvalu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν υπήρξε βοσκός όστις να μη διωρισθή τελωνοφύλαξ, ούτε αγρότης όστις να μη προεχειρίσθη εις υγειονομοσταθμάρχην. Τότε είδομεν πρώτην φοράν κ' εδώ εις την νήσον λιμενάρχην φουστανελάν. Ο εκ της γείτονος επαρχίας υπουργός, μας τον είχε στείλει ως δείγμα περίεργον υπαλλήλου.

Δεν εξέφρασε φόβους τοιούτους, αλλά την αυτήν εκείνην ημέραν μ' εσυμβούλευσε να μεταβώ, άνευ αναβολής, μόνος εις Άργος, όπως, δυνάμει της συστατικής, ζητήσω από τον Νέγρην θέσιν υπαλλήλου. Μετά δύο ημέρας απεβιβαζομην εις τους Μύλους του Ναυπλίου και εκείθεν μετέβην εις Άργος πεζός. Είχον δίκαιον ο Σπετσιώτης και ο πλοίαρχος μας.

Πώς επληρώθη ή θα πληρωθή ο αμαξηλάτης, ο ράπτης, ο ξενοδόχος του μικρού εκείνου υπαλλήλου εμπορικού γραφείου; Διά μικράς τινος σήμερον προκαταβολής, δι' υποσχέσεων και ψεύδους αύριον, διά κρυπτού μεθαύριον, και μετ' ολίγον διά δικαστικού κλητήρος.

Ήτο συνταξιούχος χήρα διοικητικού υπαλλήλου προ χρόνων αποθανόντος. Είχε ζήσει εις άλλας πόλεις της Ελλάδος και είχεν αποκτήσει ξενιζούσας έξεις και κλίσεις.

Άλλως εφανταζόμην το δείπνον της εσπέρας ταύτης, και άλλως ετελείωσεν. Εδώ ερρογχάλιζε, κτηνωδώς μεθυσμένος, ο πλήρης ζήλου, ο δραστήριος εκείνος ανακριτής, ον μέχρι τούδε ενόμιζον πρότυπον εγκρατούς, αφωσιωμένου υπαλλήλου.

Βούτηξε την πρώτη μεγάλη μπουκιά μέσα στην περίφημη σάλτσα ο ψαράς, την έχωσε στο στόμα του, και μασσώντας είπε: — Α! και να βρίσκουνταν τέτοιος μεζές καψόγρια μέσα στο μονόξυλο, δε πάει να κρατούσε βδομάδες η καταχνιά! ΕΠΑΡΧΙΩΤΙΚΟ ΕΙΔΥΛΛΙΟ Απόνα γράμμα μιας κυρίας υπαλλήλου. Αγάπη μου, Κ' ύστερα θάχης παράπονα, από μένα, δε σε θυμούμαι, και τέτοια. Νάμαι πάλι.

Όσον λακωνικαί ήσαν αι άλλοτε εν τω γραφείω του Ζαπτιέ δεξιώσεις ημών, τόσον εύρρους ήτο σήμερον η ρητορική του υπαλλήλου, τόσον εξεζητημένη, ώστε να με ανησυχή, ως προς την αποτελεσματικότητα της αποστολής του. — Αφήσατέ μας μόνους, είπον προς τας γυναίκας. Ο Εφέντης θα έχη να μοι διηγηθή λυπηράς λεπτομερείας, ακαταλλήλους διά τα νεύρα σας. Αι γυναίκες εξήλθον. Ο Εφέντης εσκυθρώπασε.

Αι χάρτιναι θήκαι καταβαίνουσι ταχείαι από των θέσεών των, οι υπάλληλοι αρχίζουσι τον πανηγυρισμόν του περιεχομένου των, και αι μικραί της κυρίας χείρες αναδιφώσι, παραμερίζουσι, σκαλεύουσι, πασπατεύουσι, και καθ' ην στιγμήν εφάνη σαν τέλος ότι κάτι εξέλεξαν, και ηκτινοβόλησε του υπαλλήλου ο οφθαλμός, και προσέκλινεν ο καταστηματάρχης επιδοκιμάζων την καλαισθησίαν της εκλογής, αι μικραί χείρες αποσύρονται αδρανείς, η κυρία εγείρεται, — αφού εξεκουράσθη ήδη εντελώςκαι λέγει χαριέστατα μειδιώσα·

Πόθεναληθώςεπληρώθη χθες, ή πόθεν θα πληρωθή αύριον ή μεθαύριον, ή την άλλην εβδομάδα το μεταξωτόν εκείνο φόρεμα της συζύγου του διακοσιοδράχμου υπαλλήλου; Σήμερον ίσως εκ της τοκογλυφικής προεξοφλήσεως του μισθού του, αύριον εκ βαρυτόκου συναλλάγματος, μεθαύριον εκ καταχρήσεως, και την άλλην εβδομάδα εξ άλλης αρρήτου πηγής.