Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Συ τα λέγεις πολύ καλά, Σωκράτη μου, και κάμε όπως θέλεις. Σωκράτης. Άραγε, φίλε μου Θεόδωρε, γνωρίζεις τι πράγμα θαυμάζω εις τον φίλον σου Πρωταγόραν; Θεόδωρος. Τι πράγμα; Σωκράτης. Όλα τα άλλα όσα λέγει πολύ μου αρέσουν, ότι δηλαδή εκείνο το οποίον φαίνεται εις έκαστον αυτό είναι και πραγματικόν.

Ο όλβιος Σουσαμάκης εσυλλογίσθη κατ' αρχάς, εις πανηγυρισμόν του σπουδαίου τούτου και ευτυχούς συμβεβηκότος του βίου του, να δώση χορόν εις τους παρανύμφους την αυτήν των γάμων του εσπέραν· είχε δε μάλιστα παρακαλέσει υπαξιωματικόν τινα φίλον του να τω προμηθεύση εκ της στρατιωτικής μουσικής έν φλάουτον, έν κλαρινέτον και έν τρομπόνι, ήτοι ένα πλαγίαυλον, ένα οξύαυλον και μίαν βαρυσάλπιγγα, ως γράφουσι σήμερον οι νεωφώτιστοι της γλώσσης καθαρισταί, όπως το εναρμόνιον αυτών μέλος πτερώση τους πόδας των προσκεκλημένων.

Περί την αυτήν δ' εποχήν ο Αλκιβιάδης με τα δεκατρία πλοία, τα οποία είχε, μετέβη από της Καύνου και της Φασήλιδος εις την Σάμον, αγγέλλων ότι είχεν αποτρέψει τον Φοινικικόν στόλον να έλθη και να ενωθή με τους Πελοποννησίους, και ότι κατέστησε τον Τισσαφέρνην πλειότερον ή πρότερον φίλον των Αθηναίων.

Ο Κλέων ενεθάρρυνε τον φίλον του διά γλώσσης θερμής. — θα μείνης πλησίον μου όσον θέλεις, του είπε, χωρίς να στενοχωρήσαι και με τον καιρόν κάτι θα ευρεθή και διά σε. Αλλά και η νεαρά σύζυγος του ιατρού πολύ συνεπάθησε τον Ισίδωρον, τη υπερήρεσε δε η ζωηρότης και το εύθυμον του χαρακτήρος του, προσόντα τα οποία δεν εύρισκεν εις τον σύζυγον, βυθισμένον πάντοτε εις τα βιβλία και τας συνταγάς του.

Επλήρωσεν εν κρότω δεκάρων τα ποτά, είτα απευθύνας τον λόγον προς τον Κωνσταντήν τον Καλόβολον, όστις ίστατο παράμερα με τον φίλον του τον Γιάννην της Κ'σάφους, — Ε! Τι έχουμε, Κώστα; . . . Πώς πάει το κόμμα σας; είπε. — Ποιο κόμμα μας, κυρ-Λάμπρο; απήντησεν ο Κωνσταντής ο Καλόβολος· το κόμμα μας είνε το κόμμα σας. — Τι; είμαστε από ένα κόμμα; — Δεν το ξέρετε;

Εκεί οι κάτοικοι ήσαν ολιγώτερον πολεμικοί, τα ήθη ημερώτερα και ευκολώτερος ο βίος, χάρις δε εις τον Μαυρογένην και εις τους πολλούς εκ Χίου πρόσφυγας, ηδυνάμην να θεωρώμαι ολιγώτερον ξένος εις Τήνον ή αλλαχού. Απεχαιρέτησα λοιπόν μετά συντριβής καρδίας τον φίλον οικοδεσπότην μας, και παρητήσαμεν την νήσον των Σπετσών και τον επ' αυτής τάφον του πατρός μου.

Οι κόλακες εγελούσαν με αρκετήν διάθεσιν. Η Τριπέττα, ωχρά ωσάν μια αποθαμένη, επροχώρησε προς την έδραν του βασιλέως, και γονατισμένη στα πόδια του τον παρεκάλεσε να λυπηθή τον φίλον της. Ο τύραννος την παρετήρησε καλά επί τινας στιγμάς, προφανώς κατάπληκτος από μίαν τέτοιαν τόλμην. Εφαίνετο ότι δεν ήξευρε τι να είπη, ούτε τι να κάμη ούτε πώς να εύρη μίαν έκφρασιν ισοδύναμον με την οργήν του.

Έτσ' είπε· και ο Πάτροκλοςτον φίλον τ' υποτάχθη· Και την ευμορφομάγουλην εβγάζοντας Βρισίδα Απ' την σκηνήν, την έδωκε, διά να την πηγαίνουν. Κι' αυτοί οπίσω κίνησαν 'ς τ' Αχαϊκά καράβια· Και η γυναίκ' αθέλητα επήγαινε μαζί τους.

Εγώ τουλάχιστον ήκουσα πολλάκις μερικούς να λέγουν πώς δύναται να είνε αυτός φίλος μου, αφού ούτε έφαγε, ούτε έπιε ποτέ μαζή μου; Δηλαδή μόνον τον συμπίνοντα και συντρώγοντα θεωρούν πιστόν φίλον.

Εμπρός ο υποτακτικός του με το φανάρι, πίσω ο παπά Σεραφάκος με την Πορταΐτισσαν, μίαν μικράν μαλαματένιαν Παναγίτσαν. Εμβήκαμε πάλιν μέσα εις το τραχτήρι. — Δεν κάμνεις ένα αγιασμό; Μου λέγει ο φίλος μου. Εγώ δεν άκουα. Είχα τον νουν μου εις την μαλαματένιαν Παναγίτσαν. — Είδες διαμαντικά; έλεγα προς τον φίλον μου. — Έκαμεν άπειρα θαύματα, μου απαντά ο καπετάν-Καλόγερος.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν