Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025


Λοιπόν, διά να επιτραπή να πατήσω την χώραν της Ολυμπίας, δεν πρέπει να εκτελέσω θαυμασίαν πράξιν εξιλασμού; Απόψε είναι νυξ των εκμυστηρεύσεων· σου ανοίγω λοιπόν την ψυχήν μου, φίλε . . . Νομίζεις, πώς αγνοώ ότι εν Ρώμη αι επιγραφαί των τοίχων με υβρίζουσιν, ότι με αποκαλούσι μητροκτόνον, συζυγοκτόνον, ότι με παριστώσιν ως τέρας και δήμιον, επειδή ο Τιγγελίνος επέτυχε παρ' εμού αποφάσεις τινάς θανάτου κατά των εχθρών μου; Ναι, αγαπητέ μου, με θεωρούσιν ως τέρας και το ηξεύρω. .

Τέλος άφησέ τα τώρα αυτά και καλήν αντάμωσιν, χαίρε. Ο Τιγγελίνος διά να αποζημιώση τον Νέρωνα διά το αναβληθέν ταξείδιόν του και να υπερισχύση όλων εκείνων, οίτινες μέχρι τούδε είχον οργανώση πανηγύρεις προς τιμήν του Καίσαρος, κατέβαλεν εξαιρετικάς προσπαθείας και φροντίδας όπως μεγαλοπρεπέστερον και πολυτελέστερον εορτασθώσιν αι διοργανωθησόμεναι εορταί.

Κάλυψε μόνον τον στωικισμόν μου, ω Ακτινοβόλε, κάλυψέ τον με στέφανον ρόδων και θες έμπροσθέν του ένα αμφορέα οίνουκαι αυτός θα ψάλη τον Ανακρέοντα ώστε να κάμη να σιγήσουν οι Επικούριοι. Ο Νέρων ευχαριστηθείς από τον τίτλον «ακτινοβόλος» εμειδίασε και είπε: — Μου είσαι αρεστός. — Αυτός ο άνθρωπος είναι τέλειος; ανέκραξεν ο Τιγγελίνος.

Τα ωχρά του χείλη εκινήθησαν ελαφρώς και εξ αυτών διέφυγε ψίθυρος μόλις ακουόμενος: — Δεν . . . . δύναμαι! . . . Ο Τιγγελίνος διέταξε να διακοπή η βάσανος και διηυθύνθη προς το άτριον. Τέλος, εφάνη ότι του επήλθε νέα ιδέα, και στραφείς προς τους Θράκας: — Αποσπάσατέ του την γλώσσαν!

Θα σου δώσω δέκα άνδρας. Ύπαγε αμέσως, είπεν ο Τιγγελίνος. — Άρχον, δεν γνωρίζεις τον Ούρσον! και πεντήκοντα άνδρας αν μου δώσης, μόνον μακρόθεν θα δείξω την οικίαν. Περιπλέον, εάν δεν φυλακίσετε συγχρόνως τον Βινίκιον, είμαι χαμένος. Ο Τιγγελίνος προσέβλεψε τον Νέρωνα. — Δεν θα ήτο καλόν, ω θείε, να απαλλαγώμεν ταυτοχρόνως και του θείου και του ανεψιού; Ο Νέρων εσκέφθη.

Τότε ο Τίγγελίνος είπεν εις αυτόν: » — Ειπέ μίαν λέξιν, δαιμόνιε, και προ του τέλους της νυκτός θα ίδης το Άντιον εις τας φλόγας.

Οι Θράκες δούλοι ήρπασαν τον γέροντα, τον εξήπλωσαν επί οκρίβαντος, τον έδεσαν με τα σχοινία και ήρχισαν με τας λαβίδας των να τσιμπούν τα κατεσκληκότα προκνήμια. Αλλ' εκείνος, ενώ τον έδενον, ησπάζετο ταπεινώς τας χείρας των, έπειτα έκλεισε τους οφθαλμούς και έμεινεν ακίνητος, ως νεκρός. Έζη ακόμη, και, όταν ο Τιγγελίνος έκυψε προς αυτόν και πάλιν, και τον ηρώτησε: — Θα αναιρέσης;

Ο Βιτέλλιος δεν είχε πλέον όρεξιν. Ο Τιγγελίνος συνεβουλεύθη τον Δομίτιον Άφερ και αυτόν τον Σενέκαν, τον οποίον εμίσει. Ο Νέρων αφ' ετέρου επρότεινε μέσα της εμπνεύσεώς του τα οποία ήσαν πολλάκις φρικαλέα και ως επί το πλείστον παράλογα. Έκαμαν συμβούλιον εν τη οικία του Τιβερίου.

Την ιδίαν στιγμήν εισήλθεν ο Επαφρόδιτος, απελεύθερος του Καίσαρος. Ήρχετο να αναγγείλη εις τον Τιγγελίνον ότι η θεία Αυγούστα επεθύμει να τον ίδη: αύτη είχε πλησίον της ανθρώπους, τους οποίους ο στρατηγός έπρεπε να ακούση. Ο Τιγγελίνος υπεκλίθη προ του Καίσαρος και εξήλθεν αναθαρρήσας. Ο Νέρων κατ' αρχάς έμεινε σιωπηλός.

Α! εάν σεισμός κατέστρεφε την Ρώμην, εάν Θεός τις εν τη οργή του την κατέρριπτεν εις κόνιν, θα σας εδείκνυον τότε πώς πρέπει να κτισθή μία πόλις, κεφαλή του κόσμου και καθέδρα μου. — Καίσαρ, υπέλαβεν ο Τιγγελίνος, λέγεις: «Εάν Θεός τις εν τη οργή του κατέστρεφε την πόλιν», αυτό δεν είπες; — Ναι. . Και έπειτα; — Δεν είσαι Συ λοιπόν Θεός;

Λέξη Της Ημέρας

προστρέχανε

Άλλοι Ψάχνουν