Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025
Ο Αστύοχος ήτο ακόμη εις την Ρόδον, ότε οι Χίοι, μετά τον θάνατον του Πεδαρίτου, έλαβαν εκ Μιλήτου ως άρχοντα τον Σπαρτιάτην Λέοντα, ο οποίος συνέπλευσεν ως επιβάτης μετά του Αντισθένους· έλαβαν επίσης και δώδεκα πλοία, τα οποία εστάθμευαν εις την Μίλητον και μεταξύ των οποίων πέντε ήσαν των Θουρίων, τέσσαρα των Συρακουσών, έν των Αναίων, εν της Μιλήτου και έν ανήκον εις τον Λέοντα.
»Αλλά δεν είνε ίσως περιττόν να καταστήσω διά τινος παραδείγματος έτι σαφεστέρα όσα λέγω. Πάντες γνωρίζετε τον μιμητικόν χορόν τον λεγόμενον της Μελίσσης. Νέα κόρη θέλει να κόψη ρόδον και εκ της κάλυκος του άνθους εκπηδά μέλισσα διώκουσα, φοβίζουσα ή και πληγώνουσα διά του κέντρου την κορασίδα.
Μοντέκης αν δεν ήσουν, μη άλλος θα εγίνεσο; τι θα ειπή Μοντέκης; Μη τύχη κ' είναι πρόσωπον, ή χέρι, ή ποδάρι, ή άλλο μέρος του κορμιού; Ω! τ' όνομα ν' αλλάξης! Και τι σημαίνει τ’ όνομα; τ' άνθος που λέγουν ρόδον, με οποίαν λέξιν κι’ αν το 'πουν, το ίδιον θα μυρίζη. Και ο Ρωμαίος, τ' όνομα Ρωμαίος αν δεν είχε, την χάριν δεν θα έχανε που έχει φυσικήν του.
— Τώρα — θα σου έλεγεν ο διανοιγόμενος κάλυξ — ότε των ομμάτων σου η αχλύς παρεσύρθη υπό του απείρου, τώρα, ότε η ακοή σου απεφράχθη από τον ανυπέρβλητον του πεπερασμένου φραγμόν, στρέψε γύρωθεν το βλέμμα σου και αναζήτησε της δημιουργίας το μυστήριον· δεν θα κοπιάσης επί πολύ· θα το εύρης και εις τον φαλόν του πρώτου άνθους, και εις τον βλαστόν του πρώτου δένδρου, και εις την χυμώδη ρίζαν του πρώτου φυτού· τι και αν το φυτόν καλήται κάκτος, ή καλήται ευτελές χαμαίμηλον, ή ευγενές ρόδον, ή καμέλια περικαλλής; η φύσις διεμοίρασεν εις ημάς εξ ίσου και φιλοστόργως τας χάριτάς της, και ό,τι εδώρησεν εις το ταπεινόν φυτόν, εδώρησεν εξ ίσου και εις το ευωδέστερον άνθος.
— Σωστά, γίνεται και τούτο, είπεν η Σιξτίνα. Αλλ' όμως, αφού εγώ σ' ενθυμούμαι από την Ρόδον. — Λοιπόν ειπέτε μοι τούτο, είπεν ικετευτικώς η Αϊμά. Αφού μ' εγνωρίσατε, διηγηθήτέ μοι· ίσως ενθυμηθώ κεγώ. — Μη βιάζεσαι, απήντησεν η Σιξτίνα. Ειπέ μοι ακόμη, δεν ενθυμείσαι τίποτε πλειότερον, απ' αυτά που μοι είπες; — Τι άλλο; — Προτού να σε πάρουν οι Γύφτοι ψυχοκόρην.
Είνε τα μόνα πλάσματα, διά τα οποία είνε ο έρως ρόδον άνευ ακανθών.
Αληθώς δύναταί τις να είπη περί των τοιούτων ιστορικών ότι δεν βλέπουν το ρόδον, αλλά μετά προσοχής παρατηρούν τας ακάνθας του στελέχους του.
— Και... ενθυμούμαι και ένα πέλαγο οπού αρμένισα, προτού να ευρεθώ εκεί. — Να, οπού δεν ήσουν πάντοτε εις αυτήν την χώραν. Διά να αρμενίσης πέλαγο, θα πη ότι ήλθες απ' αλλού ... — Βέβαια, είπεν η Αϊμά μειδιάσασα. Απ' αλλού θα ήλθα. — Και αφού απ' αλλού ήλθες, θα ήλθες από την Ρόδον. — Πώς το ειξεύρεις αυτό; παρετήρησεν η Αϊμά. Ειμπορεί να ήλθα από άλλο μέρος και όχι από την Ρόδον.
Εστάθησαν υπό μίαν κυπάρισσον, εις την είσοδον του δωματίου, η Λίγεια εστηρίχθη εις τον κορμόν του δένδρου, ενώ ο Βινίκιος με φωνήν τρέμουσαν έλεγε προς αυτήν: — Πρόσταξε τον Ούρσον να υπάγη εις των Αούλων να ζητήση τα έπιπλά σου και τα παιδικά σου αθύρματα και να τα μεταφέρη εις την οικίαν μου. Και εκείνη, ερυθριώσα ως ρόδον ή ως αυγή, απεκρίθη: — Η συνήθεια άλλως απαιτεί να γίνη . . .
Ήλθε δε εις την Ρόδον Λάκων τις, ο Ξενοφαντίδας, σταλείς υπό του Πεδαρίτου και ανήγγειλεν ότι τα τείχη των Αθηναίων είχαν συντελεσθή και ότι αι εν Χίω υποθέσεις των Πελοποννησίων εκινδύνευαν να καταστραφούν, εάν δεν έσπευδαν εις βοήθειαν μεθ' όλου του στόλου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν