Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025
Επειδή λοιπόν η φύσις εδιχοτομήθη, τα μέρη, ποθούντα έκαστον το ήμισύ του, συνήρχοντο και περιβαλλόμενα διά την χειρών και συμπλεκόμενα το ένα με το άλλο εκ της σφοδράς επιθυμίας των όπως συγκολληθούν, απέθνησκαν από την πείναν και την αργίαν, διότι δεν ήθελαν να κάνουν τίποτε χωρισμένα.
Εάν επεριμέναμεν να ζήσωμεν από την γην μας θα είχαμεν την πείναν παντοτεινόν σύντροφον.
Εις εκείνο το νησί εύρωμεν χόρτα, καρπούς και οπωρικά διάφορα, με τα οποία επαρηγορήσαμεν την κοιλίαν μας από την πείναν, και την ακόλουθον νύκτα απεκοιμήθημεν σιμά εις το περιγιάλι. Αλλ' εξυπνήσαμεν από το φοβερόν σύρισμα ενός μεγάλου όφεως ο οποίος ευρέθη τόσον πλησίον μας που εκατάπιεν ένα από τους συντρόφους μου σύσσωμον, με όλες τες φωνές και εναντιότητες που έκαμνεν ο δυστυχής.
Την αυγήν ξεμακρύναντες από το περιγιάλι εύρομεν ένα μεγαλότατον και υψηλότατον δένδρον, εις το οποίον επάνω εκρίναμεν εύλογον να ξενυκτίσωμεν την ερχομένην νύκτα προς φύλαξιν της ζωής μας. Λοιπόν προς το βράδυ, αφού εφάγαμεν αρκετά οπωρικά διά την πείναν, ανέβημεν εις το δένδρον υψηλά και μετ’ ολίγην ώραν της νυκτός ιδού και ακούομεν το σύρισμα του όφεως υποκάτω εις εκείνο το δένδρον.
Ο γέρων απέθεσεν επί του εδάφους κλαίουσαν εισέτι την μητέρα μου και υπήγε να μας προμηθεύση τροφήν. Επέστρεψε φέρων μιζύθρας• δεν ηδυνήθη να εύρη άλλο τι, ουδ' επερίσσευε τεμάχιον άρτου καθ' όλην εκείνην των δυστυχών την συνάθροισιν. Με τας μιζύθρας παρηγορήσαμεν την πείναν μας.
Ως προς δε τας σωματικάς απολαύσεις, διά τας οποίας χαρακτηρίζομεν τον σώφρονα και τον ακόλαστον, όστις χωρίς προαίρεσιν επιδιώκει την υπερβολήν εις τα ηδονικά και αποφεύγει τα μέτρια λυπηρά, καθώς την πείναν, την δίψαν, την πύρωσιν, το πάγωμα και όλα τα σχετικά με την αφήν και την γεύσιν, και εκτελεί έξω από την προαίρεσιν και την διάνοιάν του, αυτός λέγεται ακρατής, όχι επιπροσθέτως εις τούτο ή εκείνο, λόγου χάριν εις την οργήν, αλλά μόνον απολύτως.
Διότι από την πείναν και από το ψύχος και το βάρος των δεσμών απέθανεν ο δυστυχισμένος, πριν προφθάση να γυρίση πίσω ο απεσταλμένος από τον πατέρα μου και να φέρη την απάντησιν του εξηγητού.
Η ζημία ζωής και χρημάτων, ην επροξένει ο επί τέλους αποθνήσκων επί της λαιμοτόμου ληστής, είνε αναξία παντός λόγου παραβαλλομένη προς την καταδίκην εις την πείναν ή την αυτοκτονίαν, ην επιβάλλει σήμερον ο ουδέποτε σχεδόν τιμωρούμενος τραπεζίτης εις ασυγκρίτως ανώτερον αριθμόν θυμάτων.
Αλλά το δισάκκιον αυτό το ζωντανόν, το έμψυχον, που φέρει ήδη εις την αδύνατον και λαξευμένην πλατίτσαν του; Το κλαίον πολλάκις και πολλάκις γελών, το εκφράζον πόθους και ορέξεις, πείναν και δίψαν, γυμνότητα και στέρησιν; Το δισάκκιον το πλήρες ονείρων και σχεδίων, το πεπληρωμένον όχι ελεών διά τον Άγιον Γεώργιον, αλλά υπάρξεων τόσων διά τον κόσμον;
Η Ευρύκλεια τότ' η φρόνιμη 'ς εκείνον αποκρίθη· «Ω τέκνο μου, 'ς την άπταιστη μην αποδίδης πταίσμα· 135 κρασί 'πινε καθήμενος, όσ' ήθελε, αλλά πλέον πείναν δεν είχε, ως έλεγε 'ς αυτήν, 'που τον ερώτα. και την γλυκειάν ανάπαυσιν ότ' ενθυμήθη εκείνος, κλίνην αυτή παράγγειλε ταις δούλαις να του στρώσουν, και αυτός ως έρμος άμοιρος δεν έστεργε να πέση 140 εις κλίναις και παπλώματα, αλλ' εις βωδιού τομάρι αμάλακτο και 'ς ταις προβειαίς, 'ς τον πρόδομο, κοιμήθη. κατόπιν εμείς σκέπασμα του ρίξαμεν επάνω».
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν