United States or Åland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Τριστάνος, ο αντρείος, ο τίμιος, πέθανε. Ήτανε ανοιχτοχέρης στους φτωχούς, και βοηθούσε όσους υπέφεραν. Ποτέ τέτοια συφορά δεν έπεσε σ' αυτόν τον τόπο, άλλοτε. Τον ακούει η Ιζόλδη, δίχως να μπορή να βγάλη μιλιά. Ανεβαίνει πατά το παλάτι. Πέρνει τον ανηφορικό δρόμο. Ο μπούστος της έχει ξελυθή. Οι Βρεττανοί την κυττάζουν θαυμάζοντας. Ποτέ τους δεν είχαν ιδή τόσο ώμορφη γυναίκα.

Σκότωσέ με Πάτα με στο λαρύγγι με τη φτέρνα σου. . . Θανάτωσέ με!. . . Ήσουν λιγνός και καστανός, μυγδαλωμάτης, ο γυιός του Ηλιογέννητου και της Κρινάτης λεβέντης του λουτρού, ο χαϊδεμένος του Σταδίου, όπως σε παραστένουν τα μωσαϊκά της εκκλησιάς σου, ορθόν στην χρυσοκεντημένη φορεσιά σου, με το τετράγωνο ταβλίο δοξασμένου Πατρικίου.

Κ' έτσι βγαίνει το παλικάρι στον κόσμο, κι από την πολλή την «παιδεία» σκοντάβει στο παραμικρό πετραδάκι που βρεθή απάνω στο δρόμο του. Δε νοιώθει καλά πού πατά, — τη γεωλογία την ξέρει μοναχά από το λεξικό πως υπάρχει. Δεν πολυαξίζει το ψωμί που τρώει, — τη γεωργία την έχει για πρόστυχη τέχνη. Μια σφυρίχτρα δεν είνε άξιος να φυσήξη. Μια κουκουβάγια δεν ξέρει να ζωγραφήση.

Σωκράτης Παρατήρησέ τον δε αναμιμνησκόμενον διαδοχικώς, όπως πρέπει να ξαναενθυμείται. Και συ, ειπέ μου· δεν λέγεις, ότι ο διπλάσιος χώρος σχηματίζεται εκ γραμμής διπλασίας; δεν λέγω δε καθόλου δι' αυτού περί ενός χώρου μακρού κατά την μίαν εδώ πλευράν πατά δε την άλλην κοντού· αλλά να είναι ίσον καθ' ολοκληρίαν παντού, όπως τούτο εδώ, και το οποίον να είνε διπλάσιον τούτου, δηλαδή οκτώ ποδών.

Εκείνη που θυμότανε και το παραμικρότερο από το βιβλίο της ζωής του, εκείνη που εξακολουθούσε να ζη μαζί του ακόμα κι όταν τα φωτεινά μάτια του δε λάμπανε πια ανάμεσό μας· εκείνη που τον ακολούθησε στο μονοπάτι, που δεν το πατά κανείς πριν φτάση η ώρα του.

Ήθελε να πειράξη τον πατά, «που ήσαν φίλοι κι' αδελφοί», είπεθυσία να γίνη ο ένας για τον άλλονμα δεν συμφωνούσαν πάντα στις ιδέες τους. — Εκεί στη Φραγκιά που θα πας, να μου χαιρετάς τους αβάφτιστους. Ό,τι και να μου πης, το κεφάλι μου δεν αλλάζει. Άνθρωπος που δεν βαφτίστηκε με τους κανόνας της Ορθοδοξίας, δεν θάβρη έλεος, «εν ημέρα κρίσεως». — Δεν ταφίνεις αυτά, ευλογημένε, είπε ο παπάς.

Τα ερμάρια των βιβλίων έφθαναν μέχρι της οροφής, αλλ' ο Θωμάς σπουδάσας πιθανώς πατά την παιδικήν του ηλικίαν την αναρρηχητικήν τέχνην εις τους εκατονταπήχεις κορμούς των φοινίκων, των αρτοκάρπων και των κοκκοδένδρων των παρθένων δασών της πατρίδος του, ουδεμίαν ησθάνετο δυσκολίαν ν' αναρριχηθή μέχρι της κορυφής της βιβλιοθήκης, να λάβη το ζητούμενον βιβλίον και να το προσφέρη εις τον μελετώντα, αφού προηγουμένως εφύσα επ' αυτού και το ετίνασσε προς απόσεισιν του κονιορτού.

Ξέρει το δάκρυ μοναχά το μάτι, να το φλογίση δεν μπορεί η οργή; το σκύψιμο γνωρίζει μόνο η πλάτη, το χέρι δεν τολμά να σηκωθή; Ντροπή, γενιά νεκρή, ξεφυλισμένη, σα σερπετό να σέρνης την κοιλιά, να σε πατούν και συ ευχαριστημένη τη φτέρνα να φιλής που σε πατά. Ντροπή να γλύφης το άπραγο το χέρι, ζωές να τρέφης άχρηστες, λαέ, να προσκυνάς αρχόντους κι ας μην ξέρη ο κόσμος άλλον άρχοντα από σε»,

Ποτέ δεν το είχεν ομολογήσει εις την μητέρα της, εφ' όσον έζη εκείνηήτις άλλως ήτο η μόνη που το υπώπτευε και το ήξευρε χωρίς να της τω είπη, αυτή. Ναι, είναι αληθές, ότι εμελέτα και είχεν απόφασιν να της τα είπη πατά τας τελευταίας στιγμάς της.