Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Ιουλίου 2025


Δεν είμαι σε θέση να παντρευτώ: είμαι ένας κουρελής, έχω άλλες υποχρεώσεις εγώ και το ξέρεις. Κοίταξε λοιπόν, μπορώ να μιλήσω μπροστά σ’ αυτόν τον άνθρωπο που ξέρει τα πάντα για μένα, όπως εσύ, και με συμπονά. Εγώ πρέπει να πληρώσω το χρέος από τις θείες μου. Γι’ αυτό ήθελα να πεθάνω, επειδή η απελπισία ξεχείλισε την καρδιά μου.

Την κοίταξα καλά μέσα στα μάτια και της είπα: «Θεία Νοέμι, εγώ θα παντρευτώ την Γκριζέντα, επειδή μόνο η Γκριζέντα, φτωχή σαν κι εμένα, νέα και μόνη σαν κι εμένα, μπορεί να είναι η σύντροφός μου». Τότε η Νοέμι χλόμιασε σαν να ήταν νεκρή∙ φοβήθηκα και έφυγα. Έκλαιγα∙ σου το είπε; Έλα, Έφις, δεν με ακούς. Έλα! Να η θεία Έστερ.

Αλλ' αν ήθελα να παντρευτώ, θ' άφηνα την θυγατέρα του Δημέου που εχρημάτισε πέρυσι στρατηγός και είνε και συγγενής μου από την μητέρα μου, να πάρω την κόρην του Φείδωνος; Αλλ' από πού τα έμαθες αυτά; Υποθέτω όμως ότι τα έφτιασες με τη φαντασία σου, διά να έχης να τρώγεσαι με νέας ζηλοτυπίας. ΜΥΡΤ. Λοιπόν δεν παντρεύεσαι, Πάμφιλε;

Και θα έρθει μια μέρα που θα μου στείλεις ανθρώπους και θα ζητάς να γίνεις δούλα μου.» «Μπα! και ποιόν θα παντρευτείς; Τον Βαρόνο του Κάστρου;» «Θα παντρευτώ ζωντανό εγώ και όχι πεθαμένο.

Ο Τζατσίντο ξαναπήρε το παιδικό του ύφος, όπως κάποτε, θλιμμένο και τρομαγμένο. «Α, όχι, όχι! Δε θέλω να έρθει!» «Δε θέλεις; Και πώς θα της το απαγορέψεις; Στο κάτω κάτω είναι η αρραβωνιαστικιά σου, υποσχέθηκες πως θα την παντρευτείς.» «Δεν μπορώ να την παντρευτώ. Αλήθεια δεν είναι ότι δεν μπορώ, Μικέλι; Δεν μπορώ και δε θέλω!

Ο Έφις έσφιγγε στα χέρια του ένα κομμάτι ψωμί και του φαινόταν πως έσφιγγε την ίδια του την καρδιά ταραγμένη από τις αναμνήσεις. «Και λένε πως πιστεύουν στο Θεό, αυτές! Γιατί δεν μ’ αφήνουν να παντρευτώ την γυναίκα που αγαπώ;» «Πάψε, Τζατσίντο! Μη μιλάς έτσι γι’ αυτές! Το καλό σου θέλουν.» «Να μ’ αφήσουν τότε να κάνω κι εγώ την οικογένειά μου.

Τάλλα τα παιδιά πήραν το δικό τους». Ο Μοναχάκης σαν πήρε το κομπόδεμα, κάμποσα κολονάτα, ξεμπαρκάρησε από τη μπομπάρδα του γαμπρού του, που ήταν τσαρμαρισμένος, λοστρόμος άξιος με τόνομα, κ' ένα πρωί μπαρκάρησε για τη Σκιάθο. — Αφίνομε υγεία, είπε στο Κυρατσώ, την αδελφή του. Άλλαξα γνώμη. Πάω στο Σκιάθο να παντρευτώ. Το Κυρατσώ ξαφνίστηκε. Δεν μπορούσε να καταλάβη. Στη Σκιάθο!

Να, να παντρευτώ τρεις βασιλείς σ' ένα πρωί, κι' απ' όλους να χηρέψω· όταν γίνω πενήντα χρόνων να κάμω ένα παιδί που και αυτός ο Ηρώδης της Ιουδαίας να το προσκυνήση· κάμε τρόπον να παντρευτώ τον Οκτάβιον Καίσαρα και να γίνω κ' εγώ σαν τη κυρά μου. ΜΑΝΤΙΣ. Θα ζήσης περισσότερον από την κυρίαν την οποίαν υπηρετείς. ΧΑΡΜΙΟΝ. Τι καλά! Καλλίτερα μ' αρέσει η ζωή παρά τα σύκα.

Λέξη Της Ημέρας

σοβαρώτατος

Άλλοι Ψάχνουν