United States or Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αχ, πότε θα νυκτώση, μάννα; Επανελάμβανον την εσπέραν του Μεγάλου Σαββάτου, αποκρεμών ενωρίς-ενωρίς από του τοίχου την λευκήν λαμπαδίτσα μου, την οποίαν μου είχεν αγοράσει ο καϋμένος ο πατέρας μου από την Μεγάλην Πέμπτηναπό δύο για κάθε παιδί, μίαν κιτρίνην διά τον Επιτάφιον και μίαν άσπρηνάσπρην διά την Ανάστασιν. — Την κιτρίνην την έκαυσα εις τον Επιτάφιον, η άσπρη εκρέματο εις τον τοίχον μαζί με τας άλλας, και την έβλεπα εις τον ύπνον μου τόσον ζωηρά, πότε πως μου την επήρεν η μεγάλη αδελφή μουζηλεύσασα τάχα, διότι τα κορίτσια τα μεγάλα δεν πηγαίνουν εις την Ανάστασιν την νύκτα, αν δεν αρραβωνισθώσιπότε πως άναψε μονάχη της, και εσηκονόμουν από το στρωματάκι μου να την σβύσω τάχα· και τότε την έβλεπα εκεί εις τον τοίχον άσπρην-άσπρην την λαμπαδίτσα μου, με ηρεμίαν και αταραξίαν αναμένουσαν να έλθη της Αναστάσεως η ώρα.

Περιστοιχίζετο υπό των ολίγων οίτινες τον ηγάπων και επίστευον εις Αυτόν. Προς αυτούς δυνατόν να ωμίλησε, αλλά το έργον Του ως διδασκάλου εν τη βραχεία εγκοσμίω ζωή Του είχε τελειώσει. Την νύκτα εκείνην εκοιμήθη διά τελευταίαν φοράν επί της γης. Την Πέμπτην πρωί εξύπνησεν διά να μη κοιμηθή πλέον ειμή τον ύπνον «σκύμνου λέοντος Ιούδα». ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΝΕ'. Ο Μυστικός Δείπνος

ΚΑΤΑ την εικοστήν πέμπτην Μαρτίου 1820, ημέραν του Ευαγγελισμού, προσεκάλεσεν ο Γεροστάθης μετά την θείαν λειτουργίαν εις το γεύμα του τους δέκα μεγαλυτέρους μαθητάς του σχολείου· μεταξύ δε αυτών συνηριθμείτο ευτυχώς και ο γράφων τας παρούσας αναμνήσεις.

Εις την κατάστασιν αυτήν ενός πλαστού θανάτου θα κείτεσαι αναίσθητη σαράντα δύο ώραις, και μ' ένα 'ξύπνημα γλυκόν κατόπιν θα συνέλθης. Αλλά την πέμπτην το πρωί, την ώραν οπού έλθη να σ' εξυπνήση ο γαμβρός, θα σ' εύρη ‘πέθαμμένην.

Κατά την πέμπτην δε ή την έκτην ημέραν, ότε εξεποίησαν σχεδόν όλα όσα είχον φέρει, είδον ερχομένας εις το παραθαλάσσιον πολλάς γυναίκας, και μεταξύ αυτών την θυγατέρα του βασιλέως, ήτις εκαλείτο, ως λέγουσιν επίσης όλοι οι Έλληνες, Ιώ του Ινάχου.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Πολύ καλά! ώρα καλή! το είπαμεν την πέμπτην. 'Σ την Ιουλιέταν πήγαινε, γυναίκα, πριν πλαγιάσης, κ' ειπέ της πότε γίνονται τα στεφανώματά της. — Καλήν σου νύκτα. — Φέρετε τον λύχνον μου επάνω! — Μα την ζωήν μου είν' αργά τόσον εξώρας είναι, ώστε κανένας κ' ενωρίς 'μπορεί να τ' ονομάση. Ο θάλαμος της Ιουλιέτας.

Εσκέπτοντο δε ότι πολύ ταχέως θα έπαυε και την παρωμοίαζον προς την τύχην του χωριδίου των, του οποίου η ζωηρότης διαρκεί όσον και η πανήγυρίς τουεπί μίαν μόνην ημέραν, κατά την πέμπτην Νοεμβρίου.

Εβάπτιζεν αδιακρίτως άρρενα και θήλεα, αλλ' εφρόντιζε να δίδη ακριβείς σημειώσεις εις τους ιερείς και πνευματικούς, διά να μη τυχόν γείνη κανέν συνοικέσιον εις το μέλλον μεταξύ δύο ετεροφύλων αναδεκτών και κολασθή η ψυχή της. Κατ' έτος, την Μεγάλην Πέμπτην, μεγίστη κίνησις εγίνετο εν τη ευρυχώρω αυλή της οικίας.

Την πέμπτην ημέραν είχεν ήδη γίνει καλοκαιρία, ο πάγος διελύετο και η θάλασσα επανήρχετο εις την φυσικήν της κατάστασιν. Αφού δ' επλεύσαμεν έως τριακοσίους σταδίους, επλησιάσαμεν εις νήσον μικράν και ακατοίκητον, από την οποίαν επήραμεν νερόν, διότι το είχαμεν ήδη εξαντλήσει και φονεύσαντες δύο αγρίους ταύρους απεπλεύσαμεν.