United States or Australia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά ήτο να λείψη; Νύκτα πήγαινε, νύκτα έφευγε. Πλην καμμία φορά θα επιτύχη πάντοτε ο κλέπτης. Ιδίως όταν επήγαινεν εις τον Παπά-Ιερεμίαν, πάντοτε ήθελεν ανακαλύψη ζημίαν τινά.

Ο αναθεματισμένος βουλευτής για να μας τον έχη κολλητό έως να τελείωση στη Σύρα η δημοτική εκλογή, τον άφινε να πιστεύη πως κάτι μας απομένει. Του είπα τότες εγώ πως με τες καλές συμβουλές του συνταγματάρχη απομείναμε με το ποκάμισο και δεν έχω άλλο να του δώσω παρά μόνο την κόρη μου και την ευχή μου. Δεν μου έκαμε καμμιά παρατήρησι και εξακολούθησε να έρχεται στο σπήτι καθώς πρώτα.

Αλλά και η τέχνη αυτή η οποία ηξεύρει να τα τιμωρή και να τα κάμη συγχρόνως καλύτερα, είναι η ιδία μ' εκείνην που ηξεύρει τα καλά και τα κακότροπα σκυλλιά ή είναι καμμία άλλη; — Όχι, είναι η ιδία τέχνη. — Θα θελήσης λοιπόν να παραδεχθής το ίδιον και διά τους ανθρώπους; του είπα.

Μόνον ηκροάσθησαν, πριν κρούσωσι την θύραν. και ήκουσαν φωνήν ωργισμένου ανθρώπου: — Εσύ θα μου κάμης κουμάντο εδώ μέσα; — Καλά, παιδί μου, καλά! Απήντα φωνή άλλη πραεία. Και πάλιν εξηκολούθει η ωργισμένη φωνή: — Να καλαμώσης! Και μετά μικρόν: — Σου είπα καθαρά, δεν θέλω πλέον καμμιά σχέσι με την φουρνάρισσα. Ούτε τον μπακλαβά της, ούτε την πήττα της. Θα τα πετάξωτον βράχο.

Ποίος παραλογισμός, ώ Σώκρατες, να φρονής ότι υπάρχει καμμία διαφορά, είτε ξένος είτε συγγενής είναι ο φονευθείς. Εις την πράξιν μόνον πρέπει κανείς να προσέχη καλά και αυτήν μόνον να εξετάζη, αν δικαίως ο φονεύς διέπραξε τον φόνον ή αδίκως.

Αφίνω το τίποτές μου εις το αδέρφι μου το Γηώργη και θέλω να με θάψη, χωρίς καμμία εξόδευσι και κοσμοπομπή. Να μου αφίση μονάχα το βρακί και το μαύρο ποκάμισο και τίποτας άλλο, και να με ρίξη σ' ένα ταφί.

Το θυμάμαι, λέει; Η θύμηση μας απόμεινε... Και δεν είνε που θα σε φάνε τα ψάρια, μόνο θα σου πούνε και τύφλα. Και θα γελάη και το φεγγάρι από πάνω σου. Είδες, αλήθεια, πώς γελάει το φεγγάρι καμμιά φορά; — Το φεγγάρι; Δυο πήχες ανοίγει το στόμα του, Στρατή, σα θέλη να γελάση. Ο Στρατής τέντωσε τα χέρια του και ξεραχαμνίστηκε. Θυμήθηκε τα χρόνια που περάσανε.

Γιατί ο Σεΐχης, ο πρώτος των νδερβησάδων, τον αγαπά πολύ γι' αυτό, και με είπε, πως μίαν ημέρα το παιδί μου θενά γίνη άγιος. Μα ένα κακό που του έρχεται καμμιά φορά, αυτό θα με κάμη να χάσω τον νουν μου! Τον είδες πως είναι ήσυχος και γλυκός και σιωπηλός. Το έγινεν αφ' ότου έμαθεν πως επανδρεύθηκεν η αγαπητικιά του, πολύ περισσότερον παρ' ό τι ήτανε προτού.

Διότι, εάν οι τοιούτοι λόγοι δεν ήσαν διαδεδομένοι σχεδόν εις όλους τους ανθρώπους, δεν θα υπήρχε καμμία ανάγκη υπεραπολογίας της υπάρξεως των θεών. Τόρα όμως είναι ανάγκη. Όταν λοιπόν διαφθείρονται οι μεγαλίτεροι νόμοι από τους κακούς ανθρώπους, ποίος άλλος οφείλει να τους βοηθήση περισσότερον παρά ο νομοθέτης; Κανείς άλλος. Λοιπόν λέγε μου και συ πάλιν, φίλε Κλεινία.

Εάν δε ο ανήρ φονεύση την νόμιμον σύζυγόν του από οργήν, ή καμμία γυνή εκτελέση ομοίως το ίδιον πράγμα εις τον άνδρα της, να εκτελέσουν τους ιδίους καθαρμούς και τριετείς εκπατρισμούς. Όταν δε επιστρέψη ο τοιούτος δράστης, να μη συμμετέχη με τα τέκνα του εις τα ιερά ούτε να συντρώγη εις την τράπεζαν.