Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Επόμενον λοιπόν είνε να ομιλής τόσον άσχημα αφού έχεις τόσον μωρόν ακροατήν. Ιδών δέ ποτε ένα μάντιν, όστις έδιδε τας μαντείας του επί πληρωμή, Δεν εννοώ, του είπε, διατί ζητείς πληρωμήν• εάν θέλης να πληρώνεσαι ως δυνάμενος να μεταβάλλης τα προωρισμένα υπό των Μοιρών, όσα και αν ζητήσης θα είνε ολίγα• εάν δε όλα θα γίνουν όπως ο θεός ώρισε, τι αξίαν έχει η μαντική σου;
Οι επομένοι στίχοι, οι μόνοι διασωθέντες έκ τινος δημοτικού άσματος, μαρτυρούσι περί τούτων. Λυπηρόν δε είναι ότι δεν διεφυλάχθη ακεραία η διήγησις. Ο Μίρτζας εξεκίνησε κατά το Γαλαξείδι Πιάνει και γράφει μια γραφή, πικρή φαρμακεμμένη: « Σε σέ μώρ' Αστρατόγιαννε, ναρθής να φιληθούμε » Και μη γυρεύεις πόλεμο και μη ζητείς τουφέκι, » Συμπάθησέ με....
Σωκράτης Και ας προσπαθήσωμεν να ειπούμεν, τι είναι σχήμα· και σκέψου, αν παραδέχεσαι, ότι είναι αυτό· σχήμα δε ας είναι δι' ημάς εκείνο, το οποίον μόνον εξ όλων των όντων τυγχάνει πάντοτε ν' ακολουθή το χρώμα· σου είναι αρκετόν, νομίζω, ή ζητείς τίποτε άλλο; εγώ τουλάχιστον θα ευχαριστηθώ, εάν μου καθώριζες έτσι την αρετήν. Μένων Αλλ' αυτό είναι απλοϊκό, Σωκράτη. Σωκράτης Γιατί; τι εννοείς;
Φαίδρος Τι άλλο παρά θα τον ηρώτων, εάν εκτός τούτων γνωρίζει και τους ασθενείς οι οποίοι έχουν ανάγκην τούτων και πότε μεταχειρίζεται το καθέν και κατά ποίαν δόσιν; Σωκράτης Εάν λοιπόν απαντήση, ότι δεν γνωρίζω τίποτε από αυτά, αλλ' ότι έχω την αξίωσιν ο μαθητής μου να κάμη όσα ζητείς;
Ο Ταχέρ τον καιρόν που γεμάτος χαράν ήλπιζε να αποκριθή προς βοήθειάν του, έμεινε νεκρός ακούοντας να ειπή του Κατή έτσι. Επειδή και εσύ, αφέντη, Κατή, ζητείς διά να σου ειπώ την αλήθειαν, εγώ θέλω σου φανερώση το όλον.
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Λοιπόν τι ζώον σ' έκαμε να μου ανακαλύψης τα σχέδιά σου; Τότε δα ήσο αλήθεια άνδρας, όταν δεν σ' έλειπ' η καρδιά και να τα εκτελέσης! Και όσον μεγαλείτερος ζητείς να γείνης, τόσον είσ' άνδρας! Δεν συνέτρεχε τόπος ή ώρα τότε, αλλ' όμως ήθελες εσύ να φέρης και τα δύο. Ιδού πού ήλθαν μόνα των!
Αυτά 'πε, κ' εγώ προς αυτήν απάντησα και είπα• «ω Κίρκη, πώς εσύ ζητείς εγώ να σου 'μαι πράος, 'που τους συντρόφους μώκαμες 'ς τα μέγαρά σου χοίρους, κ' εμέ κρατώντας τώρα εδώ με προσκαλείς με δόλο 'ς τον θάλαμό σου, ν' αναιβώ την ιδική σου κλίνη, 340 όπως ανδρειά και δύναμιν, ως γυμνωθώ, μου πάρης. ουδέ ποτέ θ' αναιβώ εγώ την ιδική σου κλίνη, αν μη θελήσης, ω θεά, να ομόσης μέγαν όρκο, ότι άλλο ενάντια μου κακό δεν θα σκεφθής κανένα».
Αλλ' ακριβώς, καλέ Ξένε, εδώ έγκειται το ζήτημα, πώς ημπορεί κανείς να εννοήση καθαρώτερα, ότι το είδος και το μέρος δεν είναι το ίδιον, αλλά διαφέρουν μεταξύ των; Ξένος. Λαμπρέ μου άνθρωπε Σωκράτη, δεν απαιτείς μηδαμινόν πράγμα. Ημείς έως τόρα, περισσότερον από ό,τι έπρεπε, απεμακρύνθημεν από το προκείμενον ζήτημα, συ όμως ζητείς να απομακρυνθούμεν ακόμη περισσότερον.
Εν τούτοις δεν περιωρίσθησαν να ζώσιν εν ειρήνη, αλλά νομίσαντες ότι ήσαν ισχυρότεροι των Αρκάδων, ηρώτησαν το μαντείον των Δελφών πώς να κατακτήσωσιν όλην την Αρκαδίαν· η δε Πυθία τοις είπε ταύτα· «Την Αρκαδίαν με ζητείς; μέγα πράγμα ζητείς· δεν θα σε την δώσω. Εις την Αρκαδίαν υπάρχουσι πολλοί άνθρωποι τρεφόμενοι με βαλάνους, οίτινες θα σε εμποδίσωσιν. Εγώ όμως δεν σε φθονώ.
Αχ! αυτό στενοχωρεί όλην μου την καρδίαν. — Και όμως, το να παρανοούμεθα είναι η τύχη όλων μας. Αχ! πού εχάθη η φίλη της νεότητας μου! αχ! πού την εγνώρισα ποτέ! — θα έλεγα είσαι μωρός· ζητείς ό,τι δεν ευρίσκεται εδώ κάτω. Αλλά την είχα· αισθάνθηκα την καρδίαν, την μεγάλην ψυχήν, που εμπρός της εφαινόμην ότι είμαι πλέον ή ό,τι ήμουν, διότι ήμουν ό,τι ηδυνάμην να είμαι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν