Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025
Εσκεπτόμην απλώς περί τούτου, θα προέβαινα δε εις ωρισμένον τι διάβημα, αν παρουσιάζετο κατάλληλος ευκαιρία. Αίφνης ηκούσθη η φωνή του γέροντος Φ. — Παιδιά, είπε, θέλετε, πριν αποσυρθήτε, ν' ακούσετε μίαν άλλην ιστορίαν ανάλογον με την προηγηθείσαν; — Προθυμότατα, εφώναξαν όλοι μ' ένα στόμα. — Είνε όμως ολίγον τραγική αυτή! — Τόσω καλλίτερα, είπεν ο φιλόσοφός μας.
Έξαφνα τον έχασα· παρήλθεν ολόκληρος εβδομάς χωρίς να τον ιδώ· τι ευχή! αρρώστησε; Έπειτα εκείναι αι υποθέσεις, όλαι, ή μέρος αυτών τι απέγειναν; ή μήπως πάλιν υπερίσχυσεν η κακοδαιμονία του φίλου μου; εσκεπτόμην και δεν ήξευρα τι να υποθέσω.
Εσκεπτόμην, ίσως ήτο πρόσφορος η στιγμή να δοθή ένα τέλος. Δεν ήτο άλλος καταλληλότερός μου και αφού θα τα μάθη μια μέρα, γατί να μην τα μάθη τόρα ευθύς; — Πάμε μέσα, του είπα έξαφνα. Και διηυθύνθημεν προς το σπιτάκι του θυρωρού, όστις έλειπεν ευτυχώς. Εκεί πλησίον εις μίαν γωνίαν υψούτο μέγας σωρός κεράτων. — Η πραμάτεια, με είπε πάλιν γελών.
Και ιδού ότι εις αυτήν εδώ την φρικώδη ώραν της νυκτός, εν μέσω της νεκρικής σιγής της παλαιάς αυτής οικίας, τόσον παράδοξος ήτο ο ψίθυρος, ώστε μου επροξένησεν ακατανόμαστον τρόμον· εν τούτοις ολίγα λεπτά ακόμη εκρατήθηκα και δεν έβγαλα τσιμουδιά. Αλλά το τικ-τακ επεταχύνετο πάντοτε, πάντοτε. Εσκεπτόμην ότι η καρδιά θα εκραγή.
Όταν λοιπόν, ω άνδρες, ο μεν λύχνος εσβέσθη, οι δε δούλοι απεσύρθησαν, έκρινα ότι έπρεπε ν' αφήσω τας περιστροφάς και να του ειπώ ελευθέρως ό,τι εσκεπτόμην και κινήσας αυτόν, — Σωκράτη, κοιμάσαι; ερώτησα. — Όχι δα ακόμη, μου απήντησε. — Ηξεύρεις λοιπόν τι ιδέαν έχω; — Πώς να το γνωρίζω; είπε.
Και ενώ έβλεπα τόσους σκελετούς συσσωρευμένους και όλους ομοίους, οι οποίοι είχον το βλέμμα κενόν και φοβερόν και εδείκνυον τους οδόντας χωρίς χείλη, εσκεπτόμην με απορίαν πώς είνε δυνατόν να διακρίνω τον Θερσίτην από τον ωραίον Νιρέα ή τον επαίτην γέρον από τον βασιλέα των Φαιάκων ή τον μάγειρον Πυρρίαν από τον Αγαμέμνονα• διότι δεν διετήρουν κανέν από τα παλαιά γνωρίσματα, αλλ' ήσαν όμοια τα κόκκαλα, αγνώριστα και χωρίς κανέν διακριτικόν σημείον, και κανείς δεν ηδύνατο να τα διακρίνη.
Έν μόνον εσκεπτόμην: πότε θα εύρω υπό τους πόδας μου έδαφος ομαλόν και πότε θα ίδω εκ της κορυφής τον ποταμόν, όπου ο αρχηγός μας υπεσχέθη ότι θα ξεδιψάσωμεν. Επί τέλους εφθάσαμεν εις την κορυφήν.
Εν ω όμως εγώ με απλότητα τοιαύτα εσκεπτόμην, οι αντίπαλοί μου συνωμότουν εναντίον μου και συνεσκέπτοντο περί του πώς να στασιάσουν και με επιβουλευθούν και συνήρχοντο κρυφίως και συνήθροιζον όπλα και χρήματα και παρά των κατοίκων των γειτονικών πόλεων εζήτουν συνδρομήν και εις την Ελλάδα απέστελλον πρέσβεις προς τους Λακεδαιμονίους και Αθηναίους• όσα δε είχαν αποφασίσει περί εμού, εάν με συνελάμβανον και πώς θα με κατεσπάρασσαν με τας χείρας των και ποία βασανιστήρια θα εφήρμοζον εναντίον μου, ωμολόγησαν δημοσία όταν διά βασανιστηρίων ανεκρίθησαν.
διότι εσκεπτόμην και πολλά άλλα, αλλά προ πάντων πώς ο Απόλλων τόσον καιρόν δεν έβγαλε γένεια ή πώς νυκτώνει εις τον ουρανόν αφού ο Ήλιος είνε πάντοτε παρών και συντρώγει με τους άλλους θεούς. Έπειτα όμως μ' επήρεν ολίγος ύπνος. Ο δε Ζευς εξύπνησεν από την αυγήν και διέταξε να κληθούν οι θεοί εις συνέλευσιν.
Δεν έχω την συνήθειαν να κοιμώμαι με τον λύχνον καίοντα, αλλά δεν ήτο τούτο το εμποδίζον τον ύπνον να κλείση τα βλέφαρά μου. Ο νους μου ήτο εις την θυγατέρα του Κ. Μελέτη. Περί αυτής εσκεπτόμην. Διατί αν ιδή τον Νίκον θ' αποθάνη; Και διατί η εικών του Αγίου Νικολάου εις το δωμάτιόν της; Διατί προ πάντων το κεφαλαίον εκείνο Ν υπό τον σταυρόν και το κρανίον;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν