Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025
Ο τρυγμός των θραυομένων κλώνων των ελαιών εξηκολούθει φοβερός και άγριος ως κρότος μακρυνής βροντής.
Εκραύγασε το Χρυσώ ως να προσέβαλε τας αισθήσεις της όλας ερπετού θέα, και απέμεινε βωβή και ακίνητος η καταπλαγείσα κόρη ως απολιθωθείσα. Προς την φωνήν πρώτος έσπευσεν ο Μπάρμα-δήμαρχος, όστις εξηκολούθει επάνω ανήσυχος να βηματίζη.
Το πήδημα όπερ τω εφαίνετο ότι είχε κάμει, δεν ίσχυσε να τον αφυπνίση. Άλλως δε ο Μάχτος επέμενεν εις το όνειρον τούτο, και δύναται τις να είπη, ότι αυτομάτως πως το κατεσκεύαζε μάλλον, ή ότι υφίστατο παθητικώς αυτό. Εφέρετο μεθ' ορμής εις το όνειρον τούτο και εκράτει αυτό σφιγκτώς. Εξηκολούθει δε να νήχηται ούτως επί πολύ. Και πράγματι ενήχετο, αλλ' ενήχετο εις το πέλαγος των ονείρων.
Τόσος θόρυβος εγίνετο, ώστε το κανάρι εξύπνησεν εις το κλουβί του, και ήρχισε να κελαδή και να λαλή στίχους. Μόνον δύο δεν εσάλευαν από την θέσιν των: ο χωλός στρατιώτης, και η χορεύτρια, η οποία εξηκολούθει να στέκη εις την άκραν των δακτύλων του ενός της ποδός και να τεντώνη τα δύο της χέρια· ο δε στρατιώτης είχεν όλην την ώραν τα μάτια του στηλωμένα επάνω της.
Από εικοσιπέντε τουλάχιστον ετών ουδέν άλλο ωνειρεύετο παρά τας απολαύσεις έρωτος θεμιτού και υπό της εκκλησίας ευλογημένου. Αφού εδαπάνησεν όλον τέταρτον αιώνος υφαίνουσα ιστούς προς άγραν συζύγου, εξηκολούθει ακόμη να υφαίνη η ακούραστος εκείνη αράχνη.
Τέλος, όταν ήρχιζεν η ψαλμωδία, ο Γιάννης εξηκολούθει να γελά προς τας αντιφωνίας των διαφόρων νεαρών ψαλτών και τας οξυφωνίας του παπά.
Ο Σωτήρ εξηκολούθει ν' αποκαλύπτη εις τον διδάσκαλον τούτον του Ισραήλ πράγματα μεγαλείτερα και υψηλοτέρα ακόμη.
Αλλά και άλλη διέξοδος δεν υπήρχεν. Η δε απελπισία και το πείσμα ηδύναντο να δεκαπλασιάσουν τας δυνάμεις του Μανώλη. Και ενώ εξηκολούθει να την ικετεύη, ενισχύων την πειθώ της γλώσσης με την μελαγχολικήν περιπάθειαν των βλεμμάτων, ανεμέτρα και τας πιθανότητας της επιτυχίας εις μίαν βιαίαν απόπειραν.
Ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος εξηκολούθει να. περιμένη ολίγα βήματα απωτέρω. Οι υπνηλοί εσηκώθησαν ετινάχθησαν, και οι σύντροφοί των τους έβρεξαν τα πρόσωπα με νερόν από την στέρναν. Οι πέντε άνδρες ητοιμάσθησαν, ετίναξαν τα ενδύματά των, εφόρεσαν έκαστος το έν μανίκι της τσάκας του ή της σουρτούκας του. Ο κυρ-Μανουήλος είπε: Πάμε! κ' εστράφη προς την θύραν. Οι πέντε φίλοι τον ηκολούθησαν.
— Όξω! όξ' από το σπίτι μου, μαγαρισμένε! εβρυχήθη ο Σαϊτονικολής έξω φρενών. Και προσπαθών να διαφύγη από τους βραχίονας της συζύγου του, της οποίας τας δυνάμεις εδεκαπλασίαζεν η στοργή, εξηκολούθει: — Όξω! να μη σε ξαναδούν τα μάτια μου! Δε θέλω να σε κατέχω! Ο Μανώλης εκτύπησε τους γρόνθους του. — Τη Ζερβουδοπούλα, τη Ζερβουδοπούλα, τη Ζερβουδοπούλα θα πάρω! Και εκινήθη διά να φύγη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν