Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
Μακρά, στενή, στιλάδο σκαρί, φορτωμένη διά Κωνσταντινούπολιν η σκούνα, ήτο αραγμένη εις τον ευρύν, τον ακύμαντον λιμένα, με τους υψηλούς δύο ιστούς της, ακινήτους ως τρόπαια. Με τα πανιά μαζευμένα, δεμένα εις τας θέσεις των, εις τα σταυροειδή πενά, έτοιμα, θαρρείς, εις μίαν πνοήν, πνοήν ελαφράν, ν' ανοίξουν, να γλυστρίσουν, μαλακά-μαλακά, ως νεφέλαι, λευκός πέπλος του Γάμου.
Άν ποτε εισέπλεε καμμία σκούνα με τους ιστούς της υψηλούς, με τα ιστία κατάλευκα, με την σημαίαν κυματίζουσαν, την εκαμάρωνεν ως του υιού της την σκούνα. — Ας ήρχετο έτσι δα, και ας πέθαινα, Παναγία μου! Έκαμνε τον σταυρόν της. Πρωί και βράδυ εκολλούσεν ένα κεράκι προ της εικόνος του τιμίου Προδρόμου, εν τω όρθρω και τω εσπερινώ. Γιαννάκην έλεγαν τον υιόν της.
Δεν έβλεπα επί των σκοτεινών υδάτων το σκάφος, αλλ' οδηγούμενος από του χωρικού την χείρα, διέκρινα τους δύο ιστούς και μου εφάνη ότι κινούνται προχωρούντες με κρεμάμενα επ' αυτών τα ιστία. Εσπεύσαμεν το βήμα και εντός ολίγης ώρας ήμεθα εις την παραλίαν. Δεν ήλθε διά μόνους ημάς το πλοίον εκ Ψαρών.
Από εικοσιπέντε τουλάχιστον ετών ουδέν άλλο ωνειρεύετο παρά τας απολαύσεις έρωτος θεμιτού και υπό της εκκλησίας ευλογημένου. Αφού εδαπάνησεν όλον τέταρτον αιώνος υφαίνουσα ιστούς προς άγραν συζύγου, εξηκολούθει ακόμη να υφαίνη η ακούραστος εκείνη αράχνη.
Τα πλοία των είνε μεγάλα από κολοκύνθας, έχοντα μήκος εξήκοντα πήχεων• άμα ξηράνωσι την κολοκύνθην, την σκάπτουν και εκβάλλοντες την ψίχαν κατασκευάζουν σκάφος και ως ιστούς μεταχειρίζονται καλάμους, ως ιστίον δε το φύλλον της κολοκύνθης. Μας προσέβαλαν λοιπόν από δύο πλοία και πολλούς εξ ημών ετραυμάτισαν πετροβολούντες με κολοκυθόσπορους.
Ευτυχώς οι πρώτοι φθάσαντες είχον δώσει το συμφωνηθέν σημείον, και το πλοίον έπλεεν ήδη προς τον λιμένα, καθ' ην στιγμήν από του υψώματος διέκρινα μακρόθεν τους ιστούς του. Ότε επλησιάσαμεν εις τους σωρούς των φυγάδων, είδομεν όλα τα πρόσωπα εστραμμένα προς την θάλασσαν.
Εκεί είχον στήσει ιστούς, επί των οποίων εστηρίζετο μία σκηνή Ρωμαϊκού αμφιθεάτρου. Ένα πρωί, πριν να εξημέρωση, ο Τετράρχης Ηρώδης Αντίπας ήλθε και εστήριξε τον αγκώνα του εκεί, και παρετήρει. Τα βουνά γύρω ήρχιζαν να υποφώσκουν ώστε να διακρίνωνται αι κορυφαί των, ενώ ο όγκοι των μέχρι του βάθους των αβύσσων ήσαν ακόμη εις το σκότος.
Τα δε λουτρά των εκεί είνε μεγάλα υάλινα οικοδομήματα, υπό τα οποία καίεται κανέλλα διά να θερμαίνωνται• αντί δε νερού εις τους λουτήρας υπάρχει δρόσος θερμή. Ως ένδυμα φορούν οι κάτοικοι ιστούς αράχνης λεπτούς και πορφυρούς.
Και πάλιν ίστατο σιωπηλός, βαστάζων ακίνητον την σακκορράφαν του και βλέπων προς τους ιστούς: — Τι να σου κάμη και η καϋμένη η 'ξαδέλφη μου, η μόνη συγγένισσά μου! Τι να σου κάμη η φτωχή και αυτή! διελογίζετο τότε ο Γιωργάκης της Λιμπέριαινας, συνεχίζων τας σκέψεις του, τι να σου κάμη η ξενοδουλεύτρα!
Αλλά και μικρά τινα πλοιάρια, ηγκυροβολημένα εκεί εμπρός συνεπλήρουν την χιονώδη εικόνα των φανταστικών δημιουργημάτων της νυκτός εκείνης, ανυψούντα χιονισμένους ιστούς, με αλαβάστρινα προσδεδεμένους σχοινία, ενώ αι κωπασταί αυτών μετεμορφώθησαν εις έντεχνα ναυπηγικής στολίσματα, έργα μυστικά της απαλής του χειμώνος κόρης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν