Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025


Η Ζερβουδοπούλα δεν είχεν έλθη εις τον χορόν, προφανώς διά ν' αποφύγη την συνάντησίν του. Τούτο του έδιδε μίαν επί πλέον αφορμήν να σκέπτεται ότι η αντίστασίς της ήτο αδύνατον να κατανικηθή άλλως ή διά της βίας, διά της απαγωγής. Αλλά τώρα, ότε είχεν αρχίση να μη εξέρχεται, η απαγωγή εφαίνετο δύσκολος.

Εάν όμως ο οφθαλμός ήτο πυρ, καθώς λέγει ο Εμπεδοκλής και εγράφη εν τω Τιμαίω, και εάν εγίνετο η όρασις, διότι το φως εξέρχεται εκ του οφθαλμού ως έκ τινος φανού, διατί η όρασις δεν βλέπει και εις το σκότος; Το να λέγη τις, ως ο Τίμαιος, ότι το φως σβύννεται εις το σκότος, αφού εξέλθη εκ του όμματος, είναι παντελής κενολογία.

Κατόπιν έρχεται ένας, του παίρνει την κορώναν, την φιλεί, χύνει φαρμάκι εις το αυτί του ΒΑΣΙΛΕΩΣ και εξέρχεται. Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ επιστρέφει, ευρίσκει νεκρόν τον ΒΑΣΙΛΕΑ και κάμνει σχήματα λύπης. Ο ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ επιστρέφει συνωδευμένος από δύο ή τρία άφωνα ΠΡΟΣΩΠΑ και δείχνει ότι συγκλαίει με αυτήν. Σηκόνουν τα λείψανο. ΟΦΗΛΙΑ Τι σημαίνει τούτο, Κύριέ μου;

Ο Περδίκης ανοίγει τον σύρτην της τραπέζης του, λαμβάνει γραμμάτια τίνα λαχείων απωτεθειμένα εις τους μυχούς αυτού, τα μετρεί, γράφει τους αριθμούς των επί μίας σελίδος του σημειωματαρείου του, κάτωθεν άλλων ομοίων αριθμών, και λαμβάνων βιαίως τον πιλόν του εξέρχεται του γραφείου και κατευθύνεται προς την Εθνικήν Τράπεζαν. Δεν είναι δέκα η ώρα, αλλ' ο Περδίκης αδιαφορεί.

Ούτος ενόμιζεν ότι ήτο φιάλη σαμπάνιας και διαρκώς έφευγε κραυγάζων πότε πουμ και πότε πςς . . . ς, ως εξής: Και ο διηγούμενος ταύτα έβαλε τον λειχανόν της δεξιάς χειρός του εις το αριστερόν μάγουλον και κτυπών αυτό και πλαταγίζων την γλώσσαν του εζητούσε να μιμηθή τον κρότον, τον οποίον κάμνει η σαμπάνια όταν αφρίζουσα εξέρχεται από την φιάλην.

Αι, το γεύμα! — Πού είναι το παιδί; Πού είναι ο τρελλός μου; — Πήγαινε συ να μου τον φέρης. ΛΗΡ Εσύ, — εσένα λέγω, πού είναι η κόρη μου; ΟΣΒ. Με συμπάθειον... ΛΗΡ Τι λέγει αυτός εκεί; Φέρε μου τον εδώ! Το κνώδαλον! Εξέρχεται είς ΙΠΠΟΤΗΣ. Πού είναι ο τρελλός μου; Αποκοιμήθηκε ο κόσμος όλος εδώ; Επιστρέφει ο ΙΠΠΟΤΗΣ. Αι, λοιπόν; Πού είναι αυτός ο μούλος;

Μη ερχόμενος λοιπόν εις επαφήν πάντοτε ειμή μόνον με τα μαλακώτατα των μαλακωτάτων, είνε κατ' ανάγκην απαλώτατος. Κατά ταύτα είνε νεώτατος μεν και απαλώτατος, προς δε τούτοις λεπτότατος την φύσιν. Διότι εάν ήτο σκληρός, δεν θα ήτο δυνατόν ούτε να εκτείνεται παντού, ούτε να εισέρχεται και εξέρχεται από κάθε ψυχήν χωρίς να εννοηθή.

Όστις πρωινός εξέρχεται του οίκου του εν Αθήναις έχει πολλάς διασκεδάσεις και τέρψεις ποικίλας, τας οποίας στερούνται συνήθως οι μεσημβρίζοντες οκνηροί.

Εξοικειωμένος με τ' αριστουργήματα, θρεμμένος με τον ΧΆινε , τον Βύρωνα, με τον Ρίχτερ, με τους μεγάλους Ιταλούς πεζογράφους, με ό,τι εξαιρετικόν και σπάνιον, απεστρέφετο παν ό,τι μέτριον: Kαι πρέπει να ομολογηθή πως ό,τι έγραψεν εξέρχεται από τον κύκλον του μετρίου. Τουλάχιστον όπως ωμολόγησε πρότινος ο κ. Γρ. Ξενόπουλος, κάθε δημοσίευμα του Ροΐδη απετέλει γεγονός διά τας Αθήνας.

Η ανεξήγητος τούτη διαγωγή της Οφηλίας τον εμβάλλει εις μεγάλην απορίαν· τάχα η Οφηλία δεν πιστεύει πλέον εις την αγνότητα των αισθημάτων του, και τον θεωρεί ως έναν δόλιον εραστήν, ως έναν ασυνείδητον διαφθορέα; ή μήπως η έξαφνη μεταβολή της θα εξηγηθή ως τέχνασμα υποκριτικής αγνείας, ώστε ουδέ αύτη εξαιρείται εις την γενικήν διαφθοράν του γυναικείου γένους; Από άκραν ψυχικήν ταραχήν και αδημονίαν παρασύρεται ο Αμλέτος και μεταβαίνει να ιδή την Οφηλίαν διά να διαγνώση από αυτό το πρόσωπον της, εάν είναι δυνατόν, τα ενδόμυχα της ψυχής της, διά να μάθη αν θα καταδικάση εις την περιφρόνησιν και αυτό το μόνον αντικείμενον της αγάπης του και του σεβασμού του· και αφού τίποτε δεν είδεν εις την ουρανίαν εκείνην μορφήν να δικαιολογή τους φόβους του, πείθεται ότι η άρνησίς της προέρχεται από ξένην ενέργειαν, βλέπει εις την Οφηλίαν ένα αθώον πλάσμα ριμμένον εις τον κόσμον διά να πέση και αυτό θύμα της γενικής κακίας· διά τούτο την κλαίει με τα τρία κινήματα της κεφαλής, διά τούτο εξέρχεται από τα βάθη της ψυχής του ο απελπιστικός εκείνος στεναγμός, διά τούτο, ενώ αποχωρίζεται, δεν σηκόνει από αυτήν τους οφθαλμούς του, ως να ήθελε να φυλάξη ακεραίαν, απαράλλακτον, την άσπιλον εκείνην εικόνα και να την ενταφιάση με την αγάπην του μέσα εις τα βάθη της καρδίας του.

Λέξη Της Ημέρας

απόπατο

Άλλοι Ψάχνουν