Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Είς την έκκλησιν δε, την οποίαν έκαμναν προς το πλήθος, έλεγαν «Όστις προτιμά να άρχουν οι πεντακισχίλιοι αντί των τετρακοσίων ας επιληφθή του έργου», διότι εκρύπτοντο ακόμη υπό το όνομα των πεντακισχιλίων, διά να μη προφέρουν αναφανδόν το του λαού λέγοντες, «Όστις θέλει να άρχη ο λαός». Εφοβούντο δε μήπως οι πεντακισχίλιοι υπήρχαν τωόντι και μήπως ενοχοποιηθούν αποτεινόμενοι προς αγνώστους.
Η χαρά του είτανε να καθίζη με τους ναύτες και να τους δηγάται το τέλος του Κωσταντίνου. Κ' ύστερα ύστερα τους έλεγε και την προφητεία του, πως θα ξαναφυτρώση ο Κωσταντίνος. Σ' ένα απ' αυτά τα ταξίδια, έτυχε να είναι μαζί του κ' ένας από τα Ψαρά, — Καραθανάση τον έλεγαν. Και δεν είτανε ναύτης, είταν ταξιδιώτης από τη Σάμο για τα Ψαρά.
Ευχαρίστησιν, έλεγαν, να βλέπουν όλα αυτά τα πράγματα. Ήτο τόπος μαρτυρίου, τον οποίον το άσμα του Βύρωνος ανύψωσεν εις τον κόσμον της ποιήσεως. Ο Ρούντυ είχε το αίσθημα, ότι ωδηγήθη αυτός εις τόπον μαρτυρίου.
Εσχάτως μάλιστα, ότε ο στρατηγός ούτος εξωρίσθη από τας Συρακούσας και αντικατεστάθη εις την αρχηγίαν των εν τη Μιλήτω πλοίων των Συρακουσίων υπό του Ποτάμιδος, του Μύσκωνος και του Δημάρχου, ο Τισσαφέρνης πολύ περισσότερον επετέθη κατά του φυγάδος ήδη Ερμοκράτους, και μεταξύ άλλων κατηγοριών έλεγαν ότι έγινεν εχθρός του, διότι κάποτε του εζήτησε χρήματα και ο Τισσαφέρνης δεν του έδωκεν.
Ήτον η γυνή απ' τα βουνά, σύζυγος ποιμένος, του Θοδωρή του Τσολοβίκου, από εκείνας τας αρχαϊκάς — της πρωτινές ή παλαιινές, καθώς τας έλεγαν.
Τούτα οι μνηστήρες έλεγαν και αδιαφορούσ' εκείνος, και τον πατέρα του άφωνος εκύττα καρτερώντας 385 πότε θα πέση να κτυπά τους αναιδείς μνηστήραις.
Το ίδιο εκείνο απόγευμα, ο συμβολαιογράφος και η φιλενάδα της μακαρίτισσας ήλθαν να στήσουν τον εργαλειό εις την καλύβα της Φρόσως — Φρόσω έλεγαν την μικροτέραν από τας τρεις εγγονάς — αλλ' η καλύβα ήτο τόσο στενή, ώστε θέσιν δι' αυτόν δεν εύρισκαν. Το μεγάλο κρεβάτι εις την γωνιά έπιανε τον περισσότερο τόπο.
Ας έμενες εις την Αζόφ κι' ας είχα και συνάχι, κι' ως Κάιν ας 'τουρτούριζα εις παγετών στιβάδας· συ, Βέρα, ήσουν έμπνευσις, συ Μούσα μου μονάχη, και την φυγήν σου έκλαυσα με Ιερεμιάδας. Και ήκουα των ποιητών και πάλιν τας φωνάς: «Πώς τον καιρό σου, μ' έλεγαν, εδώ αδίκως χάνεις; τι κάθεσαι, ταλαίπωρε, κι' αέρα κοπανάς; συ εγεννήθης ποιητής, για έμπορος δεν κάνεις.
Και άλλοι πάλιν έλεγαν ότι ήτον εκ βασιλικού αίματος, αναφέροντας εις μαρτυρίαν ότι την ιδίαν ημέραν οπού έφερεν ο πονηρός Σατάν το κόριον εκείνο εις τον πιστόν του δούλον και θεράποντα Γεμιστόν, η νύμφη του βασιλέως Ιωάννου Ευδοκία είχε τέκει βρέφος θηλυκόν, οπού έγεινεν άφαντον ευθύς άμα εγεννήθη, και όσας ερεύνας και αν έκαμαν οι οφφικιάλοι και οι δορυφόροι του βασιλέως, εστάθη αδύνατον να ευρεθή.
Και τούτο εκίνει τον φθόνον των άλλων γραιών, αίτινες εις την γωνίαν της εκκλησίας κρίνουσαι περί πάντων ορατών και αοράτων, γνωστών και αγνώστων, δεν άφιναν και τούτο απαρατήρητον κ' έλεγαν προστατευτικώς τάχα: — Δεν κυττάζ' τες θυγατέρες της που είναι για παντρειά, μόνον μ' θέλει καινούργια μανδήλα! Και δεν ήτο καινουργής της πτωχής!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν