Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Ιουλίου 2025


Εισήλθον εις τον περίβολον διά να ίδη η χήρα τον τάφον, και δείξη τούτον, ως αξιοπερίεργόν τι, εις την μικράν Ανεψιάν της. — Να, Αφέντρα μου, κύτταξε πού θα με βάλουν! Η κόρη εκύτταξε με άκακον περιέργειαν και αφοβίαν. — Τι ώμορφο ταφάκι, που θάχης, θεια, είπε· μικρούτσικο . . . — Μου πήραν μέτρο, είπεν η γραία, μα δεν ξέρω, αν θα μούρχεται ίσα-ίσα.

Εις τα ώτα της Λιγείας και της Ακτής έφθασαν αι κραυγαί του παιδίου, το οποίον ήρχισε να κλαίη. Οι οφθαλμοί της Λιγείας ήσαν πλήρεις δακρύων. Έλαβε την Ακτήν από της χειρός. — Ας επιστρέψωμεν, είπε. Δεν πρέπει να ελπίζη τις ειμή μόνον απ' εκεί, οπόθεν δύναται να προέλθη η βοήθεια. Εισήλθον εις τον πρόδομον, τον οποίον δεν εγκατέλειψαν πλέον. Ανήσυχοι έτεινον το ους εις τον κρότον των βημάτων.

Οι δε Σκύθαι εις μεν τους Αγαθύρσους απαγορεύσαντας δεν εισήλθον, αλλ' εξελθόντες εκ της χώρας των Νευρών έσυραν τους Πέρσας εις την ιδικήν των χώραν.

Όταν υπερέβησαν τον Κίρκον, ετράπησαν προς τα αριστερά και πάλιν και εισήλθον εις στενήν πάροδον, όπου το σκότος ήτο ψηλαφητόν. Αλλ' εις το σκότος εκείνο ο Βινίκιος διέκρινε σμήνος φαναριών σπινθηροβολούντων. — Ιδού αυτοί! είπεν ο Χίλων. — Αλήθεια! Ακούω να ψάλλουν, είπεν ο Βινίκιος. Τω όντι, ήχοι ψαλμωδίας ανεδίδοντο εκ σκοτεινής τίνος χαράδρας και τα φανάρια εξηφανίζοντο το έν μετά το άλλο.

Εισήλθον εις την πόλιν μας εν καιρώ ειρήνης και εις ημέραν εορτής, δικαίως λοιπόν τους ετιμωρήσαμεν σύμφωνα με τον κοινώς ανεγνωρισμένον νόμον, όστις καθιεροί το δικαίωμα να απωθή τις τον επερχόμενον πολέμιον, και δεν είναι δίκαιον να μας τιμωρήσετε σήμερον χάριν αυτών.

Εκ της άλλης συντροφείας, ο Μανώλης και δύο άλλοι ανέβησαν εις την οικίαν του Ζυγαράκια, έχοντος τέσσαρας υιούς και ημίσειαν δωδεκάδα ανεψιών, όλους ψηφοφόρους, δύο δε και εκ της συνοδείας ταύτης έμειναν έξω της θύρας βιγλίζοντες. Δεύτερον ανέβησαν οι περί τον Λάμπρον εις την οικίαν του ζευγηλάτου Στροφλιώτου, οι δε περί τον Μανώλην εισήλθον εις την καλύβην του Μαλλιοδήμου του αιγοβοσκού.

Ευχαριστούμεθα εις τούτο». Ταύτα είπεν ο Αρχίδαμος, οι δε πρέσβεις των Πλαταιών ακούσαντες τους λόγους τούτους εισήλθον εις την πόλιν και ανακοινώσαντες τα ρηθέντα εις το πλήθος απεκρίθησαν εις αυτόν ότι είναι αδύνατον να δεχθούν τας προτάσεις ταύτας άνευ της συγκαταθέσεως των Αθηναίων, καθότι αι γυναίκες και τα τέκνα των ήσαν εις τας Αθήνας· ότι εφοβούντο και διά την πόλιν των μήπως αποχωρησάντων των Πελοποννησίων έλθουν οι Αθηναίοι και δεν τοις επιτρέψουν πλέον να μείνουν εις αυτήν· καθώς επίσης μήπως οι Θηβαίοι, δυνάμει της συνθήκης εκείνης του να δέχωνται αμφότερα τα εμπόλεμα μέρη, αποπειραθούν να καταλάβουν πάλιν την πόλιν των.

Μετά μικρόν εισήλθον εις την αίθουσαν των ξένων πάντες οι μοναχοί με τα πρόσωπα αυτών τα ωχρά και τα βλέμματα τα απλανή πλην περίεργα και τους πώγωνας τους μακρούς. Ο αρχηγός εξήγαγεν ήδη ογκώδη φάκελλον, ον προσεπάθει ν' ανοίξη, οι δε μοναχοί προσήγγιζον εν κύκλω διά ν' ακούσωσιν. Ήτο εκεί ο κηπουρός με τον μικρόν σκαλιστήρα, διακόψας την εργασίαν του.

Εισήλθον εις τον περίβολον του ναού και εξεφόρτωσαν το ονάριον. Αι γυναίκες ροδοκόκκινοι, εξαναμέναι εκ της οδοιπορίας, αεννάως κελαδούσαι και καγχάζουσαι, ετίναξαν τα ουδόλως κορνιακτισμένα κράσπεδά των, και εφόρεσαν επί του κοντού φουστανίου της οδοιπορίας τας μακράς και πολυπτύχους εσθήτας.

Ταύτα μηνύσαντες οι Αγάθυρσοι έδραμον ένοπλοι εις τα μεθόρια, απόφασιν έχοντες να αποκρούσωσι την εισβολήν, ενώ οι Μελάγχλαινοι, οι Ανδροφάγοι και οι Νευροί, άμα οι Πέρσαι καταδιώκοντες τους Σκύθας εισήλθον εις τα μέρη των, λησμονήσαντες τας προηγουμένας απειλάς, έφυγον τεταραγμένοι εις την έρημον προς βοράν.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν