United States or South Africa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επαινώ την συνήθειαν ταύτην, επαινώ δε ομοίως και την εξής· δι' έν μόνον πταίσμα, ουδ' αυτός ο βασιλεύς δύναται να καταδικάση τινά εις θάνατον· δι' έν μόνον πταίσμα ουδείς των Περσών δύναται να επιβάλη αυστηράν τιμωρίαν είς τινα των δούλων του.

Αλλά τόρα ως προς τα κτήματα, ποία είναι η αρμονικωτέρα περιουσία που πρέπει να έχη κανείς; Και λοιπόν ως προς τα περισσότερα ούτε να εννοήσωμεν είναι δύσκολον, ούτε να αποκτήσωμεν. Το ζήτημα όμως των δούλων είναι εντελώς δύσκολον. Την δε αιτίαν αυτού κάπως ορθώς, αλλά και κάπως όχι ορθώς την λέγομεν συνήθως.

Υπήρξε κάποιος όχι προ πολλού καιρού εις την Ασίαν, πλούσιος άνθρωπος, ο οποίος έπαθε το δυστύχημα να του αποκοπούν και οι δύο πόδες διότι επάγωσαν, υποθέτω, όταν ποτέ του συνέβη να οδοιπορήση εις τα χιόνια. Αυτός λοιπόν, αφού του συνέβη το δυστύχημα τούτο, διά να διορθώση κάπως την δυστυχίαν του, κατεσκεύασε ξυλίνους πόδας και με αυτούς εβάδιζεν, υποστηριζόμενος συγχρόνως υπό των δούλων του.

Λόγου χάριν η πώλησις, η αγορά, ο δανεισμός, η εγγύησις, η χρησιμοποίησις, η παρακαταθήκη, η μίσθωσις — , λέγονται δε εκούσιαι, διότι η αρχή αυτών των συναλλαγών είναι εκουσία — . Από δε τας ακουσίας άλλαι μεν είναι λαθρεμπορικαί, καθώς λόγου χάριν η κλοπή, η μοιχεία, η δηλητηρίασις, η προαγωγεία, το ξελόγιασμα των δούλων, η δολοφονία, η ψευδομαρτυρία, άλλαι δε είναι βίαιαι, καθώς η κακοποίησις, τα δεσμά, ο θάνατος, η αρπαγή, η κολόβωσις, η συκοφαντία, η προσβολή.

Απάντησ' ο χοιροβοσκός, ο άρχος των ανθρώπων• «Ξένε, τούτ' όλα θα σου ειπώ• ακόμ' είν' ο Λαέρτης εις την ζωήν, αλλ' εύχεται παντοτινάτον Δίατο σπίτι αυτού να εσβύνονταν η άχαρη ζωή του. για τον ξενιτεμμένον του υιόν βαρυστενάζει, 355 για την χρηστήν του σύντροφο, και ο θάνατος εκείνης εξόχως τον ελύπησε, κ' εγέρασε προ ώρας• άπ' το μαράζι εσβύσθηκε του ποθητού παιδιού της κείνη με θάνατον φρικτόν, 'που όμοιον να μη λάβη κανείς εγκάτοικος εδώ καλόπρακτός μου φίλος. 360 και όσον εκείνη εσώζονταν, μ' όσην και αν είχε θλίψι, μ' άρεγε ακόμη να ερευνώ, και να ζητώ να μάθω• τι μ' είχεν αναστήσει αυτή μαζή με την ωραία κόρη της υστερόγενη πλατύπεπλη Κτιμένη. ομού μ' αυτήν μ' ανάτρεφε, κ' ίσια σχεδόν μ' ετίμα. 365 και ότε και οι δύο φθάσαμετην ποθητή νεότη, κείνηντην Σάμην έδωκαν, κ' έλαβαν μύρια δώρα. εμέ κατόπιν ένδυσε χλαμύδα και χιτώνα, πολύ λαμπρά φορέματα, κ' επόδεσέ μ' εκείνη, καιτον αγρό μ' απόστειλε, και πάντοτε μ' αγάπα. 370 κείνα μου λείπουν τώρ', αλλά το έργο αυτό 'που κάμνω, μου το ευλογούν οι αθάνατοι, ως βλέπεις, και από τούτα έφαγα κ' έπια, κ' έδωσα των σεβαστών ανθρώπων. και απ' την κυρία τι γλυκόν, λόγον είτ' έργο, πλέον δεν βλέπουμεν, αφού 'πεσετο σπίτ' η δυστυχία, 375 οι αυθάδεις άνδρες• και πολλήν έχουν οι δούλοι ανάγκη, με την κυρία να ομιλούν, τα πράγματα να μάθουν, να φαν, να πιουν, μετέπειτα να παίρνουντον αγρό τους και απ' αυτά, 'που την ψυχή των δούλων θεραπεύουν».

ΛΥΚ. Ενώ συ νομίζεις ότι λέγω υπερβολάς, εγώ φοβούμαι ότι αν την ίδης θα σου φανούν κατώτεροι αυτής οι έπαινοί μου• τόσον ωραιοτέρα θα σου φανή. Αλλά ποία είνε δεν γνωρίζω• το μόνον το οποίον δύναμαι να σου είπω είνε ότι είχε μεγάλην ακολουθίαν δούλων, ευνούχων και θεραπαινίδων και εν γένει εφαίνετο ότι ανήκεν εις τάξιν ανωτέραν. ΠΟΛ. Ουδέ τ' όνομά της γνωρίζεις; Δεν ηρώτησες πώς ονομάζεται;

Εκ των χιλιάδων εκείνων των σφαγέντων εντός της λίμνης, εκ των χιλιάδων και μυριάδων των σφαγέντων ανά την χώραν, εκ των χιλιάδων των σταλέντων να βοηθήσωσι τον Νέρωνα εις την διόρυξιν του Ισθμού του Άθω, εκ των μυριάδων των εξανδραποδισθέντων και ως δούλων πραθέντων, πόσοι άρα ήσαν οίτινες να ενθυμήθησαν τότε Εκείνον ον απώθησαν, και ν' ανεπόλησαν ότι το τέλος των χαριτοβρύτων λόγων όσα εξήλθον εκ του στόματός Του ήτο εκείνο το ο υ α ί, το οποίον η σκληροτραχηλία των προυκάλεσε!

Αυτός όπου εφονεύθη ήτο ένας από τους μισθωτούς μας ανθρώπους, και όταν εκαλλιεργούσαμεν τα κτήματά μας εις την Νάξον, τον είχαμεν εκεί μεταξύ των άλλων δούλων μας και ειργάζετο με το ημερομίσθιον. Μίαν ημέραν λοιπόν, αφού έπιε πολύ και εμέθυσεν, επιάσθη με έναν από τους δούλους μας και επάνω εις την μανιώδη οργήν του τον έσφαξεν.

Κυρίως όμως ειπείν, εδώ ταπείνωσις δεν υπήρξε, πρώτον διότι, τοιούτου είδους ταπεινώσεις θα έστεργον και οι πλέον υπερήφανοι χαρακτήρες και δεύτερον, το και σπουδαιότερον διά τον ήρωά μου, διότι το πλάσμα, προ του οποίου εταπεινώθη, αφού απέβαλε, κατά καιρούς, δωδεκάδα τουλάχιστον νεανιών γυναικομόρφων, δούλων των θελγήτρων του, παρέδωκεν ανεπιφυλάκτως καρδίαν και χείρα εις αυτόν, τον έχοντα ανδρικάολίγον τραχέα μάλιστα, χαρακτηριστικά και ανδρικόν το βήμα.

Ο πτωχός αστυνομικός κλητήρ, γηραιός πολεμιστής του εικοσιένα, δεν ενόει άλλον πόλεμον παρά τον προς απελευθέρωσιν των δούλων αδελφών, δεν ενόει να καθαρίζη όπλα παρά προς πόλεμον κατά του εχθρού. — Μ' αυτή τη σκουργιά θα γείνη το ρωμαίικο; Παρετήρησαν οι δύο αγροφύλακες, μάλλον από νωθρότητα ή από φιλοτιμίαν. — Με ό,τι έχουμε, και ό,τι δεν έχουμε, επανέλαβεν ο κλητήρ.