United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήξευρεν επίσης ότι δεν εννοούσε να κάμη γάμον εκ συμφέροντος, διότι πολλάκις είχαν συζητήση επ' αυτού του αντικειμένου. Εσχάτως όμως ο Καραγιάννης εδείκνυε ανυπομονησίας σημεία, εννόησε δε από μερικάς φράσεις του, ότι τον εβάρυνε πλέον αυτή του η θέσιςΤι ευχή! έως πότε θα περιμένη ένας; όσο για την αδελφή, είμαι εις θέσι να φροντίσω.

Υπό το φως του φανού είδεν αμέσως ότι τα πράγματα έβαινον κατ' ευχήν. Εφαίνετο άλλος άνθρωπος ο Κ. Πλατέας. — Τα ετελείωσες; ηρώτησε μετ' ανυπομονησίας. — Δεν είναι διόλου άσχημη, απήντησεν ο καθηγητής, μετ' εμφάσεως μη προκαλουμένης εκ της ερωτήσεως του φίλου του. Όταν ομιλή, η φωνή της είναι μουσική, η έκφρασίς της γλυκυτάτη! Το δε χεράκι της... Ω, το χεράκι της είναι εντέλεια!

Αλλ' επί μακρά έτη ουδέν βιβλίον είχεν αναγνώσει, και ελησμόνησε τα στοιχειώδη εκείνα μαθήματα. Τη ήλθε προς στιγμήν η ιδέα να ερωτήση τον Τρέκλαν αν είξευρεν ανάγνωσιν και να διαβιβάση διά του αυτού μέσου το γράμμα προς αυτόν, όπως τη το αναγνώση. Αλλ' απετράπη το μεν ένεκα της ανυπομονησίας του Τρέκλα όπως απέλθη, το δε εκ της επιθυμίας ην είχε ναναγνώση μόνη της την επιστολήν.

Και όμως έφθασεν ακμαιότατος εις ηλικίαν 97 ετών και, αν δεν κατελαμβάνετο εξ ανυπομονησίας, ίσως θα έφθανε τα 120, ίσως και τα 150. Το δύσκολο ν είνε να φθάση τις εις τα 100, όπως και να υπερβή την ήβην διότι έχει και ο βίος, όπως και οι ωκεανοί, τας επικινδύνους διαβάσεις του, μετά την υπέρβασιν των οποίων η ζωή επί μακρόν εξασφαλίζεται.

Και στρέψας την ράχην, απήλθε χωλαίνων να πίη τέλος τον καφέν του, αφού είχε καταφάγει ήδη εξ ανυπομονησίας το ξάκρισμα, και θα ηναγκάζετο ίσως να βάλη χείρα εις το ήμισυ της προσφοράς, το προωρισμένον διά την συμβίαν.

Εκτός του παιδός, ουδείς εφαίνετο εν τη αυλή. Εισήλθον εις το πλακόστρωτον και πως δροσερόν κατώγειον — κ' εδώ ούτε ψυχή. Εκάλεσα μετά τινος ανυπομονησίας την μητέρα μου, τον αδελφόν μου, ουδείς απεκρίθη. Η μικρά προς τον κήπον θύρα εις το βάθος του κατωγείου ήτο, παρά το σύνηθες, ολίγον ανοικτή.

Όταν δε η Ζερβούδαινα έμαθεν ότι έπαυσεν η καταδίωξις του Μανώλη και ότι εκείνας τας ημέρας επεριμένετο, κατελήφθη υπό τοιαύτης ανυπομονησίας, ώστε δεν ηδύνατο να εύρη στιγμής ησυχίαν. Εκάθητο, εσηκώνετο, παρετήρει από το παράθυρον, έτρεχεν εις την θύραν, οσάκις ήκουεν ανδρικά βήματα η φωνήν ομοιάζουσαν προς την φωνήν του Μανώλη, εξήρχετο, επέστρεφε και πάλιν μετ' ολίγον έτρεχεν έξω.

Τις δύναται να αντισταθή εις σε, ω δέσποτα; Όσον αφορά εμέ, διά το βαλάντιον τούτο αφ' ενός και χωριστά διά την τιμήν, την οποίαν θα έχω εις την συναναστροφήν σου, θα σε ακολουθήσω. Ο Βινίκιος τον διέκοψε μετ' ανυπομονησίας και τον εξήτασε διά μακρών περί της συνομιλίας του με τον Ούρσον.

Ο αρχηγός, στραφείς προς τον ιππότην, είπεν·Ετοίμασε τους ανθρώπους σου. Ιππεύσατε και υπάγετε με τον καλόν τούτον άνθρωπον, όπου σας οδηγήση. — Ορισμός σας, αρχηγέ, απήντησεν ευπειθώς ο ιππότης. Και στραφείς απήλθεν, ακολουθούμενος υπό του βοσκού. Τρεις ημέραι παρήλθον. Κατειχόμην υπό μεγίστης ανυπομονησίας, όπως μάθω το αποτέλεσμα της εκστρατείας ταύτης.

Υπάρχουσι μεν και παρ' ημίν αραιά τινα, πού και πού παρατηρούμενα κρούσματα χρηματιστικής ανυπομονησίας, ολίγα εκ πλειόνων περισωθέντα, μετά το προ διετίας μέγα θ α ν α τ ι κ ό ν· αλλά δεν είνε, ως λέγουσιν οι ιατροί, περιπτώσεις άξιαι της κλινικής νοσολόγου, ουδ' έχουσι σημασίαν καθιστώσαν επίφοβον την εις επιδημίαν τροπήν του νοσήματος.