United States or Peru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το να φθάση τις εις την τελειότητα, να προτιμά άλλον από τον εαυτόν του . . . είνε ως να αποφασίση να μη ζήση εις τον κόσμον αυτόν. Ψηλώνει ο νους του άνθρωπου να το συλλογίζεται. Του έρχεται να πάρη τα όρητα βουνά. Αλλά μη αυτό ήτο τάχα το μεγαλείτερον κακόν, το οποίον εξ ανάγκης συμβαίνον κάποτε, επέφερεν αδιάλλακτον έχθραν μεταξύ δύο οικογενειών; Υπήρχον και άλλα χειρότερα.

Και οι σημερινοί αγώνες δεν είνε πλέον αγώνες μεταξύ ανθρώπων ή μεταξύ ανθρώπων και θηρίων, αλλά πάλη μεταξύ του ανθρώπου και των φυσικών νόμων, δηλαδή σύγκρουσις του αυγού και της πέτρας. Αγώνες τοιούτοι δεν έχουν κανένα σκοπόν, δεν έχουν προ πάντων τον κύριον σκοπόν τον οποίον είχαν οι αγώνες εις την Ελληνικήν αρχαιότητα.

Φίλτατε Γουλιέλμε, πολλά εσκέφθην περί της επιθυμίας του ανθρώπου, να επεκτείνεται, να κάμνη νέας ανακαλύψεις, να περιπλανάται· και έπειτα πάλιν περί της εξωτερικής τάσεως, εκουσίως να περιορίζεται, να φέρεται εις την τροχιάν της συνηθείας, και να μη φροντίζη μήτε διά τα δεξιόθεν, μήτε διά τα αριστερόθεν.

Αν χωριστή, μετέωρος Επί την δέλφιον πέτραν Αστράψη η λύρα, καύχημα Άγγλων και χαρμοσύνη Αγηνορίδων· Ημείς όμως χηρεύομεν. Τας θλίψεις θεραπεύει, Και άγει ο θρήνος εις άμιλλαν Αρετής την φιλόδοξον Σποράν του ανθρώπου. Στροφή Α Ερατεινή, γλυκεία Θυγάτηρ Υπερίονος, Πόσον, ω χρυσοβλέφαρος, Πόσον δεκτή και νόστιμη Φέγγεις ω ημέρα.

Και πώς; Και τάχα τα λόγια ενός ανθρώπου, ο οποίος λέγει ότι τα γνωρίζει όλα και ημπορεί να τα διδάξη και εις άλλον φθηνά και εις ολίγον διάστημα, δεν πρέπει να τα θεωρήσωμεν ως παιγνιδάκια; Θεαίτητος. Βεβαιότατα. Ξένος. Από τα παιγνίδια όμως έχεις να μου ειπής άλλο είδος καλλιτεχνικώτερον και διασκεδαστικώτερον παρά το μιμητικόν; Θεαίτητος. Διόλου μάλιστα.

Υπολείπεται δε να εξετάσωμεν ακόμη περί νεότητος και γήρατος και περί ζωής και θανάτου, και όταν ταύτα πραγματευθώμεν, θα λάβη τέλος η περί των ζώων μελέτη ημών. &Γενικά περί της ζωής. Οργανισμός ζώων και ανθρώπου. Αναφοραί και διαφοραί ζώων και φυτών. Το έμπροσθεν και όπισθεν των ζώων. Το άνω και το κάτω ζώων και φυτών.&

Στο τέλος στη φυσική του σειρά το γούστο αυτό θα γίνη κριτικό και συνειδητό, αλλά στην αρχή θα υπάρχη απλώς σαν καλλιεργημένο ένστικτο· και «όποιος έλαβε την αληθινή τούτη τη μόρφωση του εσωτερικού ανθρώπου, με καθαρό και σίγουρο μάτι θ' αντιληφθή τις παραλείψεις και τα σφάλματα στην Τέχνη ή στη Φύση και μ' ένα γούστο, που δεν μπορεί να γελιέται, ενώ επαινεί ό,τι είναι καλό και βρίσκει ευχαρίστηση σ' αυτό και το δέχεται μες στην ψυχή του και γίνετ' έτσι καλός κ' ευγενικός, θα κατηγορή δίκαια και θα μισή το κακό τώρα στις ημέρες της νειότης του και προτού ακόμα να μπορή να ξέρη το γιατί». Έτσι, όταν αργότερα αναπτυχθή μέσα του το κριτικό και αυτοσυνείδητο πνεύμα, «θα το αναγνωρίση και θα το χαιρετίση σαν ένα φίλο, στον οποίον η μόρφωσή του προ πολλού τον είχε γνωρίσει». Είναι σχεδόν περιττό να σου το πω, Ερνέστε, πόσο εμείς στην Αγγλία μείναμε μακριά απ' αυτό το ιδανικό, και φαντάζομαι το χαμόγελο που θα φώτιζε το γυαλιστερό πρόσωπο του Φιλισταίου, αν τολμούσε κανένας να του υποβάλη ότι ο αληθινός σκοπός της αγωγής είναι η αγάπη του ωραίου και ότι τα μέσα, με τα οποία έπρεπε να εργάζεται η αγωγή, είναι η ανάπτυξη της ιδιοσυγκρασίας, η καλλιέργεια του γούστου και η δημιουργία του κριτικού πνεύματος.

Αν πράγματι εισήγαγον τους αιτούντας ενώπιόν Του δεν δυνάμεθα να είπωμεν, αλλ' Αυτός ήρχισε να λέγη, «Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου». Και η απάντησίς Του ήτο ότι, «Εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει· εάν δε αποθάνη, πολύν καρπόν φέρει». Ούτω και η οδός η προς την δόξαν Του ήτο διά της ταπεινώσεως και του θανάτου, και όσοι ήθελον να Τον ακολουθήσωσιν, ώφειλον να είνε παρεσκευασμένοι εν παντί καιρώ, όπως μέχρι θανάτου Τον ακολουθήσωσι.

Παν αληθές κάλλος είνε «το μυστήριον της θεότητος», και συνείδησις τόσον ακηλίδωτος, πνεύμα τόσον αρμονικόν, ζωή τόσον αγνώς ευγενής, δεν ηδύναντο παρά ν' αντανακλώνται εις τους τρόπους και εις το πρόσωπον του Υιού του Ανθρώπου.

Εξ ενός μέρους ο Νέρων, η Σύγκλητος, ο λαός, οι λεγεώνες σφίγγοντες διά σιδηρού κλοιού τον κόσμον ολόκληρον, αναριθμήτους πόλεις, αναριθμήτους εκτάσεις γης, — μία δύναμις, ομοίαν της οποίας ουδέποτε είχεν ιδεί οφθαλμός ανθρώπου, — και αφ' ετέρου, αυτός, τόσον κυρτωμένος εκ της ηλικίας και του έργου του, ώστε αι τρέμουσαι χείρες του μόλις ηδύναντο να σηκώσουν την οδοιπορικήν ράβδον του.