Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Ιουνίου 2025


Θα είχον την δύναμιν να αναπνέωσιν. Ίνα εισπνεύσωσι τον εξωτερικόν αέρα. Τα αναφερόμενα εις τους ανθρώπους και τα ζώα τα έχοντα πνεύμονα. Ως οι άνθρωποι και τα άλλα ζώα. * Αναπνοή και θερμότης.& Ουδόλως είπεν όμως, ότι η φύσις εποίησε την αναπνοήν προς τον σκοπόν τούτον. Εν γένει δε και ούτος, όπως και οι άλλοι φυσικοί, ουδόλως θίγει την τελικήν αιτίαν. 2.

Η φύσις είς τινα ζωα μεταχειρίζεται ως πάρεργόν τι την διά των μυκτήρων αναπνοήν χάριν της οσφρήσεως. Διά τούτο πάντα σχεδόν τα ζώα έχουσιν όσφρησιν, αλλά δεν έχουσι το αυτό αισθητήριον προς τον σκοπόν τούτον. Περί αυτού ωμιλήσαμεν αλλαχού σαφέστερον. 4.

Αληθώς, όταν πολύ θερμαινώμεθα, αναπνέομεν πολλάκις, διότι χάριν αναψύξεως αναπνέομεν εις καιρόν καθ' ον ούτω , ως λέγεται, προσθέτομεν πυρ εις το πυρ . * Όρα «περί Ψυχής•» Βιβλ. Α. Κεφ. 1. Ή της τοπικής εν γένει κινήσεως, ή μάλλον της μερικής, ήτις αποτελεί την αναπνοήν. Και όμως αμφότερα τούτα είναι πραγματικά και προέρχονται εκ της ελαστικότητος του αέρος.

Τον ηύρα εξηπλωμένον κατά γης εις την κάππαν του επάνω, Ήτο ήσυχος, αλλ' ωχρός και φοβισμένος. Μου είπεν ότι δεν ημπορεί να πάρη την αναπνοήν του, ότι του έρχεται κάποτε ωσάν πνίξιμον εις τον λαιμόν, ότι στενοχωρείται υπερβολικά. Του έδωκα ολίγον γάλα και τον παρεκίνησα να το πίη. Ανεσηκώθη, επήρε το αγγείον από τας χείρας μου και ητοιμάσθη να το γευθή.

Μετέχουσα δε των δύο τούτων αισθημάτων και αδημονεί διά τον παράδοξον χαρακτήρα του πάθους, και μη δυναμένη να το εξηγήση λυσσά και πλήρης μανίας δεν δύναται να ησυχάση όπου διαμένει ούτε την νύκτα ούτε εν καιρώ ημέρας, αλλά τρέχει με πόθον όπου ήθελε νομίσει ότι θα ίδη τον έχοντα κάλλος· άμα δε τον ίδη και μεταφέρη ως δι' οχετού εντός της ίμερον, ανοίγει μεν τους τότε συμπεφραγμένους πόρους, λαβούσα δε αναπνοήν παύει από του να κεντάται και να υποφέρη, και καρπούται πάλιν κατά τας στιγμάς ταύτας την γλυκυτάτην αυτήν ηδονήν.

Σου σημειόνω μόνον εν παρόδω, ότι οσάκις οι Αθηναίοι δεν ομιλούν περί πολιτικών, ασχολούνται σπογγίζοντες τον ιδρώτα όστις περιρρέει τα πρόσωπά των, ροφώντες, ουχί ευχαρίστως εννοείται, τον κονιορτόν, όστις, κατά το βαθύ λόγιον της πρώην δημοτικής αρχής, θα μείνη εν Αθήναις εφ' όσον θα μείνη και η ομίχλη εν Λονδίνω, παγωτοφαγούντες και γλωσσωλγούντες το εσπέρας εν τω Σολωνείω, και μη κατορθόνοντες πολλάκις μ' όλην αυτών την παταγώδη και ασθματικήν αναπνοήν να δροσίσωσιν ολίγον τον αέρα, όστις την παρελθούσαν εβδομάδα ήτο αληθώς πνιγηρός.

Η πίεσις της λύπης και η αγωνία του προσεγγίζοντος θανάτου δυσκολεύουσι την αναπνοήν του και τω φέρουσι στενοχωρίαν και αισθάνεται ότι τον πνίγουσι τα φορέματα αυτού. 60. «Το αίσθημα, όπερ προ πάντων εξεγείρει εν ημίν η τραγωδία αύτη, είναι το έλεος.

Εάν όμως πρέπη να θεωρώμεν ότι είναι αληθή τα πρότερον λεχθέντα, δηλ. ότι δεν αναπνέουσι πάντα τα ζώα , δεν πρέπει να υπολάβωμεν ότι η αιτία, την οποίαν αναφέρει ο Δημόκριτος, εξηγεί τον θάνατον εν γένει, αλλά μόνον τον θάνατον των ζώων, τα οποία έχουσιν αναπνοήν. Αλλά και περί τούτων πάλιν ουχί ορθώς. 7. Φανερόν δ' είναι τούτο εκ των γεγονότων και μάλιστα εκείνων, των οποίων πείραν έχομεν όλοι.

Σταματώσιν όμως, οσάκις συναντήσωσιν ομοφύλους και γνωρίμους, αδιαφορούσαι προς την κρυεράν αναπνοήν της Πάρνηθος, ήτις κυματίζει τας εσθήτας των, και προδίδει τους μικρούς καμπύλους των πόδας, και βάπτει ιανθίνους τας δροσεράς των παρειάς.

ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ωχ! άφησέ με μιαν στιγμήν και είμαι κουρασμένη. Τι δρόμον που τον έκαμα! Πονούν τα κόκκαλά μου. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ας είχα ‘γώ τα νέα σου και συ τα κόκκαλά μου! ‘Πέ μου να ζήσης, ω γλυκειά, γλυκειά μου παραμάνα. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Τι βία! Μέγας ο Θεός! υπομονήν δεν έχεις; Δεν βλέπεις; Ελαχάνιασα κι’ αναπνοήν δεν έχω.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν