Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Και μετ' ολίγας ημέρας επέπρωτο ο γέρων ούτος ναυτικός, όστις την πρωίαν εκείνην — τις οίδε; — με την πένθιμον εκείνην ευθυμίαν του άλλην πρόθεσιν ίσως δεν είχεν, ειμή να υποδείξη το μάταιον και το συνθηματικόν και το αγοραίον πάσης ανθρωπίνης συνηθείας, ως και αυτής της νεκρωσίμου πομπής· ο γέρων ούτος, όστις δεν ήτο ειμαρμένον ν' αξιωθή ούτε της εσχάτης παραμυθίας, ούτε της κηδεύσεως, έμελλε να ίδη όλην την φοβεράν, την δαιμονιώδη πομπήν, όλων των στοιχείων τ' ουρανού, των ανέμων, των κυμάτων την φρικώδη συνοδείαν ορχουμένην μανιωδώς περί την γηραιάν κεφαλήν του, γύρω εις την λευκήν ακτένιστον κόμην του· κ' έμελλεν εν τριγμώ αλύσεων και τροχαλιών και αρμένων να καταποντισθή εις το κύμα «άψαλτος, ασαβάνωτος, αμοιρολόγητος».
Τα έτη αυτής μετρούμενα εις τα δάκτυλά μου ευρίσκοντο δεκαεπτά αντί δεκατεσσάρων· λογική και αριθμητική συνεμάχουν μάλλον με τα ώτα παρά με τους οφθαλμούς· και ο γέλως, ο αργυρόηχος αυτής γέλως, εν τω μέσω του θορύβου των κυμάτων, του κρότου των αλύσεων, του συριγμού των κελευστών, των κραυγών και οιμωγών των επιβατών, ο ουράνιος αυτής γέλως εφέρετο ως πνεύμα Θεού επί των υδάτων, καταπραΰνων τ' ανυπότακτα στοιχεία, και ηδύνων τον ύπνον της πασχούσης κεφαλής μου.
Εις την μίαν δε άκραν εκρέμασαν δι' αλύσεων λέβητα· έν δε ακροφύσιον σιδηρούν, όπου έκλινε προς τον λέβητα, εκρέματο από της κεραίας, της οποίας το πλείστον μέρος ήτον επίσης ενουμένον με σίδηρον.
Τέλος, μετά μακράς ώρας, μέγας άνεμος τυφών μανιωδώς εφύσησεν. Εσίγησεν ο μονότονος ροίβδος της βροχής, ο βαθύς ρόχθος των κυμάτων αντήχει τώρα από τον λιμένα, και ο φρενιαστικός συριγμός των τροχαλιών, και η βάναυσος κλαγγή των αλύσεων, τας οποίας εξέσυρε κ' έπαιζεν η τρικυμία.
Τότε και η άγκυρα του πλοίου, ανασυρομένη εν δαιμονίω κρότω στροφίγγων, αλύσεων και μοχλών προς απόπλουν, εκάλυψε τους περιπαθείς λυγμούς της αφάτου χαράς των αναγνωρισθέντων συζύγων.
Αλλ' επανέπεσε πάλιν και ο κρότος των αλύσεων αντήχησε πενθίμως εν τω δωματίω και η απήχησις έπληξε την καρδίαν της Μάρως, ως να έπεσαν επ' αυτής. . . — Γιάννο, δεμένος είσαι; είπεν η Μάρω θλιβερά. — Ναι, απήντησεν ούτος, προσηλών το βλέμμα εις την οροφήν, οπόθεν ήρχετο η φωνή. — Γιατί; ποιος σ'έδεσε; — Η μάνα μας. — Η μάνα μας!. . . και γιατί;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν