Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Φθάνοντας και εμπαίνοντας μέσα, ηύρε ένα Γέροντα, οπού εδείπναγε με την πολυάριθμην φαμηλιά του, και οπού ό,τι τον ίδε, καλώς ώρισες ξένε, του είπε. δεν ήρθες σε μέρος, οπού να μη γνωρίζουν φιλοξενίαν και λέγοντας, τον έκαμε τόπον να καθήση συμμά του.
Και επάνω εις τον γειτονικόν του Γκρίντελβαλντ παγώνα ευρέθη· αυτό όμως είναι λυπηρά ιστορία· εκεί ηύρε η μητέρα του τον θάνατον, εκεί έγινεν άφαντος η παιδική του Ρούντυ χαρά, το έλεγε ο παππούς. «Όταν το παιδί δεν ήτο ακόμη ενός έτους περισσότερον &εγέλα παρά έκλαιε»&, είχε γράψει η μητέρα του 'ς τον παππού.
Προσέθεσε: «Φίλε, πήγαινε να βρης τον Τριστάνο στο μεγάλο παραμελημένο δρόμο που πάει από το Τινταγκέλ στο Σαιν-Λουμπέν. Να του πης πώς δεν τον χαιρετώ, και μη τολμήση να με πλησιάση γιατί θα βάλω τους υπηρέτες και τους βαλέδες να τον πετάξουν όξω». Ο Περινίς έψαξε και ηύρε τον Τριστάνο και τον Καερδέν· τους είπε το μήνυμα της Βασίλισσας.
Ήταν ωραίος ιππότης, αλαζονικός και υπερήφανος, μιλούσε ευχάριστα, αλλά η αξία του ήτανε μεγαλύτερη μέσα στα δωμάτια των γυναικών παρά στη μάχη. Ηύρε την Ιζόλδη να τραγουδάη, και της είπε γελαστά: «Αρχόντισσα, τι θλιβερό τραγούδι, θλιβερό σαν του νεκροπουλιού.
ΒΑΓΚΟΣ Δος το σπαθί μου γρήγορα! — Εκεί ποιος είναι! ΜΑΚΒΕΘ Φίλος! ΒΑΓΚΟΣ Ακόμη δεν επλάγιασες; Ο βασιλεύς κοιμάται. Ήτο 'ς το άκρον εύθυμος και ευχαριστημένος. εφιλοδώρησ' άφθονα τους δούλους σου, και τούτο το δακτυλίδι μ' έδωκε διά την σύζυγόν σου, κι' απεκοιμήθηκ' ήσυχος. ΜΑΚΒΕΘ Μας ηύρε ανετοίμους την δε καλήν μας θέλησιν εδέσμευαν ελλείψεις, δεν μας ήτο δυνατόν να γείνουν όσα πρέπει.
Καθένας ήτο βέβαιος πως ηύρε το σωστό και κάθε τόσο άλλαζαν του κόσμου τον Χριστό με χίλια δυο μπερδέματα... αλλά εδιάβασα κι' εγώ αυτά τα κολοκύθια κι' εις ένα κι' άλλο σύστημα ευρήκα μιαν αλήθεια πως όλα είναι ψέμματα.
Ο παραπαππούς μου την είχε σημαδεμένη και την εγνώρισε. Ήτον η δική του. Τον ερωτά πού την ηύρε, ο βαρκάρης του αποκρίνεται πως την ηύρε ανάμεσα στα δυο νησιά.
Ο αμφορεύς πεσών εθραύσθη, η δε γυνή ης ήτο κτήμα ωργίσθη και είπεν ότι το έχει «σε κακό της». Τότε η μήτηρ του Ευαγγελινού, αφού επέπληξεν αυστηρώς το παιδίον, πειραχθείσα είπεν ότι «αν είνε κακό ας είνε για μένα!». Και την πτωχήν δεν την ηύρε ο χρόνος!
Η αρμάδα η τουρκική ηύρε το ρέμμα της θάλασσας, και το ρέμμα-ρέμμα, δω τους είχε, κει τους είχε, τους έφτασε απ' το πλάι. «Ως τόσο οι καπεταναίοι οι δυο τους αντρειώθησαν. Ήταν παλλικάρια, που δεν πιστεύω να εστάθησαν άλλοι, τους εγνώρισα εγώ πολύ καλά.
Και η καλόθρον' ήλθ' Ηώ κ' έγειρε από την κλίνη την λαμπροφόρο Ναυσικά, 'που 'ς τ' όνειρο απορούσε• και των γονέων να το ειπή, του αγαπητού πατρός της 50 και της μητρός, κίνησ' ευθύς, και μέσα εκείνους ηύρε. με ταις θεράπαιναις αυτή καθόνταν 'ς την γωνία, μαλλί γαλάζιο κλώθοντας• απάντησεν εκείνον, προς τους ενδόξους βασιλείς ως ήταν κινημένος για την βουλή, 'πού οι θαυμαστοί Φαίακες τον καλούσαν. 55 'ς τον ποθητόν πατέρα της εσίμωσε και του 'πε•
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν