Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025
Τα μειδιάματα των νεανίδων εκείνων επί πολύν χρόνον μετά ταύτα περιεπλανώντο υπό τας όψεις του φιλοσόφου, και η ακοή αυτού αντήχει απαύστως την φαιδράν ταύτην επιφώνησιν: &Ευοί! Ευοί!& Εν τούτοις ο Πλήθων αφυπνίσθη, και επειδή η αυτοσχεδιασθείσα καλύβη όπου εκοιμήθη είχε γείνει άφαντος, ενόμισε καλόν να επαναλάβη την πορείαν του.
Με τούτον τον τρόπον ομιλώντας έγινα άφαντος, και ο βασιλεύς ομού και ο λαός έμειναν βυθισμένοι εις μίαν άκραν έκστασιν. Ύστερον από αυτό το συμβεβηκός επεριπάτησα τον κόσμον δέκα χρόνους.
Αυτή από τον φόβον της έκραξε μεγάλως, και εγώ εν τω άμα έγινα άφαντος. Πλην εσύ βασιλέα μου, ηξεύρεις τα επίλοιπα, και δεν μου λείπει άλλο, παρά να σου φανερώσω διατί σήμερον επήρα την μορφήν της βασιλείας σου.
Όταν δε, κατά συμβουλήν της μητρός του, ο Μανώλης επλησίασε και του εζήτησε συγχώρησιν, ασπασθείς το χέρι του, ο παπάς τον ενουθέτησε μετά πραότητος. Μόνον ο Μπαρμπαρέζος δεν απέδιδε σπουδαιότητα εις το γεγονός και ενεθάρρυνε τον Μανώλην. Έλα δα και δεν εχάλασε ο κόσμος. Ο Θεός δεν είν' Αρβανίτης. Καρδιά καθαρά κιαυτό φτάνει. Ο δάσκαλος έν τω μεταξύ είχε γείνει άφαντος.
Μ' ένα λόγο — της πρόβαλα όσες πρόφασες μου ήρθανε στο νου. Και τέλος δοκίμασα και το κυριώτερο επιχείρημα: — Ο Σβεν θα κοιμάται όταν θα φτάσης. — Δεν είναι γι' αυτό, απάντησε. Έχω διάθεση να γυρίσω σπίτι. Με κοίταξε τόσο ικετευτικά και φυσικά το αποτέλεσμα είτανε πως έφυγε. Στο μεταξύ ο Σβεν έπαιζε όλο το απόγεμα γύρω στο σπίτι. Όταν όμως πλησίασε η ώρα που έπρεπε να κοιμηθή, έγινε άφαντος.
Προσέτι ο βασιλεύς παρεκάλεσε την Εξωτικήν να του φανερώση ποίος ήτον ο άνδρας της Αμηνάς, ο οποίος τόσον απάνθρωπα την επλήγωσε και αυτή του απεκρίθη, ότι ήτον ο πρωτότοκός του υιός ονομαζόμενος Σουλτάν Εμήν. Τελειώνοντας αυτά τα λόγια, έγινεν άφαντος η Εξωτική.
Εκείνος της παρήγγειλε να υπάγη να είπη εις τους «αδελφούς του», ότι αναβαίνει προς τον Πατέρα του και ιδικόν των Πατέρα και Θεόν του και ιδικόν των Θεόν. Είτα έγινεν άφαντος.
Και αφού απέθανε, επί σαράντα ημέρας η ψυχή του εξηκολούθησε να παρευρίσκεται εις τον ναόν της Μονής την νύκτα και να προσεύχηται μετά των αδελφών. Κατά την τελευταίαν ημέραν, αφού τους απεχαιρέτησεν όλους, έγεινεν άφαντος και δεν τον ξαναείδαν πλέον. «Σώζεσθε, αδελφοί! Δεν θα με ξαναδήτε πλέον» είπε. Και έγεινεν άφαντος.
Δεν τα είδα, και δεν θέλω να γράφω ειμή μόνον όσα είδα και υπέφερα. Πολλοί εν τούτοις, από των πρώτων ημερών, ήρχισαν κρυφίως να φεύγωσι. Ανά πάσαν σχεδόν ημέραν εμανθάνομεν ότι εγένετο άφαντος εκ των γνωστών μας τις. Τι έπαθε! Μη τον εφόνευσαν ; Μη κρύπτεται φοβηθείς ; Εγίνετο επί τέλους γνωστή η φυγή του.
Ότε λοιπόν είδεν εαυτόν μόνον εν τω καπηλείω, εγέμισε δύο φιάλας οίνον, έθεσεν αυτάς εις τα ευρύχωρα θυλάκια του επενδύτου του, είτα ήνοιξε το συρτάριον του Κατούνα, εύρεν εκεί κέρματά τινα, την πώλησιν όλης της ημέρας, μη υπερβαίνουσαν δύο δραχμάς του παρ' ημίν νομίσματος, εμέτρησεν αυτά, τα έθεσεν εις τον πυθμένα του θυλακίου του, έσβεσε τον λύχνον και εξελθών έκλεισε την θύραν και έγεινεν άφαντος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν