United States or Belgium ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τους δικούς του λόγους τους έβγαζε λατινικά, και τους ορμηνεύανε γραμματικοί επίτηδες διορισμένοι. Χιλιάδες προσκαλεσμένοι πήγαιναν τότε στο Παλάτι και τον άκουγαν. Πάντα στεκάμενος δίδασκε, πάντα μ' όψη και με φωνή σοβαρή.

Η μεγάλη μάθηση κ' η αρετή της από τη μια, από την άλλη η θεία της ομορφιά κ' η χάρη, την έκαμαν, καθώς είδαμε και στου Συνεσίου το κεφάλαιο, αστέρι μέσα στην Αλεξαντρινή κοινωνία. Μύριοι έτρεχαν κι άκουγαν τα μαγικά της λόγια, και θάμαζαν την ουράνια σοφία της.

Τα λέγει αυτά ο λαός ο καημένος, όχι φυσικά με το στόμα του ή με την πέννα, που αν μπορούσε έτσι να τα φωνάξη θα τον άκουγαν κ' οι δάσκαλοι· μα τα λέει με την αδιαφορία του προς τα δασκαλήσια, με την ακαμωσιά του, με την αμάθειά του, με την αφιλοκαλία του, με χίλιους τρόπους που μιλούνε στο νου του καθενός παρατηρητή που τον αγαπάει, τον πονεί, τονε νοιώθει.

Είταν αλλίθωρος, κουτσός απ' τόνα πόδι, μ' ώμους γυρτούς που μέσα πέφτανε στα στήθια, με χουνήσο κεφάλι, μόλις λιγοστές πασπαλισμένο τρίχες. Αφτόνε πιο τον μάχουνταν απ' όλους ο Δυσσέας 220 κι' ο Αχιλιάς· γιατί μ' αφτούς φιλονεικούσε πάντα. Και τότες πάλι με φωνή μεγάλη βλαστημούσε τον Αγαμέμνο· κι' άκουγαν τα λόγια μ' αναγούλα οι Δαναοί, και θύμωναν στα βάθια της καρδιάς τους.

Ακριβώς εκείνη τη νύχτα κάτι ψαράδες είχαν αφήσει το λιμάνι, για να ρίξουν τα δίχτυα στα βαθειά, και τράβαγαν με τα κουπιά, όταν ξαφνικά άκουσαν μια γλυκειά μελωδία, ζωηρή και δυνατή, που κυλούσε απάνου στα κύματα. Ακίνητοι, με τα κουπιά κρεμασμένα απάνου από τα κύματα, άκουγαν. Με τα πρώτα θαμπά φώτα της αυγής παρατήρησαν την περιπλανημένη βάρκα.

Πώς σκύλοι ομπρός στα πρόβατα κακονυχτάν σε στρούγγα, αν νιώσουν αιματόχαρο θεριό που το λαγκάδι περνάει στα όρη, και πολύς από βοσκούς και σκύλους 185 κρότος κι' αχός, και δε σφαλνούν το μάτι μια στιγμούλα· έτσι κι' αφτών στα βλέφαρα δεν τους κατέβαινε ύπνος π' όλη τη νύχτα φύλαγαν, τι είχαν το νου τους πάντα κατά τον κάμπο άμα άκουγαν ροβολητό των Τρώων.

Όλοι με τα μάτια βουρκωμένα τον άκουγαν. Κάποιος γύρισε και κύτταξε τον Μαθιό στριμωγμένο σε μια γωνιά. — Σαν την έβαλε ο Πειρασμός και πήγε και πνίγηκε, τι φταίω εγώ; είπε ο Μαθιός. Και ο Λαλεμήτρος, που τον έβγαλε ο Θεός στη μέση, ξημερώματα του Θεού, στραβομάρα είχε να τρέξη να την αρπάξη, να την πάη σπίτι της; Μόνο λέει τώρα πως δεν πήγε ο νους του πως ήταν η Ουρανίτσα.

Τέλος ανέβηκε και στη Μακεδονία. Η Θεσσαλονίκη και μερικές άλλες Μακεδονικές πολιτείες είταν τα πιο σημαντικά του κέντρα στα μέρη εκείνα. Οι μεγάλοι κι οι ανακατεμένοι πληθυσμοί τους την τραβούσανε την ακούραστη του ψυχή. Έτρεχαν και τον άκουγαν Ιουδαίοι κ' Έλληνες, άντρες και γυναίκες, και βαφτίζουνταν όσοι πίστευαν.

Καλά την ήξερε τη Χημεία ο Καθηγητής, και τους άρεσε πολύ των Πολίτιδων η Χημεία. Μιάμιση ώρα κάθουνταν εδώ και τον άκουγαν. Βλέπεις; από την ουρά έπιασε τη δουλειά κι ο Πολίτης. Αρχίζει την εθνική προκοπή από κει που την τελειώνουν οι άλλοι.

Ο Ρούντυ τα άκουγε προσεκτικά με περιέργειαν, αλλά χωρίς καθόλου φόβον, — δεν τον ήξευρε τι πράμμα είναι· και εκεί που άκουγε, του εφάνηκε 'σάν να άκουγε το δαιμονικόν υπόκωφον μούγκρισμα· ναι, εγίνετο περισσότερο ακουστόν, το άκουγαν ακόμη και οι άνδρες, εκρατούσαν την ομιλίαν των μέσα των, ενέτειναν την ακοήν των, και έλεγαν εις τον Ρούντυ πως δεν πρέπει να κοιμηθή.