United States or Luxembourg ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε έκραξε δύο σκλάβους και τους λέγει· πιάσετέ την, βάλλετέ την κατά γης γυμνήν με το υποκάμισον και δώσατέ της εις το στήθος και εις τα μηριά τόσες ραβδιές, έως που να τρέξουν τα αίματα· έπειτα να την αποκεφαλίσατε και να την ρίξητε εις τον Τίγρην ποταμόν. Και όταν οι Αραπάδες άρχισαν να με δέρνουν, εφώναζα έλεος και συμπάθειαν.

Και τώρ' αποτελείωσε μ' ακόμ' αυτόν τον πόθον· Τώρα σήκωσ' τους Δαναούς το κακόν πάθος πλέον. Έτσ' είπε προσευχόμενος, τον άκουσ' ο Απόλλων. Λοιπόν σαν προσευχήθηκαν, κ' έρριξαν ουλοχύταις, Απάνω στρέψαν τους λαιμούς, και έσφαξαν, κ' εγδάραν· Και τα μηριά τα έκαψαν, τα σκέπασαν με πάχος, Διπλόνοντας, και έθεσαν τα σπλάγχν' απάν' 'ς εκείνα.

Κι' ο γέροντας τα έκαιγεταις σχίζαις, κι' από πάνω Μαύρο κρασί ερράντιζε· οι νέοι δε σιμά του Κρατούσαν τα πεντόσουγλα εις τα δικά τους χέρια. Λοιπόν σαν κάικαν τα μηριά, και έφαγαν τα σπλάγχνα, Τα άλλα τα κομμάτιασαν, τα πέρασανταις σούγλαις· 'Πιτήδεια τα καλόψησαν· και τα 'συραν' πίσ' όλα.

Και για να τους προσβάλη χειρότερα και να δώση θάρροςτους δικούς του σήκωσε τη φουστανέλλα, κατέβασε το βρακί και τους έδειξε τον πισινό του. Τότε ένας Τούρκος, Γκέκας, κρυμμένος κάπουτα κλαριά, τον τουφέκισε και τον λάβωσετα δυο μηριά καιένα άλλο μέρος.

Εις τοις ανθρώπους δε είνε απαραίτητον το πυρ και διά τας άλλας των ανάγκας, αλλά και διά τας θυσίας, διά να διαχύνουν εις τας οδούς την κνίσσαν των θυμάτων, να θυμιάζουν διά του λιβανωτού και να καίουν τα μηρία επί των βωμών.

Άκουσ' μ', αργυροδόξαρε, οπού την Χρύσαν σκέπεις, Και Κίλλαν και την Τένεδον ανδρεία βασιλεύεις· Σμινθέα, αν ωρόφωσα ποτέ μου τον ναόν σου, Ή αν και σέ κατάκαυσα μηριά παχιά ποτέ μου, Γιδιών, και ταύρων, τέλειωσε τον πόθον μου ετούτον. Οι Δαναοί τα δάκρυα μου με βέλη σ' ας πλερώσουν. Έτσ' είπε προσευχόμενος. Τον άκουσ' ο Απόλλων.

Δεν έχω να πάρω ή να δώσω μαζί σου, εγώ. ΚΕΝΤ Ξεσπάθωσε, κατεργάρη! Ήλθες εδώ να φέρης γράμματα εναντίον του βασιλέως· παίρνεις το μέρος της φουσκωμένης της κούκλας εναντίον του βασιλέως του πατρός της! Ξεσπάθωσε, σκύλε, ει δε μη, θα σου κοπανίσω τα μηριά! Έξω το σπαθί σου! Κουνήσου! ΟΣΒ. Βοήθεια! Μ' εσκότωσε! Βοήθεια! Ξεσπάθωσε, αχρείε! Υπερασπίσου, παληάνθρωπε. Έξω το σπαθί σου, βρωμόδουλε!

Έκανες εδώ, άκουες τ' όνομά σου· έκανες εκεί έχανες τη σκούφια σου. Έσκυφτες χάμω κ' αισθανόσουν άξαφνα φοβερή σφίνα να σου χωρίζη τα μηριά. Ευρέθηκαν άνθρωποι που εγύρισαν ημέραμεσημέρι θεόγυμνοι στα σπίτια τους.