Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Ο Ορέστης καταδικάζεται σε θάνατο από τους Αργείους, ενώ ο θείος του Μενέλαος τον εγκαταλείπει, από δειλία. Εξαγριωμένος από τη στάση του Μενελάου ο Ορέστης θέλει να σκοτώση τη σύζυγό του και την κόρη του Ερμιόνη. Τελικά μεταπείθεται από τον από μηχανής θεό και παντρεύεται την Ερμιόνη. Η μετάφραση έγινε από την Ηλία Βουτιερίδη.

Μετ' ολίγα έτη συνεπλήρου την ιδέαν του γράφων επί λευκώματος: Οσάκις επιχειρεί τις ν' ανέλθη μετά γυναικός εις ουρανόν, αδύνατον είναι να προγνωρίζη, εάν επιβαίνη του άρματος του Φαέθοντος ή του Προφήτου Ηλία».

Ο Ορέστης καταδικάζεται σε θάνατο από τους Αργείους, ενώ ο θείος του Μενέλαος τον εγκαταλείπει, από δειλία. Εξαγριωμένος από τη στάση του Μενελάου ο Ορέστης θέλει να σκοτώση τη σύζυγο του και την κόρη του Ερμιόνη. Τελικά μεταπείθεται από τον από μηχανής θεό και παντρεύεται την Ερμιόνη. Η μετάφραση έγινε από την Ηλία Βουτιερίδη.

Αλλ' ούτος προειδοποιηθείς εδραπέτευσεν, οι δε Λεβαδιείς υπεσχέθησαν να μη επιτρέψωσιν ουδέποτε πλέον προς αυτόν την επάνοδον. Κατά τον χειμώνα του 1865, ενώ η ληστεία ελυμαίνετο τας επαρχίας του Βάλτου και της Ακαρνανίας, εγώ και άλλοι τινες φίλοι τεθέντες υπό την άμεσον οδηγίαν του ταγματάρχου Ηλία Δημητρακαράκου εξήλθομεν χάριν κυνηγεσίας εις Χελογίβαρον.

Αντελήφθησαν μόνον την πρώτην συλλαβήν, και έλεγον προς αλλήλους ότι είχεν επικαλεσθή το όνομα του Ηλία. Η ετοιμότης μεθ' ης προσέλαβον την σφαλεράν ταύτην εντύπωσιν είνε άλλο τεκμήριον της εξάψεως και του τρόμου του ακουσίου φόβου απροόπτου τινός και τρομερού, εις ον είχον μεταπέσει από της προτέρας αγρίας ιταμότητός των.

Ο Λαλεμήτρος τωόντι ανεχώρησεν ένα δειλινόν, εις Βόλον, με το κόττερον του καπετάν Ηλία, ένα βραδύ και χονδρόν σκάφος, ως τον κυβερνήτην του, αφού απεχαιρέτισε την σύζυγόν του και την πενθεράν του, με χαράν καταφανή, χαράν εμπόρου απερχομένου να ψωνίση, χαράν συζύγου, μετ' ολίγας ημέρας μέλλοντος να επανέλθη.

Εάν ήτο ο Μεσσίας, διατί να μη τους δώση άρτον εξ ουρανού, ως ο Μωυσής; πού η βροντή του Σαμουήλ και η φλοξ του Ηλία; διατί ο ήλιος να μη σκοτισθή και η σελήνη να μη τραπή εις αίμα; διατί να μη φανή πύρινος στήλος και να μη ενσκήψη λαίλαψ και καταιγίς όπως επικυρώση τους λόγους Του;

Ου! θα είνε του μπάρμπα Ηλία η κόρη· χήρα η καϋμένη, . . . δευτέρα ανεψιά της μαμάς. Η κυρία Πηνελόπη αποκαλεί την μητέρα της μ α μ ά ν, μετά την ανακάλυψιν των γηπέδων εκείνων, περί ων εν αρχή ελέγομεν. — Δεν την γνωρίζω, δεν την είδα ποτέ μου, υπολαμβάνει ο Ιωάννης. — Ήλθ' ένα δυο φοραίς, . . . θα την λησμόνησες. Και τι σου γράφει; & Τώρα θα ιδούμεν. Και ο Περδίκης αναγινώσκει·

Κ' έτσι διαφεντεύοντας και λογομαχώντας, καταντούσανε σωστοί πατριώτες στα γερατειά τους. Πήγε μια φορά ο Προεστός μας στον πύργο ενός Χασάν Αγά, πήρε μαζί και ταγόρι του. Πρώτη φορά δεν είταν που τον έβλεπε ο Αγάς τον Ηλία, μα φαίνεται πως ποτές δεν τονε καλομάτιασε καθώς αυτή τη φορά, γιατί κι αρνί τους έσφαξε, και να τραγουδήση τον έβαλε τον Ηλία. Και τους τραγούδησε ο Ηλίας.

Όχι εν γνόφω και θυέλλη ή εν πυρίνω άρματι έμελλε να παρέλθη απ' αυτών ο Ιησούς, αλλά με τους βραχίονας τεταμένους εν αγωνία επί του επαράτου ξύλου· όχι μεταξύ του Μωυσέως και του Ηλία, αλλά μεταξύ δύο ληστών, σταυρωθέντων μετ' αυτού, «εντεύθεν και εντεύθεν».

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν