United States or Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα νειόπαιδα του χωριού πήγαιναν κι' έρχονταν στην ξενιτειά, ποιο σε τρία, ποιο σε τέσσαρα, και ποιο σε πέντε χρόνια, το βαρύ-βαρύ, αλλ' ο Γιάννης της κάκως της Μήτραινας ούτε φαίνονταν, ούτε ακούονταν πουθενά! Όλος ο κόσμος τον θωρούσε χαμένο, και ο προεστός του χωριού τον ξέγραψε από το δεφτέρι του, για να μη πληρόνη η κακομοίρα η κάκω-Μήτραινα το χαράτσι του.

Έβλεπα ν' αναιβοκαταιβαίνω το δρόμο του ποταμού χιλιάδες φορές, πότε γκότσι στες πλάτες της μάννας μου, ή της αδερφής μου, πότε περβατώντας, και πότε καβάλλα. Έβλεπα σε μια πλαγιά, εκεί πέρα, την αδερφή μου να βόσκη ζυγούρια και κατσίκια, και να μου λέγη τραγούδια. Μου φαίνονταν πως ήκουα ακόμα την αγγελική της τη φωνή.

Δόξα σοι ο Θεός, πούρθες γερός και καλά!» «Απέραντο πέλαγο χαράς, κι' αναγαλλιασμού είχε πλημμυρήσει τότε την καρδιά μου. Ότι έβλεπα μπροστά μου, είταν μαγευτικό, και μου φαίνονταν πως έπλεα μ' ολάνοιχτα πανιά σε πέλαγο δίχως άκρη, ευτυχίας ατέλειωτης.

Στον καταγάλανο ουρανό δεν υπήρχε ούτε ένα συννεφάκι και η ατμόσφαιρα ήταν τόσο διαυγής που επάνω στα βράχια του Κάστρου φαίνονταν οι πέτρες που γυάλιζαν και ένα κενό παράθυρο στα ερείπια, που άνοιγε στο γαλάζιο του ουρανού ανάμεσα στον κισσό που το περιέβαλε σαν γιρλάντα.

Ξύπνησε, μικρομάννα, το παιδί σου και κλαίει· ξύπνησε! Γύρισε στο δωμάτιο μ' αποστροφή. Η μοναξιά του φαίνονταν μεγαλείτερη και πιο αβάσταγη τώρα. Έρριξε τα μάτια στο μετόχι του κι ανατρίχιασε. Το σκαμμένο χώμα ασπρολόγαε. Ανάμεσα στους σωρούς, τα χαντάκια έχασκαν σαν τάφοι ορθάνοιχτοι. Από πάνω τους ανάδευαν τα σκοτάδια με σιγαλό και κρύο ανάδεμα.

Όλον τον νου τους τον είχαν στο ίσκιωμα και πλειότερο εκείνες, που πήγαν το βράδυ στον ποταμό για νερό. Η μια έλεγε πως είδε, ότι το ίσκιωμα είχε γένεια μακρυά, ως τα γόνατα, η άλλη, ότι είχε κάτι νύχια, Παναγιά μου! μακρυά και σουβλερά μια πιθαμή μακρύτερα από τα δάχτυλά του, άλλη, ότι το μουλάρι δεν είχε ουρά, κι' εκείνο το πράμμα, που φαίνονταν σαν ουρά είταν η ουρά του ισκιωματιού.