United States or Falkland Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΛΓ'. «Εγγύς μαχαίρας, εγγύς Θεού» Μόνος μετά Φαρισαίων. — Φανερά ρήξις. — Κίνδυνος του Ιησού. — Καταδίκη της υποκρισίας. — Η παραβολή του Άφρονος Πλουσίου. — Η ερώτησις του Πέτρου. — Ο Ιησούς τεταραγμένος τω Πνεύματι. Μέχρι του σημείου τούτου τα συμβεβηκότα της μεγάλης ταύτης ημέρας υπήρξαν αρκούντως ταραχώδη, πλην επηκολούθησαν περιστάσεις πολύ αλγεινοτέραι.

Ο Λαλεμήτρος προς τους αιφνιδίους εκείνους θρήνους της γυναικός, εκάμφθη εν τρόμω, υπώπτευσε κακόν και ηρώτησε τεταραγμένος: — Είναι καλά η Θωμαή! Γιατί κλαις έτσι;

Τι σκληρόν χέρι εφώναξα όλος τεταραγμένος από σπλάγχνος, ποίος βάρβαρος ημπόρεσε να τελέση τέτοιον ανόμημα εις τούτην την ευγενικήν κυράν· ας ανοίξη η γη να καταπιή ένα τέτοιον φονέα.

Έξαλλος εκ τρόμου, ηδυνήθην ν' αρθρώσω φωνήν, κ' έκραξα·Μη φοβάσαι!. . . δεν είναι τίποτε . . . δεν σου θέλω κακόν! Και εσκεπτόμην λίαν τεταραγμένος αν έπρεπε να ριφθώ εις την θάλασσαν, μάλλον διά να έλθω εις βοήθειαν της κόρης, ή να τρέξω και να φύγω . . . . Ήρκει η φωνή μου να της έδιδε μεγαλείτερον θάρρος ή όσον η παραμονή μου και το τρέξιμόν μου εις βοήθειαν.

Όθεν επειδή ερωτών έμαθε το όνομα της πόλεως, τεταραγμένος από την συμφοράν του μάγου και του τραύματος, εσωφρόνησε, και εννοήσας τον χρησμόν είπεν· «Εδώ είνε πεπρωμένον να τελευτήση ο Καμβύσης του Κύρου

ΖΕΥΣ. Τώρα όμως, παιδί μου, δεν ξέρω πώς, είτε ένεκα του μεγέθους των επικειμένων κινδύνων, είτε ένεκα του πλήθους των συνηγμένωνδιότι βλέπεις πόσον πολύθεος είνε η συνέλευσιςέχουν ταραχθή αι σκέψεις μου, είμαι συγκεκινημένος και η γλώσσα μου παραλύει. Τόσον τεταραγμένος είμαι, ώστε ελησμόνησα και το προοίμιον το οποίον είχα ετοιμάση διά να κάμω εντύπωσιν και επιβληθώ ευθύς εξ αρχής.

Εμπρόςτα κουπιά! διέταξεν ο αρχιληστής επιβάς τελευταίος εις την λέμβον, ήτις εκινήθη αποτόμως ένθεν και ένθεν εκ του βαρέος αυτού πατήματος. Ο Θανάσης ούτε ενόησε πώς ευρέθη εν τη λέμβω. Τόσον ήτο τεταραγμένος ακόμη. Εισήλθε και εκάθησε κρατών σφιγκτά μεταξύ των χειρών του εν τη αγκάλη του το εφθαρμένον δισάκκιον, βαρύ και δυσβάστακτον εκ των έμπροσθεν και κενόν εκ των όπισθεν.

Τούτο τον ανεκούφισεν ολίγον, εντός λεπτού όλα θα ετελείωνον. Εν τούτοις ο Μαναή δεν ήτο έτοιμος διά το έργον. Μετ' ολίγον εισήλθε τεταραγμένος. Επί τεσσαράκοντα ήδη έτη μετήρχετο το επάγγελμα του δημίου.

Ευθύς δε μετ' ολίγον εισήλθεν ή μάλλον εισώρμησεν εις το δωμάτιόν μου ο στενός μου φίλος Δημήτριος Κ . ., ωχρός, τεταραγμένος, και πριν ή προφθάσω να τον ερωτήσω τον λόγον της τόσον πρωινής του επισκέψεως·Δεν ηξεύρεις; . . . μου είπε, μόλις κατορθών να αρθρώση τας λέξεις του. Ο Σοφής ηυτοκτόνησε! — Ο Σοφής; ποιος Σοφής; ηρώτησα εγειρόμενος εν ταραχή. — Ο Αλέξανδρος. — Πώς; πότε; διατί;

Πλησιάσαντες τότε εν σιωπή και ησυχία περί την θύραν, διεκρίναμεν ότι ο Πέτρος εδίδασκέ τινα να συλλαβίζη. Ο Γεροστάθης, αφού χαμογελών ηκροάσθη ολίγον την διδασκαλίαν του Πέτρου, έσπρωξε την θύραν και εισήλθε παρακολουθούμενος παρ' ημών. Ο Πέτρος έκλεισε τεταραγμένος την οποίαν εκράτει φυλλάδα, εσηκώθη, και μετά συστολής εζήτησε συγχώρησιν διότι εβράδυνε να έλθη, μη εννοήσας ότι παρήλθεν η ώρα.