Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Ιουλίου 2025
Σας βεβαιώ ότι δεν είμαι εξ εκείνων εις τους οποίους επήλθεν η ιδέα, αφού έσωσαν την Ελλάδα από τους Τούρκους, να σώσωσι και την πτωχήν Αμερικήν από την εκδίκησιν των Ισπανών.
Όταν με έβγαζαν έξω, μου έφερε φρίκην η ιδέα ότι θα με κυτάζουν, διότι ήξευρα ότι έμελλαν να με απορρίψουν ωσάν να ήμην κακούργος ή απατεών. Μιαν φοράν με έδωκαν εις μίαν πτωχήν γραίαν διά ημεροκάματον. Αλλά δεν ημπορούσεν έπειτα να με ξεφορτωθή, διότι κανείς δεν με ήθελε, και η γραία με εσιχαίνετο.» Κάποιον πρέπει να γελάσω, έλεγε.
Και εκεί όπου με έβλεπε με προσοχήν, ήρχισε να χαμογελά, και είδα εις το πρόσωπόν του μίαν έκφρασιν, την οποίαν εις άλλο πρόσωπον δεν είχα ιδεί ποτέ μου. — Καλέ, τι είναι τούτο; είπε· είναι δραχμή του τόπου μου αυτή, καλή και γνησία!. Και την ετρύπησαν την πτωχήν και την καταφρονούν! Τι σύμπτωσις! θα την κρατήσω, να επιστρέψωμεν μαζή εις την πατρίδα.
Αλλ' ο Ιησούς εμβλέπων εις πολλά πρόσωπα τον επληροφόρησεν, ότι υπήρχε διαφορά μεταξύ του συνωθισμού της περιεργείας και της επαφής της πίστεως, και όταν τέλος το βλέμμα Του έπεσεν επί την πτωχήν γυναίκα, εκείνη, αισθανθείσα ότι έπταισε ζητούσα να κλέψη την ίασιν την οποίαν Εκείνος ευμενής θα έδιδεν, ήλθεν ενώπιόν Του τρέμουσα, και πεσούσα εις τους πόδας Του είπεν όλην την αλήθειαν.
— Αγαπητέ μου εξάδελφε Ο Γεωργάκης μου είπε την καλήν σας τύχην, και σας συγχαίρομαι με όλην μου την καρδίαν. Εχάρηκα σαν να ήμην εγώ. Σου εύχομαι του Αβραάμ και του Ισαάκ τα καλά, και σε παρακαλώ να ενθυμηθείς εις αυτήν την περίστασιν και την πτωχήν την εξαδέλφην σου. Έρχεται χειμώνας και ο καϋμένος ο Γεωργάκης μου δεν έχει δεύτερον φόρεμα. Ο Θεός να σου τα πληθαίνη, εξάδελφέ μου.
Όσον ολιγώτερον δε πλούσιος είναι τις, και όσον πλησιέστερα εις την πτωχείαν ευρίσκεται, τόσω ευκολώτερον αισθάνεται τα δεινά της ενδείας, τόσω δε επιρρεπεστέρα εις την ελεημοσύνην καθίσταται η καρδία του. Ο Πέτρος βεβαίως δεν είναι πλούσιος, αλλά κατώρθωσε να περιθάλψη ολόκληρον πτωχήν οικογένειαν διά της φιλανθρώπου και ελεήμονος καρδίας του.
Ελάτε, παιδιά, πάμε στο μαντρί, να σας φιλέψω. Την πτωχήν την Ασημήναν, σύζυγον του βαρελά του χωρίου, όλαι αι συγγενείς της την ελυπούντο και την εκαίοντο, πώς θα κατώρθωνε ν' αποκαταστήση και να υπανδρεύση τας τέσσαρας κόρας, τας οποίας της έδωκεν ο Θεός, ύστερον από δύο υιούς, τους οποίους της είχε χαρίσει, και αφού τα έξ αυτά τέκνα με κόπον και με πολύν καϋμόν τα είχε αναθρέψει.
— Κακορράχετε! απήντα μορφάζουσα η γραία, εκ της ταχύτητος ούτω τολμηρώς περικόπτουσα την κοινήν ύβριν: «κακό χρόνο νάχετε!» — Δεν την συμμαζεύεις λιγάκι; Έλεγον προς την κόρην της αι φίλαι γειτόνισσαι. — Μ' ακούει, θαρρείς; Και ηρυθρία η κόρη, μη δυναμένη να περιορίση την πτωχήν μητέρα της, εκτιθεμένην ούτω εις τα περπαίγματα του χωρίου. — Ναι! παρενέβαινεν ενίοτε, παρούσα η γραία.
Και αυτός και η αδελφή του δεν είχον ουδαμώς λησμονήσει την μητέρα μου, η δε μνεία μόνη του ονόματος της ήνοιξε τας θύρας της οικίας των εις την πτωχήν του κηπουρού θυγατέρα. Την ηρώτησα τι έγεινεν ο πατήρ της. Δεν εγνώριζεν η δυστυχής. Απεχωρίσθησαν καθ' ην ώραν σπείρα Τούρκων επέπεσεν εις του πύργου μας την περιοχήν. Έφυγεν εκείνη μετ' άλλων γυναικών, ο δε γέρων Κύριος οίδεν αν έζη ή απέθανε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν