United States or Vanuatu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βλέπων λοιπόν ότι ημέραν παρ' ημέραν εγίνετο ασθενέστερον το σώμα του και διά να προλάβη κάθε ενδεχόμενον εκοινοποίησεν εις τον Καραϊσκάκην την κατάστασίν του και του εζήτει βοήθειαν.

Αλλ' ο Κιουταχής υποπτεύσας ταύτα, απεφάσισε να κάμη έφοδον εις την πόλιν και να προλάβη την κυρίευσίν της, πριν καταφθάση ο Καραϊσκάκης να συγκροτήση το μελετώμενον στρατόπεδον.

Και μορφάζων κωμικώς το σπανόν και ευλογιοκομμένον πρόσωπόν του προσέθηκεν: — Όχι από εμένα. Από τον Μέλτον τον Μισακόν δηλαδή. Ίνα δε προλάβη πάσαν άρνησιν ή αποφυγήν του καπετάν-Φαφάνα, προσέθηκεν. — Αν δεν θελήση να μας το 'πη ο καπετάν-Φαφάνας, θα το πη ο Μέλτος ο Μισακός.

Τα μάτια του, αι παρειαί του, το στόμα του· και ιδίως η ουλή του δεξιού του χείλους. Και επειδή νέα διάθεσις ψαλμωδίας ανεφάνη ζωηροτέρα της πρώτης, είπεν ο φίλος μου ο Αλεξανδρής με το πατροπαράδοτον σατυρικόν πνεύμα, λεπτόν ως αεράκι πεύκου γηραιού, ίνα προλάβη πάσαν του κυρ Στρατή θρηνωδίαν. — Να σου πω, κυρ Στρατή.

Τότε με χείλη τρέμοντα και με παρειάς ωχριώσας έκαστος τούτων ηρώτα το ταπεινόν ερώτημα, «Κύριε, μήτι εγώ ειμι;» Ο Ιησούς έμενε σιωπηλός, όπως, και τότε ακόμη εάν ήτο δυνατόν, να λάβη καιρόν ο Ιούδας να μετανοήση. Αλλ' ο Πέτρος δεν ηδύνατο να περιστείλη την λύπην και την ανυπομονησίαν του. Άπληστος να μάθη και να προλάβη την προδοσίαν, ένευσε προς τον Ιωάννην να ερωτήση τις ήτο.

Αυτά θα μας πη ο μεγάλος ο Λεβέντης, το καμάρι της Ρωμιοσύνης, και τότες ίσως την προλάβη το έθνος την καταστροφή που του ετοιμάζουμε εμείς από τη μια με το βαρύ το μεθήσι, κι από την άλλη ο αχόρταγος ο Σλαβισμός, που για κακή μας τύχη δεν έχει μήτε Τούρκου ακαμωσιά. Περπατώντας στο δρόμο, περπατούσαν κ' οι στοχασμοί, κ' ίσως πήγαν πολύ μακριά, σταφανέρωτα μέσα τα μέλλοντα!

Προτού το γράμμα μου την προλάβη, αυτή είχε φύγει με κάποιον, που την άφησε ύστερ' από έξη μήνες. Την είδα κατόπιν στα 1884 στο Παρίσι όπου κατοικούσε με τη μητέρα της, και τη ρώτησα αν το διήγημα είχε να κάνη τίποτε με τη δική της ιστορία.

Δώδεκα χρόνια μάγευε την Ανατολή με τις ομιλίες του ο Χρυσόστομος, ως τα 387, χρόνο δύσεχτο καθώς ξέρουμε για την Αντιόχεια. Και μήτε τότες δεν έπαψε, παρά όσο ο γέρος ο Φλαβιανός πολεμούσε να μαλακώση το Θεοδόσιο και να προλάβη τον ξολοθρεμό της δύσμοιρης Αντιόχειας, άλλο τόσο αγωνίζουνταν κι ο Χρυσόστομος να παρηγορή το λαό και να τον αρματώνη με πίστη κ' ελπίδα.

Την ώραν εκείνην ήκουσε μεμακρυσμένους κωδωνίσκους να ηχούν, και συγχρόνως είδε μακρόθεν να κατέρχεται ένα κοπάδι. Πάραυτα εσκέφθη ότι, αν δεν προλάβη ευθύς να εξέλθη από την μικράν χαράδραν, μετ' ολίγον η κρύπτη της θ' ανακαλυφθή εξ άπαντος.

Αλλά τώρα, ιδών ότι ο σύντροφός του έδωκε την είδησιν χωρίς να φάγη ξύλον, και εκτός τούτου διότι είξευρεν ότι από τον εξώστην δεν θα τον έφθανεν η χονδρή ράβδος του πλοιάρχου, είχε λάβει θάρρος και έσπευσε να προλάβη τον σύντροφόν του, όπως απολαύση αυτός την ηδονήν.