United States or Bahrain ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η αίρεση όμως δεν είταν και να φυσήξης να πέση, μάλιστα στην Αλεξάντρεια, που το κάθε κόμμα ήθελε και τον Πατριάρχη του, και μπορούσανε να σηκώσουν και στάση οι Αιρετικοί. Τι κάμνει λοιπόν ο Ζήνωνας στα 482; Βγάζει το περίφημο το «Ενωτικό» του, που από τόνομα μονάχα το νοιώθουμε τι πήγαινε να πη.

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Πού είναι ο δραγουμάνος για να του 'πη ποιοι είστε και να του μεταφράση ό,τι του είπατε; θα δήτε πώς θα σας απαντήση· μιλεί θαυμάσια τα Τουρκικά. Κύριε, είναι ένας grando siniorina και η κυρία είναι grando sinioro. Δεν μπορώ να μιλήσω καθαρότερα. Α! να κι' ο δραγουμάνος. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Πού είχατε πάει; Δεν μπορούμε να του πούμε τίποτα χωρίς εσάς.

Οι Ακοίμητοι όμως, μαρχηγό τους τον εγγονό του Ασπάρη το Βιταλιανό, Κόμητα τω Φοιδεράτων, πάει να πη Γότθων και βαρβάρων, βγαίνουνε στα ξώχωρα, σκορπίζουνται μέσα στη Θράκη, μαζεύουν εκεί στρατό από Ούνους και διαγουμίζουν τον τόπο με πρόφαση πως πολεμούνε για την ορθοδοξία! Δεν άργησε να τους περιμαζέψη και να τους καθησυχάση ο Αναστάσιος· όχι όμως και τον αρχηγό τους το Βιταλιανό.

Άφησε, κυρ-Μανωλάκη! είπεν ο δήμαρχος μετά της συνήθους γλυκύτητος της γλώσσης του ως εάν ήλειφεν αυτήν διά μέλιτος. Δεν πειράζει, είνε ξένοι. — Τι θα πη δεν πειράζει! Ίσα-ίσα οι ξένοι πρέπει να σέβονται τα έθιμα του τόπου καλλίτερον από τους εντοπίους. Και στραφείς είπε πάλιν προς τας κυρίας: — Κυρίαι, δεν είνε εδώ η θέσις σας. Μη κάμνετε κακήν αρχήν!

Την ίδια εικόνα μεταχερίζεται πάλε, γιατί η πρώτη πάλιωσε και του χρειάζεται άλλη που να μοιάζη με την πρώτη. Πολύ γρήγορα χάθηκε η λέξη, γιατί δεν είχε πια καμιά νοστιμάδα για το λαό και δεν έβλεπε κανείς τι μπορούσε να πη ρις . Πιο έφκολα μας έρχεται να καταλάβουμε τι σημαίνει μύτη.

Και λέγοντας αυτά ο παπάς κατέβαινε γλήγορα τη σκάλα, κρατώντας με το δεξί την πατερίτσα του και με το ζερβί το μπούτι της κόττας, και πήγαινε βιαστικός να ευλογήση κι' άλλα σπίτια, και να πη κι' άλλα « Χριστέ ο Θεός, ευλόγησον... » κι' άλλα « Η γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός.. » κι' άλλα « Να ζήσητε και να καλοδεχτήτε... » κι' άλλα « Και του χρόνου τα Χριστούγεννα... »

Σαν ξανανταμωθήκανε στο νάρθηκα οι τρεις τους, τους λέει ο Πάτερ Χαράλαμπος, στρεφογυρίζοντας τα κάτασπρά του μαλλιά και χώνοντας τα μέσα στο καλιμάφκι του, να μην τονε νοιάζουνται τον κόσμο πια τώρα, γιατί ατός του θα πάη και θα πη τα χρειαζούμενα εκεί που πρέπει, και γλήγορα θαποτραβήξη την ουρά του ο Τρισκατάρατος, που ζήτηξε με το Χριστό να τα βάλη, μα το φως το διώχνει πάντα το σκότος.

Ο Ρούντυ ποτέ προτήτερα δεν είχε πάει τόσον υψηλά, ποτέ ακόμη δεν είχε πατήσει το πόδι του το εκτεταμένον της χιόνος πέλαγος. Εδώ εμπρός του έκειτο τώρα, με τα ασάλευτα χιονώδη κύματά του, από τα οποία ο άνεμος πότε-πότε παρέσυρε μακράν με το φύσημά του μίαν τουλούπα, όπως παίρνει με το φύσημά του τον αφρόν από τα κύματα της θαλάσσης. Οι Παγώνες ίσταντο εδώ χέρι με χέρι, ημπορεί να πη κανείς.

ΛΕΛΑΕίσθε ο πλέον ανόητος αξιωματικός του στρατού. Και ίσως ο ωραιότερος! ΑΝΘΥΠΟΛ. — Α! α! α! Ποια είνε αυτή η γυναίκα; Η ευθυμία της αρχίζει να υπερβαίνει τα όρια. Φαίνεται μεθυσμένη. Δεν ξέρω ακριβώς. Τη βλέπω δύο τρεις μέρες στα λουτρά. Φαίνεται πως είναι φιλενάδα της θεατρίνας. Είναι ολίγον από το είδος των ευθύμων γυναικών. Πάει να πη .... Κατάλαβες, κοκώνα μου;

Αν ήτανε νέος, παλληκάρι, ο Καπετάν-Πρέκας, θα μπορούσε να πη κανένας πως ο ξαφνικός του θάνατος, τρεις μέρες ύστερ' απ' το θάνατο της γυναίκας του, δεν ήτανε, που λέει ο λόγος, από Θεού. Ποιος ξέρει! Είνε κι' αντρόγυνα που μοιάζουνε σαν τα τρυγόνια...