United States or Chile ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ένα παράθυρο μόνο έκλεισε δυνατά και ο κόσμος άρχισε να σκορπίζη, μουρμουρίζοντας. Δύο κορίτσια πέρασαν μπροστά στο Μαθιό, που σκούπιζε το κούτελο του απ' τα αίματα. — Την είδες την γουστερίτσα πώς έγινε! Και βαστούσαν τα γέλια με κουνήματα και σπρωξίματα. Ξημέρωσε η Κυριακή, μαύρη Κυριακή! — Να όψεται ο αίτιος, που πήρε το κορίτσι στο λαιμό του. Έλεγε ο Παπα-Δημήτρης κάτω στον καφενέ.

Τι λέγουν, ο κορυδαλός αλλάζει με τον φρύνον τα μάτια του; . Και την φωνήν ας είχεν αλλαγμένην, αφού σε διώχνει απ' εδώ με το κελάδημα του, σαν ξυπνητήρι θλιβερόν και παραπονεμένον. Ω! φύγε, φύγε, και το φως αυξάνει και πληθαίνει . ΡΩΜΑΙΟΣ Λάμπει το φως, κ' η Μοίρα μας θολόνει και μαυρίζει. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Κυρία! ΙΟΥΛΙΕΤΑ Παραμάνα μου. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Η μάνα σου θα έλθη. 'Ξημέρωσε. Προσέχετε.

Ήθελε να πη δυο λόγια και της καλής του, μα πού ναποκοτήση! Τους καιρούς εκείνους η αγάπη δεν είχε μήτε λόγια, μήτε φιλιά. Το πολύ καμιά κρυφή ματιά. Αποβραδίς έγειναν αυτές οι κουβέντες. Και σαν ξημέρωσε, βλέπει ο Καραθανάσης τον Παναγή για ταξίδι. — Ώρα καλή; του κάνει. — Αυτή τη φορά θα πας μοναχός σου με τη γολέττα, του αποκρίνεται. Εγώ πηγαίνω με τον Κανάρη.

Ώρες ώρες ερχότανε στα συλλογικά του, και γύριζε κ' έβλεπε μια τη Μαριώ και μια τον πατέρα της, σα να τονε ρωτούσε αν έπρεπε να τη βλέπη με τέτοια χάλια. Σαν ξημέρωσε, άρχισε ο Παναγής να συνεφέρνη λιγάκι. Στέλλει τότες ο Καραθανάσης και φωνάζει τον Παπά. Έρχεται ο Παπάς, κοιτάζει τον άρρωστο, και τοιμάζει τη Μετάληψη. — Απάνω στη Βλόγηση, Παπά μου, κάνει ο γέρος, του δίνεις και τη Μετάληψη.