Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Αλλ' η λευκόπεπλος παρθένος διεξέφυγε σαν αέρας, από τας αγκάλας του γηραιού εφημερίου, του οποίου αι χείρες θλιβερώς επλατάγησαν μέσα εις την γαλήνην εκείνην του ναΐσκου. Κ' ευρέθη τότε η μεν έκπαγλος κόρη ισταμένη μεγαλοπρεπώς προ της Αγίας Πύλης και βλέπουσα προς τον ναόν ως θέλουσα να ομιλήση, ο δε παπά-Κονόμος, γονατισμένος κάτω εις τας πλάκας. Ο γέρων βοσκός έτρεμε διαρκώς.

Ποίος ενδύει τόσον μεγαλοπρεπώς τα κρίνα του αγρού, οπού ουδέ ο μέγας Σολομών με όλην την σοφίαν του δεν ημπόρεσε να ενδυθή με τέτοιαν λάμψιν; Ποίος τρέφει τα πουλάκια τα μικρά; Διατί ο άνθρωπος να μη είνε πάντοτε γελαστός και χαρούμενος ως τα πτηνά; Διατί και ο άνθρωπος να μη είνε στολισμένος ως τα κρίνα του αγρού; Διατί να σκάπτη την γην; Διατί να ιδρώνη και να κρυώνη; Να πεινά; Να κλαίη; Διατί να μη τραγουδή πάντοτε ως τα πτηνά; Ποίος τον έκαμε τον άνθρωπον, το εκλαμπρότερον δημιούργημα, σκοτεινόν, χωρίς άρωμα, χαμερπή, γυμνόν, πειναλέον . . .

Αφού λοιπόν έθαψε τον Σευηριανόν μεγαλοπρεπώς, αναβιβάζει επί του τάφου κάποιον Αφράνιον Σίλωνα εκατόνταρχον, ανταγωνιστήν του Περικλέους, όστις τοιαύτα και τοσαύτα ρητορεύει, ώστε μα τας Χάριτας πολύ εδάκρυσα από τον γέλωτα, μάλιστα όταν ο ρήτωρ Αφράνιος εις το τέλος του λόγου, δακρύων και στενάζων με περιπάθειαν ανέφερε τα πολυτελή γεύματα, εις τα οποία είχε παρακαθήσει με τον κηδευθέντα, και τας προπόσεις, αίτινες έγιναν εις αυτά.

Το πλήθος εις το ναυπηγείον συνωθείτο τώρα περί την καλύβην του πλοιάρχου όπου η μεγαλοπρεπώς στολισμένη καπετάνισσα μετά προθυμίας και αβρότητος προσέφερεν εις όλους γλυκίσματα και ποτά. Αλλά συ ησθάνεσο τόσην πικρίαν εις τον ουρανίσκον, ως να είχεν αναβή η χολή σου όλη κ' εχύθη προώρως εις το στόμα σου.

Καλά, γράφει στίχους, το εκατάλαβα αλλά τι έργον έχει; πώς ζη; Οι στίχοι του δεν πιστεύω να τον τρέφουν. — Πουλεί τα βιβλία του, όταν εύρη αγοραστάς, δανείζεται από κανένα, ο οποίος δεν του εδάνεισε άλλην φοράν, γράφει γράμματα συγκινητικά . . . — Τι να του ειπώ του παιδιού, αφέντη, που στέκει έξω; ερωτά δειλώς διακόπτων ο υπηρέτης. — Νά! απαντά ο Περδίκης μεγαλοπρεπώς.

Ήτο μίαν φοράν ένας βασιλεύς, ο οποίος αγαπούσε τόσον πολύ τα νέα φορέματα, ώστε εξώδευεν όλα του τα χρήματα διά να ενδύεται μεγαλοπρεπώς. Δεν τον έμελε ούτε διά στρατιώτας, ούτε διά θέατρα, και η μόνη του ευχαρίστησις ήτο να εβγαίνη με την άμαξαν και να βλέπη ο κόσμος τα λαμπρά του φορέματα.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν