United States or Saint Lucia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Από αυτόν τον σταθερόν, συ άστατη, τι θέλεις; Ας είσαι Τύχη άστατη, ώστε ν' αλλάξης γνώμην κι' αντί μακράν να τον κρατής, να μου τον στείλης 'πίσω. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ, έξωθεν. Αι, κόρη μου, εξύπνησες; ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ, εισερχομένη· Πώς είσαι, Ιουλιέτα μου; ΙΟΥΛΙΕΤΑ Όχι καλά, μητέρα.

Δεν βλέπεις λοιπόν ότι και εις εσέ συμβαίνει το αυτό όταν κρατής βιβλίον πολυτελέστατον, το οποίον έχει επένδυμα από πορφύραν, χρυσούν δε τον ομφαλόν και το αναγινώσκης βαρβαρίζων, διαστρέφων και προσβάλλων αυτό, και οι μεν πεπαιδευμένοι σε εμπαίζουν, οι δε φίλοι σου και οι κόλακες σε επαινούν, αλλά και αυτοί κρυφίως και μεταξύ των γελούν πολλάκις διά την μωρίαν σου;

ΑΧΙΛΛΕΥΣ Να κρατής την κόρην σφικτά ανθισταμένη. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω ! αν αρκεί τούτο μόνον, θα σωθή το τέκνον μου. ΑΧΙΛΛΕΥΣ Βεβαίως θα σωθή οπωσδήποτε. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Άκουσε, μήτερ μου, τους λόγους όσους θα σοι είπω. Αδίκως οργίζεσαι κατά του πατρός μου. Μάταιον είναι να επιμένωμεν ζητούσαι τα αδύνατα.

Την παραμονή των Χριστουγέννων θα κρατής τούτο το χαρτί στο χέρι σου, θα τρέμης και θα το βρέχης με τα γλυκά σου δάκρυα. Θέλω, . . . πρέπει! . . . = Ω ευχαριστούμαι που έλαβα την απόφαση». Η Καρολίνα εν τούτοις είχε πέσει σε παράξενη κατάσταση.

Αλλά μήπως και αν ήτο, δεν ήθελες την πωλήσει; — Ουχ! έκαμεν ο Γύφτος. — Και επειδή δεν είνε κόρη σου, δεν έχεις πλέον δικαίωμα να την κρατής, αφού εφάνης άπιστος προς αυτήν. — Ε; έκαμεν ο Γύφτος ερεθισθείς. — Και διά τούτο εγώ θα γείνω εγγυητής υπέρ αυτής, επανέλαβεν ο ξένος. — Εγγυητής; — Και θα την παραδώσω εις μέρος ασφαλές, ώστε να μη φοβήται πλέον τίποτε από καμμίαν επιβουλήν.

Αυτά μόνον είνε λίαν αναγκαία και ενίοτε μόνον αυτά είνε αρκετά. Και το ένδυμά σου να είνε ανθηρόν και λευκόν, προερχόμενον εκ της Τάραντος, ώστε να διαφαίνεται το σώμα, τα δε υποδήματά σου να είνε αττικά και γυναικεία, ανοικτά εις διάφορα μέρη ή εμβάδες της Σικυώνος με λευκά κοσμήματα, να έχης δε πολλούς ακολούθους και πάντοτε να κρατής βιβλίον.

Τότε η θεά τ' απάντησεν, η γλαυκομμάτ' Αθήνη• «Όχι, εδώ πλειά μη με κρατής, τι βιάζομαιτον δρόμο• 315 και δώρον, όποιον η καρδιά σου λέγει να μου δώσης, όταν γυρίσω δόσε μου, 'ς το σπίτι να το πάρω, πανεύμορφο, και ανταμοιβή θ' αξίζη προς εσένα».

Και όμως από σε εξαρτάται, είπεν ο Εμπεδοκλής, να γίνη αμέσως ο είς εκ των οφθαλμών σου βασιλικός• διότι αν θέλησης να πετάξης ολίγον μόνον με την μίαν πτέρυγα και να κρατής ακίνητον την πτέρυγα του γυπός, ο αντίστοιχος προς την κινουμένην πτέρυγα οφθαλμός σου, ο δεξιός, θα γίνη οξυδερκής• ο άλλος όμως δεν υπάρχει τρόπος να μη μείνη ασθενέστερος, αφού ανήκει εις πτηνόν το οποίον έχει την όρασιν αμβλυτέραν.

Νεανία, υπέλαβεν ο Έλλην με αξιοπρέπειαν και υπερηφάνειαν, προσπαθών να δώση εις το πρόσωπόν του έκφρασιν γαλήνης, η οποία δεν υπήρχεν εις την ψυχήν του, νεανία, σε χαιρετώ, αλλά μη με κρατής, επειδή σπεύδω να φθάσω το ταχύτερον εις του φίλου μου του ευγενούς Τιγγελίνου, όστις με περιμένει.

Λέγει ότι, αν ανοίξης εκείνο το μεγάλον κιβώτιον, θα εύρης μέσα τον διάβολον κουβαριασμένον· αλλά να κρατής καλά το σκέπασμα του κιβωτίου, διά να μη ξεφύγη ο διάβολος. — Έλα να με βοηθήσης, είπεν ο γεωργός. Και υπήγε προς το κιβώτιον, όπου η γυναίκα του είχε κρυμμένον τον καλόγηρον, ο οποίος εκάθητο εκεί μέσα σφιγμένος και κατατρομασμένος· ο γεωργός ήνοιξεν ολίγον το σκέπασμα και είδε.