United States or Tokelau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο βασιλεύς ήτο εύσπλαγχνος και ηρέσκετο ν' απονέμη χάριν, επ' αυτού μάλιστα του ικριώματος της αγχόνης, εις πολιτικούς και άλλους καταδίκους, ουδέποτε όμως εχαρίτωσεν εγκληματίσαντα στρατιώτην, θεωρών τούτο ως επιζήμιον εις την πειθαρχίαν. Αντί λοιπόν της ζητηθείσης χάριτος έφθασε μετά τρεις ημέρας εκ Νεαπόλεως η διαταγή να εκτελεσθή η απόφασις ανυπερθέτως.

Προς μεγάλην έκπληξιν των υπηρετών, πάντες εκείνοι, τους οποίους ακόμη δεν επρόφθασαν να σταυρώσουν, εγονυπέτησαν. Ο Παύλος ο Ταρσεύς ηυλόγει τους μάρτυρας. Είς φρουρός επλησίασε τον απόστολον και ηρώτησε: — Ποίος είσαι συ, ο οποίος ομιλείς προς τους καταδίκους; — Ρωμαίος πολίτης, απεκρίθη ο Παύλος ηρέμως.

Αλλ' ουδέ να τον αποχαιρετήση ετόλμα η Ιωάννα, φοβουμένη εις τον έρημον εκείνον τόπον τα δάκρυα ή και τους γρόνθους του. Ευσπλαγχνικώτερον λοιπόν και εν ταυτώ φρονιμώτερον ενόμισε ν' αποκοιμίση αυτόν εις τας αγκάλας της, πριν τον εγκαταλείψη, ως προσέφερον οι δήμιοι της Ιουδαίας εις τους καταδίκους μεθυστικόν ποτόν, πριν τους σταυρώσωσι.

Ο λεβαντίνος πλοίαρχος έτρεξε καταπάνω τους και οι χτυπιές του βούνευρου πέφτανε βροχή. — Στάσου! στάσου! άρχοντα, φώναξε ο Αγαθούλης, θα σας δώσω όσα χρήματα θέλετε. — Πώς! είναι ο Αγαθούλης, έλεγε ο ένας από τους κατάδικους. — Πώς! είναι ο Αγαθούλης, έλεγε ο άλλος.

Διά την μοναδικήν εν τούτοις και απαστράπτουσαν της Γενούης καθαριότητα ελάχιστα δαπανώσι το κράτος και η δημαρχία, χάρις εις την πρακτικωτάτην και αξίαν μιμήσεως ιδέαν ν' αναθέσωσι την φροντίδα ταύτην εις τους καταδίκους εις ισόβια ή πρόσκαιρα δεσμά.

Οι κατάδικοι του Τρία λυσσασμένοι, μανιακοί, σωστοί δαιμόνοι κολασμένοι του πήδησαν του Βλαχογιώργου πίσωθε, παίζοντας τα λεπίδια στον αέρα ξεμανίκωτα. Οι φαντάροι με τις λόχες, τους μπήκαν μπροστά, να κόψουνε το φοβερόν το δρόμο τους. Λαχανιασμένος, ξέψυχος, με την πνοή στα χείλη ο Βλαχογιώργος, στα πόδια τόβαλε. Σαστισμένος φέβγοντας αγνάντια έπεσε πάνω στους κατάδικους των άλλω δωματίων.

Προσθέτουσι δε οι Αιγύπτιοι ότι ο Κροίσος, όστις έτυχε να ακολουθή τον Καμβύσην εις την Αίγυπτον, εδάκρυσε και αυτός, εδάκρυσαν δε και όλοι οι παρευρεθέντες Πέρσαι. Αυτός δε ο Καμβύσης εκινήθη εις οίκτον και αμέσως διέταξε και τον υιόν του να σώσωσιν εξαιρούντες αυτόν από τους άλλους καταδίκους και τον Ψαμμήνιτον να λάβωσιν από το προάστειον και να τον φέρωσιν εις την οικίαν του.

Υπήρχανε μέσα στους κατάδικους, που τραβούσανε κουπί, δυο, που τραβούσανε πολύ κακά και στους οποίους ο λεβαντίνος πλοίαρχος έδινε από καιρό σε καιρό μερικές χτυπιές μ' ένα βούνευρο στις γυμνές τους πλάτες. Ο Αγαθούλης μ' ένα πολύ φυσικό κίνημα τους κοιτούσε προσεχτικά και τους πλησίασε με σπλάχνος.

Οι φαντάροι έριξαν πλάτες σε μια αγκωνή κ' εκρατιώνταν μανιασμένοι με τις λόχες τους, παλέβοντας διπλάσιους κατάδικους με ταστραφτερά λεπίδια τους. Ο Βλαχογιώργος αποκλείστηκε μπροστά στη μέσα πύλη, στην άκρη στο προάβλιο. Ολούθε βλέποντας τον κίντυνο, εχώθηκε μες τη σκοπιά.

Από το Newgate τον πήγαν στις καρίνες του Portsmouth κι από κει τον έστειλαν με τη Susan στη χώρα του Van Diemen μαζί μ' άλλους τριακόσιους κατάδικους.