United States or Solomon Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι αυτοί οι δύο δεν ευχαριστούνται διά τα ίδια πράγματα, αλλά ο μεν πρώτος θέλει να ερωτεύεται τον άλλον, αυτός δε να κολακεύεται από τον εραστήν. Όταν όμως περάση η νεαρά ηλικία, κάποτε τελειόνει και η φιλίαδιότι εις μεν τον πρώτον δεν είναι πλέον ευχάριστος η μορφή του άλλου, εις τούτον δε δεν αποδίδεται πλέον περιποίησις.

Ο γέρος εφαίνετο κατεχόμενος υπό λογισμού τινος και ήτο σκυθρωπός. Ο ξένος τουναντίον ήτο φαιδρός. Ηστειεύθη με την Γύφτισσαν, προς ην έλεγεν αηδώς χαριεντιζόμενος ότι την ερωτεύεται. Η Αϊμά δεν ήτο παρούσα. — Αλήθεια; έλεγεν η γραία. Με αγαπάς με τα σωστά σου; — Καλέ τι λες; Δεν το πιστεύεις; — Και τώρα πώς να κάμωμεν; έλεγεν η γραία προτείνουσα τους δύο οδόντας. — Συ ευρέ τον τρόπον, μάτια μου.

Συ δε, Ακίδα, θα έχης έτοιμα το ψωμί και το θειάφι και όλα τα άλλα που χρειάζονται για το ξόρκισμα. Κλωνάριον και Λέαινα. ΚΛΩΝΑΡΙΟΝ. Τι είνε αυτά τα παράξενα που ήκουσα για σένα, Λέαινα; Λέγουν ότι η Μέγιλλα από τη Λέσβο η πλουσία σ' ερωτεύεται ως άνδρας και κοιμάσθε μαζί και δεν ξέρω τι κάνετε μεταξύ σας. Α!εκοκκίνησες; Αλήθεια λοιπόν είνε;

― Η Μαρία Μύρτου, με όλο το μέρος που παίζει μιας γυναίκας δυνατής, δέρνεται από αδυναμίες, πρώτη αδυναμία της: ερωτεύεται τον Κώστα Μεμιδώφ, ένα ανάξιο. Δεύτερη αδυναμία της.

Καίσαρ, ακούεις! είπεν η Ποππέα. — Αυτό είναι δυνατόν, ανέκραξεν ο Νέρων. — Θα συνεχώρουν τας ιδίας μου ύβρεις, εξηκολούθησεν ο Χίλων, αλλ' ακούσας τούτο ηθέλησα να την μαχαιρώσω. Δυστυχώς ημποδίσθην υπό του ευγενούς Βινικίου, ο οποίος την ερωτεύεται. — Ο Βινίκιος; Αλλ' εκείνη τον αφήκε και έφυγε, παρά να . . . — Έφυγε, αλλ' εκείνος ήρχισε να την αναζητή, μη δυνάμενος να ζήση άνευ αυτής.

Έρχεται λοιπό στο Θεοδόσιο και του την περιγράφει μ' όσο γίνεται ζωηρότερα χρώματα. «Άσπρη χιόνι, μαυρομάτα, σγουρόμαλλη, λυγερόκορμη, μυριόχαρη» — τι δεν του είπε πως είναι! Πηγαίνει τότες ο Θεοδόσιος και κρύβεται πίσωθε από παραπέτασμα στο παλάτι της αδερφής του, τη βλέπει, και την ερωτεύεται. Σ' όλο το κράτος μέσα αντιλάληξε ο βασιλικός αυτός έρωτας.

Αίφνης απέθεσε τον μονύελον και στραφείς προς τον Πετρώνιον ηρώτησεν: — Είναι η όμηρος, την οποίαν ερωτεύεται ο Βινίκιος; — Ναι. — Εκ τίνος λαού κατάγεται; — Εκ των Λιγείων. — Ο Βινίκιος την ευρίσκει ωραίαν; — Ναι, αλλ' επί του προσώπου σου, ω αλάνθαστε κριτά, αναγινώσκω ήδη την απόφασίν σου. Έχει γόμφους πολύ στενούς. — Ναι, πολύ στενούς, επανέλαβεν ο Νέρων, ημικλείων τους οφθαλμούς.

Διότι, καθώς είπαμεν, γίνονται αιφνιδίως ευνοϊκοί και αγαπώνται επιπολαίως. Φαίνεται δε ότι η εύνοια είναι αρχή της φιλίας, καθώς και του έρωτος αρχή είναι η ηδονή της οράσεως. Δηλαδή χωρίς να ευχαριστηθή από την μορφήν κανείς δεν ερωτεύεται, όστις δε ευχαριστείται με την μορφήν δεν ερωτεύεται ακόμη τελείως, παρά όταν και απόντα τον ποθή, και όταν επιθυμή την παρουσίαν του.

Και σεις, κυρία, της ανωτέρας τάξεως, ούτε σωστό πράγμα είνε ούτε τίμιο, να βάζετε διχόνοιες σ' έν' αντρόγυνο, και να παραδέχεσθε να σας ερωτεύεται ο άντρας μου. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Κυρία... Κύριε κόμη, ζητήσατέ της συγγνώμην από μέρος μου και προσπαθήσετε να την ξαναφέρετε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Αχ! αδιάντροπη!

Δηλαδή εκείνος μεν ερωτεύεται το σώμα και την ακμήν της ωραιότητος ως να νοστιμεύεται κανέν οπωρικόν και παρακινεί τον εαυτόν του να το απολαύση, χωρίς να δίδη καμμίαν εκτίμησιν εις την ψυχήν του αγαπωμένου.