United States or Sri Lanka ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σαν πιο αχαμνά 'χε ζώα, μά 'χε μαθές πιο δύναμη και πιο πολλή εξουσία. Μα αφίστε, θα δικάσω εγώ, και δε θα πει κανείς σας πιστέβω εδώ παράπονο, τι ίσα θα πω το δίκιο. 580 Αντίλοχε, έλα πρόβαλε, θεόσπαρτε αρχηγέ μου, «κι' όρθιος μπροστά στ' αμάξι σου το καμοτσί κρατώντας, βάλε το χέρι στ' άλογα, και σαν που πρέπει ορκίσου μ' απάτη αν δε μ' αμπόδισες επίτηδες τ' αμάξι585

Καλέ Ξένε, δεν εννοώ πώς πάλιν εξευτελίζεις τους νομοθέτας μας. Αγαπητέ μου, δεν το κάμνω επίτηδες, εάν το κάμνω τυχόν. Αλλά, όπως μας φέρει ο λόγος μας, ας προχωρούμεν με αυτόν τον τρόπον, αν αγαπάτε.

Πώς ο διδάσκαλος είχε συγκαλέσει την επιτροπήν και απήτει την αποβολήν του Τζώρτζη, αλλ' η επιτροπή αντέτεινε, μη θέλουσα να δυσαρεστήση τους οικείους του μεγαλοσώμου και φριξότριχος μαθητού. Ίσως μάλιστα δι' αυτό το έκαμεν, έδειρε τον διδάσκαλον επίτηδες διά να τον αποβάλουν. Και τότε η επιτροπή έπεισε τους οικείους του, να τον αποσύρωσιν ευσχήμως.

Τον πτωχόν αδελφόν μου όμως ανεκάλυψαν εν τη ατάκτω αυτών επιστροφή παρά την γέφυραν της λεωφόρου, πολύ μακράν του χωρίου, και νεκρόν, πολύ προ της αφίξεως των Ρώσσων. Δεν εφονεύθη λοιπόν τυχαίως, ουδ' εν συμπλοκή. Αλλ' ούτ' επίτηδες ήτο δυνατόν να εφονεύθη υπό στρατιωτών ή ληστών. Διότι ούτε οι μεν θα άφηναν τον νεκρόν ασύλητον, ούτε οι δε ανέπαφον τον ταχυδρομικόν σάκκον.

Τότε απαντάει ο Δόλονας, ο γιος του Καλογνώμη «Μετά χαράς σου, θα σ' την πω εγώ όλη την αλήθια. Κοντά στον τάφο ο Εχτορας του θεογέννητου Ίλου χώρια έχει τώρα συντυχιά με τους αρχόντους όλους 415 μακριά απ' τους κρότους· κι' οι φρουρές που με ρωτάς, αφέντη, καμιά ταγμένη επίτηδες δε μας φρουράει τ' ασκέρι.

Έβλεπε λοιπόν τον εαυτόν της δεμένο για πάντα με τον άνδρα, του οποίου εγνώριζε την αγάπη και την πίστη, στον οποίον ήτανε αφωσιωμένη με την καρδιά της, του οποίου η ησυχία, του οποίου η πίστη εφαίνετο ότι ωρίσθηκε επίτηδες από τον ουρανό για να θεμελιώση στην ευτυχία της ζωής της μιαν αγαθή γυναίκα· αισθανότανε τι θα ήταν αυτός πάντοτε σ' αυτήν και τα παιδιά της.

Οι συλλογισμοί κείνοι φέραν σαπελπισία και φρένιασμα τη μητέρα μου. Κενώ ως τότε φοβότανε και στον εαυτό της να μολογήση τη φρικτή της υποψία, τώρα άρχισε να λέγη στους πειο σχετικούς πως η χτικιάρα είχε δώσει στο παιδί της την αρρώστεια της επίτηδες για να την κάψη.

Μόνον το βράδυ-βράδυ, όταν διήλθεν η Πηγή μεταβαίνουσα εις την βρύσιν, η δυσθυμία του εφάνη διαλυθείσα· το μειδίαμα με το οποίον εκείνη συνώδευσε το καλησπέρα της εφώτισε το σκυθρωπόν πρόσωπόν του. Η Πηγή διήρχετο καθ' εκάστην εκείθεν, λοξοδρομούσα επίτηδες, οσάκις μετέβαινεν εις την βρύσιν. Από της ημέρας εκείνης μάλιστα διήρχετο πολλάκις. Η στάμνα της είχε μεταβληθή εις πίθον των Δαναΐδων.

Διότι είχε πεμφθή επίτηδες δι' αυτήν παρά του κυρίου του, και αν επέστρεφε με κενάς χείρας, πολύ ήθελε τον λυπήσει.

Ο Αντίπας φοβούμενος μήπως του τα σφετερισθή ο Βιτέλλιος, τα είχε κλείσει εις το μέρος εκείνο, το οποίον ήτο επίτηδες διά τα ζώα εν καιρώ πολιορκίας. — «Αυτός ο σταύλος είνε άθλιος» είπεν ο Ανθύπατος «και κινδυνεύεις να τα χάσης! Μέτρησέ τα Σιζέννα»: Ο τελώνης απέσυρε μίαν πλάκα από την ζώνην του, εμέτρησε τους ίππους και τους κατέγραψε.