Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Ιουλίου 2025
— Άρχεψε το φίδι! εσκέφθη η λυγερή, αδημονούσα. Και πάλιν επανήρχετο εις τας προτέρας σκέψεις της και πάλιν εδυσφόρει καθ εαυτής, κατά του σίτου, κατά του ανδρός της. Ότε είπεν εις αυτόν ότι είδε το φίδι εις την πατουλιά, εγέλασεν ούτος διά τον φόβον της και την είπε κουτήν. Αυτή ή ο Στάθης ήτο κουτός που δεν την ενόει; Φίδια η Σμάλτω, αληθινά φίδια, δεν εφοβείτο.
Εκαθούντονε στον ήλιο με ταυτιά πεσμένα, σα γάιδαρος κουρασμένος. «Αι! είντα κάνεις; του λέει· καιρός είνε να σου πάρω και την άλλη γυναίκα. — Δε θέλω άλλη. — Γιάιντα; — Ετούτη που πήρα με φτάνει και μου περισεύγει. — Μα συ ήθελες δέκα ... — Όι, όι, δε θέλω άλλη». Ο Μανώλης εγέλασεν, αλλ' εγέλασε μάλλον δια την μωρίαν εκείνου του νέου, ο οποίος δεν επέμενε να πάρη και τας άλλας εννέα γυναίκας.
Εγέλασεν ως άνθρωπος, εις ον επήλθεν ιδέα λαμπρά και όστις εκ των προτέρων χαίρει, ότι θα την θέση εις ενέργειαν.
Η κόρη εγέλασε μεν μηχανικώς μετ' εμού, αλλά εκ των κανθών αυτής έλαμψαν δύο μεγάλα δάκρυα! — Ω, είπον τότε λυπημένος, ζητώ συγγνώμην! Εθύμωσες μαζί μου! — Εγώ; εφώνησεν ευθύμως τότε. Τι ιδέα! Και εξέπεμψε μίαν σειράν των αργυροήχων εκείνων και θελκτικών τόνων, ους ο Θεός εχάρισεν αυτή αντί γέλωτος. — Εθύμωσα μαζί του! Τι ιδέα! — Και εγέλασεν εκ νέου.
Και ο Σιμμίας, αφ' ού εγέλασεν, είπε· Μ' έκαμες να γελάσω, μα τον Δία, ω Σώκρατες, εν ώ τώρα μάλιστα δεν είχον καμμίαν όρεξιν να γελάσω.
Όταν δε επέστρεψα και είχομεν δειπνήσει και επρόκειτο να πλαγιάσωμεν, τότε μου λέγει ο αδελφός μου ότι ήλθεν ο Πρωταγόρας. Έπειτα όμως εσκέφθην ότι είναι πολύ προχωρημένη η νυξ· ευθύς δε που ο ύπνος με ελάφρωσεν από τον κόπον, αμέσως εσηκώθην και εκίνησα να έλθω εδώ. Και εκείνος, αφ' ου εγέλασεν, είπε: — Ναι, μα τους θεούς, Σωκράτη, διότι μόνος του βέβαια είναι σοφός, δεν κάμνει δε και εμέ σοφόν.
Εις τοιούτης λογής λόγια εγέλασεν όλη η συντροφία· μα ο ξένος που ήτον εκεί μου είπεν· αυθέντη Μαλέχ, αν επιθυμάς να περιδιαβάσης τον κόσμον χωρίς κίνδυνον, εγώ θέλω σου δείξει, οπόταν θέλης, ένα τρόπον, που να υπάγης από βασίλειον εις βασίλειον, χωρίς να συναπαντήσης κανένα εναντίον. Ελόγιασα ότι αυτός θα εμετωρίζετο.
Αν εννοής να τα έχης έτσι καταιβασμένα, δεν σε λέγω τίποτε. Θα μου χαλάσης την ιστορία. Κάλλιο να την αφήσουμε μίαν άλλην ημέρα, για να γελάσης και συ με την καρδιά σου, να γελάση κ' η μητέρα κομμάτι, που τόσαις ημέραις δεν εγέλασεν ακόμη με τα σωστά της, η καϋμένη. — Έλα! τω είπον τότε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν