United States or Canada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διαταχθείς να επιστρέψη εις Βηθλεέμ, ο Ιωσήφ θα μετέβαινεν εκεί τόσω μάλλον προθύμως, όσον η μικρά πόλις εγειτνίαζε με την Ιερουσαλήμ. Αλλά καθ' οδόν ήκουσεν ότι εβασίλευε της Ιουδαίας ο Αρχέλαος αντί του πατρός αυτού Ηρώδου. Ο λαός μετά μεγάλης αγαλλιάσεως θα έβλεπεν εξολοθρευομένην ολόκληρον την φυλήν των Ιδουμαίων· εν πάση περιπτώσει θα επροτίμα τον Αντίπαν από τον Αρχέλαον.

Είπε κ' εκάθισεν αυτός• τον ένδοξον πατέρα αγκάλιασε ο Τηλέμαχος με δάκρυα, με θρήνους• και η δυο καρδιαίς αισθάνθηκαν τον πόθο των δακρύων. 215 κ' έκλαιαν με σφικταίς φωναίς, όσο σφικτά δεν κλαίουν γύπες ή θαλασσαετοί, γυρτόνυχα πουλία, αν γεωργοί τους άρπαξαν τ' απτέρωτα μικρά τους• τόσο απ' τα βλέφαρα πικρά τα δάκρυα τους ερρέαν. και ο ήλιος θα εβασίλευε και ακόμη αυτοί θα κλαίαν, 220 αλλ' έξαφνα ο Τηλέμαχος τότ' είπε του πατρός του• «Με ποιο καράβι τώρα εδώ, πατέρ' αγαπημένε, εις την Ιθάκη σ' έφεραν οι ναύταις; τίνες ήσαν αυτοί και πόθεν; επειδή πεζός, θαρρώ, δεν ήλθες».

Ραψωδία Ζ Εκεί τότε ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας κοιμώνταν, από κούρασμα κι' αγρύπνια νικημένος. κ' η Αθήνη επήγε εις τον λαόν και πόλιν των Φαιάκων, 'πού πρώτα εις την ευρύχωρην Υπέρειαν εκατοίκαν, σιμάτο υβριστικώτατο το γένος των Κυκλώπων, 5 'που ανώτεροιτην δύναμιν εκείνους αδικούσαν. εκείθεν ο θεόμορφος Ναυσίθοοςτην Σχερία τους πήρε κ' έστησε, μακράν των ευρετών ανθρώπων. με τείχη πόλιν έκλεισεν, έκτισε κατοικίαις, και ναούς έκαμε θεών, κ' εμοίρασε τους τόπους. 10 αλλάτον Άδη ο θάνατος εκείνον είχε πάρει, και ο Αλκίνοος εβασίλευε, 'που γνώσιν είχε θεία.

Η Φαιδύμη λοιπόν υπεσχέθη εις τον πατέρα της να εκτελέση τας διαταγάς του. Τούτου δε του μάγου Σμέρδιος τα ώτα είχε κόψει ο υιός του Καμβύσου Κύρος ότε εβασίλευε δι' αιτίαν ου μικράν. Άμα δε εφάνη η ημέρα, πέμψασα εφανέρωσεν εις τον πατέρα της τα γενόμενα. Ο δε Οτάνης λαβών κατ' ιδίαν τον Ασπαθίνην και τον Γωβρύαν, πρώτους των Περσών και πιστοτάτους φίλους του, τοις διηγήθη όλην την υπόθεσιν.

Άρχισε να βραδυάζη· η ατμόσφαιρα ήτο πεπληρωμένη με το άρωμα του αγρίου θυμαριού και της ανθισμένης φιλύρας· γύρω γύρω εις τα πράσινα από τα δάση βουνά ήτο απλωμένος ο φωτεινός υποκύανος του αιθέρος πέπλος· βαθεία και ευρεία εβασίλευε γαλήνη· όχι η γαλήνη του ύπνου ή του θανάτου, όχι! ήτο 'σάν να εκρατούσε η όλη Φύσις την αναπνοήν της, 'σάν να ησθάνετο τον εαυτόν της διευθετημένον διά να φωτογραφηθή η εικών της επάνω εις το γαλανόν του ουρανού βάθος.

Όμως ο ήλιος εβασίλευε κ' εσύ φοβόσουν τον πατέρα σου κ' ήθελες να γυρίσης στο σπίτι. Και δεν κατεβήκαμε ως κάτω. Θα κατέβωμε τώρα και θα βρέξωμε τα χείλια μας στο τρεχούμενο δροσερό νερό. Έλα. Βέρα .. . Θα κατέβωμε τώρα. Νομίζεις πως μπορούμε να κατέβωμε τώρα; Τα πόδια μας τρέμουν, η αναπνοή μας πιάνεται. ΦΛΕΡΗΣΝαι, Βέρα. Θα δροσίσω με τα χείλια μας στο δροσερό νερό της πηγής.

Τελευτήσαντος δε του Κύρου, παρέλαβε την βασιλείαν ο Καμβύσης, υιός ων του Κύρου, και της Κασσανδάνης, θυγατρός του Φαρνάσπου, την οποίαν προαποθανούσαν επένθησε μεγάλως ο Κύρος και διέταξεν όλους τους λαούς επί των οποίων εβασίλευε να πενθήσωσιν ομοίως.