United States or San Marino ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και το μεν αριστερόν κέρας των Ηλιωτών ευθύς ετράπη εις φυγήν, χωρίς ν' αντιστή εις την ορμήν των Ιππογύπων• ημείς δε τους κατεδιώξαμεν φονεύοντες• το δεξιόν όμως αυτών ενίκα το δικόν μας αριστερόν και οι Αεροκώνωπες εφορμήσαντες κατεδίωξαν τους ημετέρους μέχρι της γραμμής των πεζών• αλλ' εδώ με την βοήθειαν και τούτων οι εχθροί απεκρούσθησαν και έφυγαν, μάλιστα όταν έμαθαν ότι το αριστερόν αυτών είχε νικηθή.

ΧΟΡΟΣ Σεβάσου αυτόν που ουδέ πρωτύτερα κακός δεν ήτον ούτε και τώρα είναι κακός. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τάχα γνωρίζεις τι ζητάς; ΧΟΡΟΣ Καλά γνωρίζω. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Λέγε λοιπόν, τι σκέπτεσαι; ΧΟΡΟΣ Ποτέ να μη κατηγορής τον αθώο φίλον ως άτιμον, χωρίς μιά φανερήν αιτίαν. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Μάθε λοιπόν, όταν ζητής αυτά που λέγεις, ζητείς στον δικόν μου όλεθρο να συντελέσης.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Τί είν' ο θόρυβος αυτός; Δος το μακρύ σπαθί μου. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Τι θα το κάμης το σπαθί; Μη θέλης πατερίτζαν; ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Δος το σπαθί μου! Κύτταξε, ο γέρος ο Μοντέκης καταντικρύ μου στέκεται, και σείει το 'δικόν του. ΜΟΝΤΕΚΗΣ Μη μ' εμποδίζης, άφες με! — Ω παληο-Καπουλέτε! ΜΟΝΤΕΚΑΙΝΑ Βήμα δεν κάμνεις απ' εδώ να σμίξης τον εχθρόν σου.

Με ακούς; Αφ' ότου η καϋμένη ψυχή μου εγίνηκε κυρία της εκλογής της και ικανή να ξεχωρίζη μεταξύ των ανθρώπων, έχει με σφραγίδα σέ σημειώση διά δικόν της, αφού σ' είδα τα πάντα να υπομένης και να μη τα δείχνης.

ΠΕΤ. Πάμε, αν θέλης, εις τον δικόν σου τον Ευκράτην.-Ιδού ήνοιξε και αυτή η θύρα• ώστε πάμε μέσα. ΜΙΚ. Όλα αυτά προ ολίγου ήσαν δικά μου. ΠΕΤ. Ακόμη ονειρεύεσαι τα πλούτη; Λοιπόν κύτταξε τον Ευκράτην τι παθαίνει από τον δούλον του, γέρων άνθρωπος. ΜΙΚ. Τι αίσχος και ατιμία τερατώδης! Και από το άλλο μέρος η γυναίκα του τον κερατόνει με τον μάγειρον.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑτους δρόμους τρέχει ο κόσμος· μερικοί φωνάζουν ο Ρωμαίος, του Πάρη άλλοι τ’ όνομα, και άλλοι Ιουλιέτα! Και όλοι τρέχουν με φωναίς προς το 'δικόν μας μνήμα. ΠΡΙΓΚΗΨ Τι είν' αυτό το άκουσμα το φοβερόν; Α’ ΝΥΚΤΟΦΥΛΑΞ Αυθέντα, μαχαιρωμένος είν' εδώ ο Πάρης, κι' ο Ρωμαίος αποθαμμένος, και ζεστή και νεοσκοτωμένη η Ιουλιέτα, που προχθές ετάφηκ' εδώ κάτω.

Ή θαρρείς για τον πατέρα αν κανένας αμφιβάλλη, πως θα παραλείψουν τάχα να τα χέσουνε και πάλι; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Αλλά δεν θα επιστρέψη όποιος τύχη να το ιδή. Τότε εύκολα κτυπούσε τον πατέρα το παιδί, και δεν έδιναν καθόλου προσοχήν οι πάρα-πέρα• αλλά τώρα, σαν ακούσουν πως κτυπούν ένα πατέρα, ο καθένας ότι δέρνουν τον δικόν του θα νομίση και θα τρέξη να χωρίση,

Θα του 'πω και δι' αυτό το γράμμα.. Νομίζω η εκδούλευσις ανταμοιβήν ν' αξίζη, του δε πατρός μου ο χαμός είναι 'δικόν μου κέρδος. Ο νέος ανυψώνεται, όταν ο γέρος πέση! Εξοχή. Καλύβη εν τω μέσω αυτής — Η τρικυμία εξακολουθεί. ΚΕΝΤ Εφθάσαμεν, αυθέντα μου καλέ μου. Έμβα μέσα. Την νύκτα, εις τα ξέσκεπα, με τόσην τρικυμίαν, δεν είναι άνθρωπος ν' αντέχη; ΛΗΡ Άφησέ με. ΚΕΝΤ Έμβα, αυθέντα.

Γυναίκα δεν εγνώρισα, επίορκος δεν είμαι, δεν επεθύμησα ποτέ ούτε 'δικόν μου πράγμα, ποτέ μου δεν επάτησα τον λόγον τον δοσμένον, δεν θέλω κ' ένα δαίμονατον άλλον να προδώσω, κ' ίσα μ' αυτήν μου την ζωήν λατρεύω την αλήθειαν! Πρώτον μου ψεύδος είν' αυτό, κατά του εαυτού μου. Αυτός που είμ' αληθινά, ιδού με, ιδικός σου και δούλος της πατρίδος μας εις ό,τι διατάξη.

Εκείνο το δειλινό είχε σπαργανίσει, καθώς έμαθον, μία νειόνυφη, η γυναίκα του Κώστα του Μπουλτογιάννη. Έξ εφτά μήνες είχαν περάσει απ' το γάμο. Η θεια Μορισώ εσκολίαζε, τώρα, κατά τον δικόν της τον τρόπο, το 'φταμηνίτικο ή το πρωιμάδι, που είχεν έρθη στον κόσμον αυτόν. Όλα τα συμβάντα του μικρού χωριού, τα όσα γίνονταν, και τα όσα δεν είχαν γείνη ακόμα, έτσι τα εσκόλιαζε.