Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
Ο βασιλεύς τότε του είπε· σήκω, ω Μαλέχ· και με όλην την ελευθερίαν ομολόγησέ μου ανίσως και εσύ είσαι αληθώς τόσον ευχαριστημένος, καθώς η θεωρία σου το δείχνει· επειδή και ακούω ότι δεν κάνεις άλλο παρά να γελάς και να μετωρίζεσαι καθημερινώς· και νομίζουν όλοι, ότι είσαι πολλά ευχαριστημένος εις εκείνο που ευρίσκεσαι, χωρίς ποτέ να λάβης θλίψιν, είναι αλήθεια λοιπόν αυτό, ή όχι; μίλησε με ελευθερίαν χωρίς κανένα φόβον, και χωρίς να κρατήσης τίποτε κρυφόν επειδή και έχω περιέργειαν να μάθω την αλήθειαν.
— Ήλθα να περάσω εδώ την νύκτα. — Και εκείνη έφυγε! τω είπε μετά μεμπτικού τόνου ο άνθρωπος. — Έφυγεν, αλλ' ήλθεν. — Ήλθε; — Βέβαια. — Πού είνε; — Εκεί. — Αλήθεια; — Αλήθεια. — Δεν με γελάς; — Ο Πρωτόγυφτος δεν λέγει ψεύματα. — Και πώς έγεινε τούτο; — Θα σοι το διηγηθώ άλλην φοράν. — Και τώρα; — Τώρα να φύγης απ' εδώ, και να μας παραχωρήσης την φωλεάν σου. — Διατί; — Διά να μη σε γνωρίση.
ΑΛΕΞ. Δεν γνωρίζω, Διογένη• διότι δεν επρόφθασα να σκεφθώ τίποτε περί της διαδοχής• μόνον όταν απέθνησκα έδωσα το δακτυλίδι μου. εις τον Περδίκαν. Αλλά διατί γελάς, Διογένη;
Σε ξέρω, μαννούλα, και πια δε με γελάς. Κάτι θες να του κρυφομιλήσης πάλε του Κωσταντή. Ήθελα και γω να σου πω κάτι, μα καλλίτερα όχι. Δέσπω. Σαν τι λογής; Αρετ. Γιατί να τον καταλαλήσω το δύστυχο! Αυτός κακό δεν είχε στο νου του. Είτανε μια τρέλλα, μα θαρρώ πως γατρεύτηκε πια ως τώρα. Τίποτις, μάννα, τίποτις. Έτσι το είπα. Δέσπω. Ο Θεός να μας φυλάη!
Και προσέθετε: — Δεν γελάς και κομμάτι; . . . Είχε την καλωσύνην ν' αναβαίνη μετά της Θωμαής καθ' εκάστην ο καπετάν- Πέτρος και να υποβοηθή αυτήν εις τας ερεύνας της, συνοδεύων αυτήν, και προσπαθών συνάμα διά τοιούτων παραδόξων να τέρπη την εξαδέλφην του, ανιώσαν πάντοτε και κατατηκομένην.
Αλλά κατά τινα πόλεμον, ο οποίος προήλθεν εξ αποστασίας, διωχθέντων των Καμαριναίων υπό των Συρακουσών, ο τύραννος της Γέλας Ιπποκράτης έλαβε την χώραν των Καμαριναίων αντί λύτρων διά τους Συρακουσίους αιχμαλώτους, και γενόμενος αυτός οικιστής εκατοίκισε την Καμάριναν. Και πάλιν ύστερον ερημωθείσα αυτή υπό του Γέλωνος εκατοικήθη εκ τρίτου υπό Γελώων.
Μου ήρθαν όμως εκείνον τον καιρό τόσο άσχημες και μωρές ιδέες. Η φωνή της έγινε όπως ενός παιδιού, που έκαμε κάτι κακό, και μ' έκαμε να γελάσω όταν την άκουσα. — Όχι, μη γελάς, ξακολούθησε. Γιατί είναι αλήθεια πως πίστευα πως δε με νοιώθεις και το είπα μάλιστα. Μπορείς να με συχωρέσης; Μιλούσε τόσο σοβαρά, που με συγκίνησε.
Και ο δεκανεύς, πλησιάσας διά βαρέος του βήματος εις το κιβωτίον, έθηκε την χείρα επ' αυτό και ητοιμάζετο να το ανοίξη, ότε ευκίνητος και ταχεία η κομψή θαλαμηπόλος ώρμησεν επίσης προς το κιβώτιον, και την ήκουσα καθημένην επ' αυτού. — Μαρία, . . με γελάς! και μα τον Θεόν . ., — Μα, καϋμένε Δημήτρη, δεν με πιστεύεις, το λοιπόν;
Πριν τελειώσω θα σου διηγηθώ κάτι τι ακόμη, διά να έχης να γελάς επί πολύ.
Να ζης! τουτέστι να γελάς, να κλαις, να φλυαρής, να ήσαι λόγιος, κλητήρ, κτηνίατρος, παπάς, για μια δραχμή να κόβεσαι και να δικηγορής, και νηστικός των υπουργών της πόρταις να κτυπάς. Να κάνης και συνδυασμό με τον Κατσικαπή, και για του έθνους να 'μιλής την τόση προκοπή!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν