Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Η πυρά κατέφαγεν ευθύς τον κλάδον της κουμαριάς· τα ξηρά φύλλα έτριζον απαισίως, ως κόκκαλα αρνίου εις το στόμα λύκου· αι φλόγες ανεπήδησαν συ ρίζουσαι εις τα ύψη, ωσεί θέλουσαι να καταφάγουν την οροφήν Η Κυρά Ρήνη παρετήρησε μετά χαράς ότι η εντολή της εισηκούσθη.

Και αφού απέθανεν εκείνη δέκα ημερών λεχώ, και απέθανε και το παιδίον δωδεκαήμερον, αφού εβαπτίσθη, η θειά-Αρετώ, την οποίαν τινές των καλών γειτονισσών είχαν επονομάσει «η Χρονίστρα», και άλλαι πάλιν την έλεγαν απαισίως η «Αχρόνιαστη», και πάλιν άλλαι την ωνόμαζαν ευφήμως «η Χρονιάρα», έλαβε τα στέφανα του γάμου, έκοψε και μέρος από τους «φωτεινούς χιτώνας» και τα «κουκούλια αγαλλιάσεως» του μικρού, και τα έφερεν αφιέρωμα εις τον ναΐσκον της Παναγίας.

Ο καύσων και ο κονιορτός ήτο τοσούτος την ημέραν εκείνην, ώστε κατά τους χρονογράφους αυτός ο Διάβολος και εντός ηγιασμένου ύδατος ήθελε λουσθή· τα δε πτώματα των ακρίδων, ων η πάλη εξηκολούθει εις τον αέρα, έτριζον απαισίως υπό τους πόδας των προσκυνητών και των υποζυγίων.

Εν τούτοις η νυξ εξηπλούτο ασέληνος και ζοφερά επί του δάσους, εις δε το σκότος εκείνο εσπινθήριζον απαισίως μεταξύ των φύλλων τα όμματα των γλαυκών και των λύκων. Η δύστηνος νεάνις μόνη εν τη φοβερά εκείνη ερήμω, ότε μεν συνεστέλλετο ακινητούσα παρά την ρίζαν γηραιάς δρυός, οτέ δε νέας δυνάμεις αντλούσα εκ φόβου έτρεχεν ως φάσμα νυκτερινόν μεταξύ των δένδρων.

Και αυτοί δε οι εμφωλεύοντες εις τας οροφάς του Βατικανού σκώπες και νυκτικόρακες ωλόλυζον επί τρεις νύκτας απαισίως, ως αι χήνες του Καπιτωλίου, ότε ηπείλουν την Ρώμην οι Γαλάται.

Εφ' όσον εξηκολούθει η χύσις, το βήμα του όνου απέβαινε ταχύτερον το κενωθέν βαρέλι αντί να βαρυταλαντεύεται ως μεθυσμένος, εχόρευεν ευθύμως κατά τας ανωμαλίας της οδού μεταξύ των δύο τροχών, οίτινες ανακουφισθέντες κ' εκείνοι από το υπερβολικόν βάρος έπαυσαν να τρίζωσιν απαισίως. Μετ' ολίγον αντί να σύρεται ο όνος υπό της γραίας, ήρχισε να σύρη εκείνος την γραίαν.

Δεν άφηνε μικράν κουκουβάγιαν να μεγαλώση, διά να μη λαλούν την νύκτα απαισίως εις τους βράχους. Αν έπεφτε μικρός γλάρος εις τα χέρια του, του έκοφτε τα φτερά, κ' εζητούσε να μάθη απ' αυτόν την τέχνην, πως να καταπίνη, χωρίς να μασσά τα μικρά γλυκά, όσα κατώρθωνε να κλέπτη από τον Βασίλην τον Καραμελάν. Η θαλασσία εκδρομή έμελλε να διαρκέση 48 ώρας ή το πολύ τρεις ημέρας.

Το δε φως του φαναρίου, προσπίπτον απαισίως επί των ξηρών κορμών των κεκαυμένων δρυών, έδιδεν αυτοίς όψιν δαιμονίων φαντασμάτων. Και ήτο αληθώς η νυξ των Χριστουγέννων.

Έτρεχον ασθμαίνων, ψιθυρίζων μυστικώς το «Πιστεύω». Όπισθέν μου ήκουον τους πενθίμους τριγμούς του διώκοντός με νεκροκραββάτου, ξηρούς, φοβερούς, ως τα κτυπήματα της σκαπάνης του νεκροθάπτου, κ' έβλεπον, χωρίς να στρέψω οπίσω, έβλεπον, ως να απέκτησα του Άργου τα όμματα, την πένθιμον εκείνην παράταξιν, με τους απαισίως φέγγοντας φανούς, καθώς φέγγουν την νύκτα τα φαναράκια επάνω εις τους τάφους του κοιμητηρίου του χωρίου.

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν