Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Δεν θ’ άξιζε καράβι ή κάστρο έρημον απ’ ανθρώπινη ζωή που μένει. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Πολύ γνωστοί μου οι πόθοι σας, δυστυχή τέκνα. Ξέρω και τι σας έφερεν ενώπιόν μου. Ξέρω η αρρώστια όληνε δέρνει την πόλιν, μα σαν εμέναν’ άρρωστος κανείς δεν είναι. Εσείς μονάχα θλίβεσθε για τον εαυτό σας. Μα για την πόλιν και για μένα και για σένα πονεί, ραγίζεται η ψυχή του βασιλέως.

Συσσωρευμένοι οι αιχμάλωτοι ούτοι εντός χώρου κοίλου και στενού έμεναν κατ' αρχάς εκτεθειμένοι άστεγοι εις την πνιγηράν θερμότητα του ήλιου· επήλθαν κατόπιν αι δροσεραί νύκτες του φθινοπώρου και η μεταβολή αύτη επενήργησεν ολεθρίως επί της υγείας των, προ πάντων επειδή ήσαν αναγκασμένοι εντός του στενού εκείνου χώρου να εκπληρούν όλας των τας ανάγκας· εκτός τούτου τα σώματα των αποθνησκόντων, είτε ένεκα των πληγών, είτε ένεκα των μεταβολών του καιρού, είτε ένεκα άλλων ομοίων αιτίων, έκειντο εκεί φύρδην μίγδην και ανέδιδαν οσμήν ανυπόφορον, την οποίαν ηύξαναν περισσότερον αι βάσανοι της πείνης και της δίψης· διότι επί οκτώ μήνας έκαστος των αιχμαλώτων δεν ελάμβανεν άλλο, παρά μίαν κοτύλην ύδατος και δύο κοτύλας άρτου· τέλος ουδενός εκ των δεινών, όσα δύναται τις να υποστή εις τοιαύτην αιχμαλωσίαν, απηλλάγησαν.

Όλοι οι αυλικοί έμεναν εκστατικοί και όλες η κυρίες άπλωσαν το χέρι για να λάβουν από ένα από τα διαμάντια που άρχισεν ο σοφός της Ολλάνδας να μοιράζη.

Ταύτα βλέποντες οι Λακεδαιμόνιοι και υπερβολικά στενοχωρούμενοι διά το πάθημα, το οποίον έκλειεν εις την νήσον τους πολεμιστάς των, ηγωνίσθησαν να τους βοηθήσουν και εισερχόμενοι εις την θάλασσαν ένοπλοι ελάμβαναν τα πλοία των και τα έσυρον προς το μέρος, όπου έμεναν. Έκαστος ενόμιζεν ότι θα επήρχετο αποτυχία όπου αυτούς δεν συνήργει ατομικώς.

Εάν αυτοί ανήρχοντο επάνω, εις τα μανδριά των βοσκών, κ' έμεναν εκεί να διανυκτερεύσουν;. . . Μήπως δεν είχαν χλωρήν μυζήθραν οι βοσκοί, ή μήπως δεν είχαν γάλα και στρογγυλιάτα, ή ακόμα και κόττες διά στραγγάλισμα και ψήσιμον, εις πρόχειρον ξυλίνην σούβλαν; Εάν τυχόν κανείς από τους βοσκούς εγελάτο, κ' εδείκνυεν εις τους χωροφύλακας το μέσα μονοπάτι, τότε η αποχώρησίς της δεν θα εκόπτετο; Και ήτο απείρως δυσκολώτερον να καταβή, οπόθεν ανέβη, εκτός αν εγίνετο πτερόπους κ' έφευγε . . .

Οι νεκροί έμεναν άταφοι· ο βλέπων τινά εκ των ιδικών του κείμενον κατά γης κατελαμβάνετο υπό θλίψεως και φόβου· εκείνοι δε πού εγκατελείποντο ακόμη ζώντες, πληγωμένοι ή ασθενείς, ήσαν διά τους ζώντας αντικείμενον περισσοτέρας λύπης και αθλιώτεροι ακόμη εκείνων πού εχάθησαν.

Αλλά τα άφθονα τούτα φυσικά δώρα θα εμαραίνοντο, θα έμεναν στείρα, αν ο Αμλέτος επερνούσε την νεότητα του εις την μολυσμένην ατμοσφαίραν της κοινωνίας και της Αυλής όπου εγεννήθη.

Εις το γύρισμα που έκανεν εις την χώραν ο βασιλεύς με τους ακολούθους του, τους έπιασεν ένας καιρός πολλά σφοδρός εις τον κάμπον, τόσον που έμεναν εις κάθε ολίγον τυφλωμένοι από τες αναλαμπές και φοβερές βροντές που εγίνονταν, και εφαίνονταν ότι θα ήτον το τέλος του κόσμου.

Κι' είταν κοντά στο τέλος της όλη η δουλιά, να τόσο π' ακόμα ακόλλητα έμεναν τα σκαλισμένα αφτιά τους· αφτά να φτιάσει πάσκιζε και τα καρφιά βαρούσε.

Ουδ' ήτο πλέον δυνατή εις την περίπτωσιν ταύτην η εφαρμογή του συστήματός μου ν' ανέχωμαι τα πάντα εν σιωπή εκ φόβου χειροτέρων, αφού πιθανώτατον ήτο ότι περιείχετο εις τον φάκελλον εκείνον η απόδειξις, ότι δεν έμεναν άλλα χειρότερα να φοβηθώ.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν