United States or Finland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γνωρίζω μίαν κυρίαν, ήτις, ως πάσαι αι ομόφυλοί της, θέλει να φαίνεται ως άγαν ευαίσθητος και ευσπλαχνική. Και οσάκις ακούση να γίνη λόγος περί θανάτου ή ασθενείας έστω και όλως αγνώστου εις αυτήν ανθρώπου δεν παραλείπει να είπη: — Πώς τον λυπούμαι τον κακομοίρη! Και όμως κάποτε ελησμόνησε και ωμολόγησεν ότι παρευρέθη εις όλας τας καρατομήσεις των τελευταίων ετών.

Άδειαν να πουλήσω εις τα χωρία την πραγματείαν μου. Εκεί Αράπης οπλοφόρος πλησιάζει τον Αγάν με την χείρα επί του στήθους και την κεφαλήν προς το έδαφος. ― Αγά μου, λέγει, ο νέος αυτός φορεί υποδήματα φραγκικά και θα είναι κατάσκοπος. Και δεικνύει διά της μαύρης χειρός του τους πόδας μου. Εστράφησαν προς αυτούς οι οφθαλμοί όλοι και τα ιδικά μου συγχρόνως βλέμματα.

Κατά τον άγαν σχολαστικόν ραββίνον Σαμμαΐ ουδείς εν Σαββάτω ώφειλε να βοηθήση τον ασθενή ή να παρηγορήση τον τεθλιμμένον. Και αυτή η διατήρησις της ζωής ήτο παράβασις του Σαββάτου. Το Σάββατον ώφειλον και οι πτωχοί να εστιώνται τρις, αλλά χωρίς ν' ανάπτωσι πυρ μήτε να μαγειρεύωσιν. Αφ' ετέρου το να φονεύση τις κώνωπα είνε το αυτό ως να φονεύση κάμηλον.

Την ειρωνείαν του Σωκράτους δεν μετεχειρίζετο, αλλ' αι ομιλίαι του ήσαν πλήρεις αττικής χάριτος, ούτως ώστε οι συναναστρεφόμενοι αυτόν ούτε τον κατεφρόνουν ως χυδαίον, ούτε τας επιτιμήσεις του απέφευγον ως άγαν αυστηράς, αλλ' απήρχοντο καταγοητευμένοι, κοσμιώτεροι, ευθυμότεροι και αισιόδοξοι.

Πας λεπτολόγος Ιουδαίος εθεώρει ως επικατάρατον το πλήθος του έθνους του, το μη γνωρίζων τον Νόμον. «Ο όχλος ούτος ο μη γινώσκων τον Νόμον επικατάρατοί εισι». Και καθώς πας Ιουδαίος εθεώρει τον εθνικόν κόσμον μεθ' υπερτάτης περιφρονήσεως, ούτω και η φατρία των άγαν ζηλωτών εθεώρουν τους αμελεστέρους αδελφούς των ως όντας ολίγον τι καλλιτέρους των εθνικών.

Κατ' αυτόν δε τον τρόπον θα επετύγχανεν ώστε κατά πρώτον μεν οι υπήκοοι του να μη θαυμάζουν και τόσον τα σοφά εκείνα επιγράμματα τα χαραγμένα εις το μαντείον των Δελφών, ως το &Γνώσι σαυτόν& και το &Μηδέν άγαν&, και τα άλλα τα παρόμοια, άλλα να θεωρούν πλέον σοφάς τας σκέψεις αυτού του ιδίου, έπειτα δε διά να συχνάζουν εις τας Αθήνας από τους αγρούς προς εντελή μόρφωσίν των οι διαβάται οι οποίοι εδιάβαζαν τας συμβουλάς αυτάς και ελάμβανον μέρος εις το γεύμα της σοφίας του.

Προσέτρεχον λοιπόν πανταχόθεν πατείς με πατώ σε και επολλαπλασιάζοντο αι θυσίαι και τα αφιερώματα και διπλάσια εδίδοντο εις τον προφήτην και μαθητήν του θεού• διότι απεδίδετο εις τον θεόν και ο εξής χρησμός• Τιέμεναι κέλομαι τον εμόν θεράπονθ' υποφήτην ου γαρ εμοί κτεάνων μέλεται άγαν, αλλ υποφήτου .

Η γραία επανέλαβε και πάλιν·Δεν έχεις τίποτε. Κουράγιο, νυφούλα μου, κουράγιο! Πτωχή γυνή! υπέφερεν ως μάρτυς. Είχε γείνει θύμα της άγαν ταύτης φιλοστοργίας της πενθεράς της. Τόσον την ηγάπα, ώστε την είχεν απομακρύνει από τους εξ αίματος συγγενείς της. Δεν επέτρεπεν εις την μητέρα και τας αδελφάς της να έλθωσι να την νοσηλεύσωσιν.

Οι δημογέροντες υπεσχέθησαν να ζητήσωσι δι' εμέ από τον Αγάν άδειαν να περιέλθω τα χωρία ως πωλητής, ο δε Παντελής προθύμως εδέχθη να με συνακολουθήση, άμα επιστρέψω φέρων την άδειαν. Εξεκινήσαμεν λοιπόν, οι μεν δημογέροντες επί των όνων των, εγώ δε πεζός, και εφθάσαμεν εις Καταρράκτην ενώπιον της κατοικίας του Αγά, όπου εκείνοι ανέβησαν αφήσαντες εμέ κάτω φύλακα των ζώων των.

Οχτώ χρόνια, Μυλόρδε μου, και άλλο δε μαθαμε παρά πως τηνε στείλανε στο Μισίρι. Όσο για τον αδερφό της το Γιανάκη, αυτός έμεινε στο Μεγαλόκαστρο μ' έναν Αγάν, και τούρκεψε, και τώρα μήτε να μας ξέρη πια δε θέλει. — Αμέ ο Κωστάκης, το μικρό μικρό; — Δεν την είπαμε ως τόσο του καημένου μας του Κωστάκη την τύχη, γυρίζει και λέει ο Προεστός της γυναίκας του.