United States or Sudan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ημείς καθώς εκαταλάβαμε από τες φωνές του που εξεμάκρυνεν εβγήκαμε ογλήγορα από εκείνο το θηριώδες παλάτι, και εφθάσαμεν εις το περιγιάλι, εκεί που είχαμε κατασκευασμένες τες καλαμωτές, και ευθύς τες ερρίξαμεν εις την θάλασσαν και επροσμείναμεν όλην την νύκτα έως να ξημερώση, διά να ανέβωμεν εις αυτές και εκείθεν να πλεύσωμεν εις την θάλασσαν, εάν ηθέλαμεν ιδεί τον τυφλόν Κύκλωπα να έλθη εναντίον μας με άλλους συντρόφους του ή ομογενείς κύκλωπας· εστοχαζόμασθε όμως ότι την αυγήν, όταν ήθελεν ανατείλει ο ήλιος και δεν ήθελαν ακουστή πλέον η φωνές του και τα ουρλίσματά του, ήτον σημείον πως εψόφησε και τότε ημπορούσαμεν να γυρίσωμεν οπίσω εις το νησί, να κατοικήσωμεν εις εκείνο το παλάτι, και να τρεφώμεθα από τους καρπούς και τα χόρτα του νησιού, έως που η τύχη ήθελε μας προμηθεύσει κανένα τρόπον ελευθερίας.

Ευχήθη τούτα και άκουσεν αυτόν ο μαυροχήτης. τότε πολύ τρανώτερον εσήκωσ' άλλον βράχο, σφενδονιστά τον έσπρωξε με αμέτρητην ανδρεία, κ' εκείνον έρριξ' όπισθε του μαυροπλώρου πλοίου, 'που το πηδάλι εκόντευσε να εγγίξη, και απ' τον βράχο 540 όλη εταράχθ' η θάλασσα, και άμπωσ' εμπρός το κύμα το πλοίο, και τ' ανάγκασεν εις την στερηά να φθάση. και όταντην νήσο φθάσαμε, 'που τα καλοστρωμένα καράβια τ' άλλα ήσαν μαζή, και οι σύντροφοι τριγύρω καθήμενοι αυτού κλαίοντας εμάς επεριμέναν, 545τον άμμο επάνω εσύραμε κ' εστήσαμε το πλοίο, κ' εμείς κατόπι εβγήκαμετην άκρα της θαλάσσης, του Κύκλωπα τα πρόβατα εφέραμ' απ' το πλοίο, κ' ίσια τα μοιρασθήκαμε να μη κλαυθή κανένας. και ως εμοιράζονταν τ' αρνιά, 'ς έμενα το κριάρι 550 έδωσαν δώρο οι σύντροφοι• το 'σφαξα εγώτον άμμο του μαυρονέφελου Διός, οπ' όλων βασιλεύει, και τα μεριά του πρόσφερα' κ' εκείνοςτην θυσία δεν πρόσεχε, αλλ' εσπούδαζε το πώς να χαθούν όλοι οι ποθητοί μου σύντροφοι και τα καλά καράβια. 555

Τον εκύταζε κατάματα και δακρυσμένος γυρίζει και του λέγει: — Συχώρα με τ' αδέρφι· δε φταίω 'γω. Σε γνωρίζω καλήτερό μου. Δε φταίω 'γω· φταίει η τύχη μου. Συλλογίσου καλά να σπάσω και τούτο!... Δεν εκατέβηκε να πλαγιάση παρά όταν εβγήκαμε από τα Μπουγάζια κ' έβαλε γραμμή για την Καληάκρια. Ανοιχτή θάλασσα τόρα ας σκαμπανεβάζει όσο θέλει. Μακριά από ξέρες!

Να το βγάλουμε όξω τόρα που νύχτωσε πριν το νοιώσουν και μας το πάρουν οι τούρκοι. Μόλις εβγήκαμε από τον κόρφο Γοργόνα οργισμένη μας απάντησε η Νοτιά. Ο ουρανός έσβυσε τ' αστέρια του, έκρυψε τα σύνορά του. Άδης το σκότος απλώθηκεν απάνω μας. Το κύμα εψήλωνε βουνό αδιάβατο, ανέμιζε φωσφορούχους τους αφρούς κ' έχυνε φως κάτασπρο, θαμπό και άχαρο περίγυρα.