United States or Kazakhstan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Για να πούμε την αλήθεια, όλα τα φταίει ο χαραχτήρας του ο αδύνατος, ο νερουλιασμένος που τονε κάνει να παραδέρνη εδώ κ' εκεί, πότε δεξιά, πότε ζερβά, σαν ατιμόνευτο καράβι, σαν ανεμόμυλος, που είπεν ο γέρω-Μήτρος χωρίς να ξέρη τι πρέπει να κάμη.

Δε με ζάλισε το κέντημά σου· το εναντίο μάλιστα, μ' έβαλε σ' έγνοιες. Βλέπω τους πρώτους μας στις δυο άκρες και με πιάνει απελπισία. Ένας εκεί πάνου βουτημένος στα αίματα κι άλλος εδώ κάτου βουτημένος στη ντροπή. Δεν είνε κρίμα, Ελπίδα, δεν είνε κρίμα! Γιατί και Τούτος να μη μοιάση Εκεινού ; — Έχεις δίκιο να θλίβεσαι· μα δε φταίει και Τούτος. Όλοι μας φταίμε· και περσότερο απ' όλους η εποχή μας.

Αν έχης μέσα στο στήθος σου καρδιά και όχι πέτρα, μη λες πως φταίει ο λαός, αλλά φώναξε μαζί μου· «ανάθεμα εις τους λαοπλάνουςΤην χάριν ταύτην δεν ημπόρεσα να κάμω εις τον δυστυχή νεκροθάπτην, διότι ολίγην έχω φωνήν και δεν αγαπώ τας φωνάς.

Μα τι φταίει η κακομοίρα, εψιθύρισε πάλιν η κόρη! Η γραία έκλεισε τα παράθυρα ερμητικώς και επειδή εσήμαινεν ήδη ο Εσπερινός, εφόρεσε μίαν καλήν μανδήλαν, έλαβε την προσφοράν ην εκάλυψεν υπερηφάνως με μίαν ολομέταξον λεπτοκαμωμένην οθόνην, έλαβε το μικρόν εικόνισμα του αγίου και τας λαμπάδας και απήλθεν εις την εκκλησίαν, χωρίς να είπη άλλο τίποτε.

Αν τα ξέρει, πώς μπορεί να κατηγορήση τον Αργύρη τον Εφταλιώτη για πράματα που πρώτος τα φταίει, αφού θαρρεί πως είναι φταίξιμο, ο Κωσταντίνος ο Μεγάλος; Ή μήπως τα ξέρει, και μας λέει άλλα κι ανακατέβει στο ζήτημα καθολικούς και προπαγάντες, για να μας στάξη φαρμάκι περισσότερο, κ' έτσι, αν μπορεί και δίχως να φαίνεται, να μας τα κάμη όλα φαρμάκι, ως και το ζήτημα; Τότεςδε θέλω πολλά να πω και το λέω χωρίς πίκρα καμιάτέτοιοι τρόποι δε μου φαίνουνται όμορφοι, είναι λίγο επιστημονικοί, και θαρρώ πως καλά θα κάμη να το συλλογιστή ο κ.

Εκείνος όλα τα φταίει. Γίνεται τέτοιο πράμα; Εγώ, εγώ να φοβούμαι; Εγώ να τρέμω; Εγώ να πιστέβω σ' αφτά και να πεθάνω γιατί τα πιστέβω; Δε γίνεται. Να συλλογιστώ, νάρθω στο νου μου. Δεν μπορώ. Είναι αλήθεια που δεν μπορώ; Και γιατί, γιατί; Τι ανεξήγητο που είναι! Διάβαζε, σπούδαζε στα βιβλία, δυνάμωνε τα μυαλά σου· ύστερα να που κατάντησες· ακούς και πιστέβεις τέτοια παραμύθια!

Μόνον όταν διήρχετο χορεύων πλησίον του Τερερέ, εστράφη προς αυτόν και έκαμε κίνημα απειλητικόν, και επιφώνημα, όπως φοβερίζουν τα παιδιά: — Ούου! Νέους γέλωτας θορυβωδεστέρους εκίνησε το παιγνίδι του Μανώλη και το ανατίναγμα του Τερερέ, ο οποίος έγινε πελιδνός. — Φταίει δα ο φονιάς; εψιθύρισεν ούτος σκύψας προς τον εκεί πλησίον καθήμενον Αστρονόμον.

Ποιος φταίει όμως που δεν το βλέπουνε; Φταίνε τα χρόνια της σκλαβιάς, και σαν τα ξετάζει κανείς τα πράματα δίχως πάθος, καταλαβαίνει πως της σκλαβιάς η γλώσσα είναι η καθαρέβουσα, πως πατροπαράδοτη από στόμα σε στόμα κι από γενεά σε γενεά, δεν υπάρχει άλλη από τη δημοτική. Και να μη θαρρήτε τάχα πως με πάθος σας τα λέω αφτά.

Μα άφησε, μωρέ παιδί, την καθέγλα! ανεφώνησεν ο Σαϊτονικολής, ιδών ότι το πείσμα του Μανώλη εξέσπα εις αυτήν. Δε σου φταίει αυτή. Έπειτα εξηκολούθησεν: — Ο ερίφης ήθελε να τον αφίνουνε να μεροξημερώνεται στο σπίτι του Θωμά· και με το να μη γενή το θέλημά του ερεμπέλεψε κήρχιξε να γυρίζη στα δώματα και στσι ρούγες σαν κουζουλός, να ρίχτη πέτρες και λόγια και να σπα σταμνιά.

Μοιρίτα μου, εσύ ζωή μου, μην τυραννιέσαι. Δεν το φταις εσύ που πονώ· το φταίει η αγάπη που σου έχω. Μοιρίτα μου, παιδί μου, ναι! σαν παιδί μου σ' αγαπώ. — Κι από τα μάβρα της, από τα γλυκά της τα μάτια, στο χέρι μου απάνω, έπεσε ένα δάκρι. Και το ήπια εκείνο το δάκρι και τόχω πάντα μέσα στην ψυχή μου. Μιλούσε κ' έλεγε εκείνο το δάκρι· «Πάει ο ήλιος· πάει η ελπίδαΚατεβήκαμε μαζί.