United States or Guadeloupe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι εις πολλά μέρη πρέπει να μεταχειρισθώμεν μεγάλον μύθον, και κατόπιν, καθώς προηγουμένως, να χωρίζωμεν εκάστοτε το μέρος εις μέρη, έως ότου να φθάσωμεν εις την κορυφήν του ζητήματος. Λοιπόν είσαι σύμφωνος; Νέος Σωκράτης. Είμαι εντελώς σύμφωνος. Ξένος. Τόρα όμως πρόσεχε καλά εις το παραμύθι μου, καθώς προσέχουν τα παιδιά. Είμαι βέβαιος ότι δεν θα έχης πολλά έτη που ξεσκόλισες. Νέος Σωκράτης.

Ευλογημένε μου, πρόσεχέ με λαμβάνων υπ' όψιν σου αυτό που είπαμεν εις την αρχήν περί των Κρητικών νόμων, ότι δηλαδή εις έν πράγμα αποβλέπουν, και μάλιστα σεις οι ίδιοι ελέγατε ότι αυτά είναι τα πολεμικά πράγματα, εγώ όμως σας αντέκρουσα και είπα ότι εφ' όσον μεν οι τοιούτοι νόμοι αποβλέπουν εις την αρετήν είναι βαλμένοι καλά, το να αποβλέπουν όμως προς έν μέρος σχεδόν της αρετής και όχι προς ολόκληρον δεν το παρεδεχόμην διόλου.

Ευχήθη τούτα και άκουσεν αυτόν ο μαυροχήτης. τότε πολύ τρανώτερον εσήκωσ' άλλον βράχο, σφενδονιστά τον έσπρωξε με αμέτρητην ανδρεία, κ' εκείνον έρριξ' όπισθε του μαυροπλώρου πλοίου, 'που το πηδάλι εκόντευσε να εγγίξη, και απ' τον βράχο 540 όλη εταράχθ' η θάλασσα, και άμπωσ' εμπρός το κύμα το πλοίο, και τ' ανάγκασεν εις την στερηά να φθάση. και όταντην νήσο φθάσαμε, 'που τα καλοστρωμένα καράβια τ' άλλα ήσαν μαζή, και οι σύντροφοι τριγύρω καθήμενοι αυτού κλαίοντας εμάς επεριμέναν, 545τον άμμο επάνω εσύραμε κ' εστήσαμε το πλοίο, κ' εμείς κατόπι εβγήκαμετην άκρα της θαλάσσης, του Κύκλωπα τα πρόβατα εφέραμ' απ' το πλοίο, κ' ίσια τα μοιρασθήκαμε να μη κλαυθή κανένας. και ως εμοιράζονταν τ' αρνιά, 'ς έμενα το κριάρι 550 έδωσαν δώρο οι σύντροφοι• το 'σφαξα εγώτον άμμο του μαυρονέφελου Διός, οπ' όλων βασιλεύει, και τα μεριά του πρόσφερα' κ' εκείνοςτην θυσία δεν πρόσεχε, αλλ' εσπούδαζε το πώς να χαθούν όλοι οι ποθητοί μου σύντροφοι και τα καλά καράβια. 555

Αν σ' ερωτήση πού είμαι, ειπέ ότι είμαι άρρωστος και επλάγιασα. — Και με την ζωήν μου αν έχω να το πληρώσω, όπως μ' εφοβέρισαν, θα τον βοηθήσω τον γέροντα κύριόν μου, τον βασιλέα μου! Έχουν να γίνουν παράδοξα πράγματα, Εδμόνδε, πρόσεχε, σε παρακαλώ! ΕΔΜ. Αυτήν σου την ευγένειαν ο δούκας θα την μάθη αμέσως τώρα.

Ο ντον Πρέντου ήταν πιο συγκρατημένος, αλλά το χαμόγελό του, αν το πρόσεχε κανείς, έκοβε σαν το μαχαίρι. «Γύρνα τότε εκεί! Και να κουβαλήσεις μαζί σου και την Γκριζέντα σαν να ήταν σκυλάκι.» «Ουφ! Τι ανόητοι που είστε σ’ αυτό το χωριό.» «Όχι όμως τόσο, όσο στο δικό σου

Πώς τον έκανες τον όγκο; … Πες μου, θα σου δώσω άλλα εννέα ρεάλια: έτσι θα κάνω κι εγώ για να μην πάω στο στρατό.» «Πρόσεχε γιατί έρχονται οι καραμπινιέροι.» «Πάψτε. Δεν τρέχει τίποτε.» Ο κόσμος μέριασε για να περάσουν οι καραμπινιέροι: ψηλοί, με κόκκινο και γαλάζιο λοφίο να ανεμίζει σαν φανταστικό πουλί, στάθηκαν επάνω από τους δυο ζητιάνους που βρίσκονταν κουβαριασμένοι καταγής.

ΘΑΛΑΜΗΠΟΛΟΣ Αμέσως! ΙΑΤΡΟΣ Ο κόσμος έξω πράγματα φρικώδη ψιθυρίζει! Γεννούν αφύσικα δεινά τα παρά φύσιν έργα! Όπου συνείδησις βαρειά, ο νους τα μυστικά του εις τα κουφά προσκέφαλα θα τα ξεμυστηρεύση. — Όχι ιατρού, πνεματικού έχει αυτή ανάγκην! Θεέ, Θεέ Πανάγαθε, ελέησέ μας όλους!... Συ, πρόσεχέ την. Κύτταξε κοντά της να μην έχη τίποτε πράγμα να βλαφθή. Πηγαίνω. Καλήν νύκτα.

Μα έβγαινε από κείνο το σακκί κάποια ψυχή άπλαστη κι αράθυμη. Όσο τον πρόσεχε ο Χαγάνος τόσο ανησυχούσε. Ο Θεομίσητος ήταν απαράλλαχτος με το χωριάτη που είδε στ' όνειρό του. Μα τι περίεργο! Ανησυχούσε όχι όμως και πολύ· του φαινόταν πως έβλεπε συγγενή του. Ήταν έτοιμος να του σφίξη το χέρι, να τον αγκαλιάση σαν αδερφό. Θυμήθηκε όμως την πράξη του και τον κυρίεψε ο θυμός.

Λοιπόν θέλεις να προχωρήσωμεν κατά σειράν και να διχοτομήσωμεν τόρα πάλιν την θεωρητικήν; Νέος Σωκράτης. Βεβαιότατα. Ξένος. Πρόσεχε καλά λοιπόν μήπως παρατηρήσωμεν εις αυτήν καμμίαν φυσικήν σχισμήν. Νέος Σωκράτης. Λέγε ποίου είδους. Ξένος. Ιδού ποίου είδους. Είπαμεν βεβαίως ότι η λογιστική είναι μία τέχνη. Νέος Σωκράτης. Μάλιστα. Ξένος. Μία, νομίζω, από τας καθαρώς θεωρητικάς τέχνας.

Αυθέντη Κατή, αυτή απεκρίθη, σηκώνοντας το σκέπασμα από το κεφάλι της, εσύ έχεις την δύναμιν εις το να κάνης να φυλάγεται ο νόμος και η δικαιοσύνη τόσον εις τους πτωχούς ωσάν και εις τους πλουσίους· πρόσεχε, σε παρακαλώ, και ας είσαι κατανυκτικός εις τα παράπονά μου, και λάβε ευσπλαγχνίαν της δυστυχίας μου εις την οποίαν ευρίσκομαι.