Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Ιουλίου 2025
Κυρά μου, εγώ άλλο δεν ημπορώ να σε ερμηνεύσω να κάμης παρά να πράξης καθώς θα σου ειπώ· και κάνοντάς το θέλεις λάβει το ποθούμενον, και με τούτο θέλεις έβγει από πολλούς κινδύνους, τόσον εσύ, ωσάν και αυτός· μα φοβούμαι να μη σου φανή κομμάτι σκληρόν· Μίλησε Καλεκάρη, μου είπε τότε η βασιλοπούλα, και είμαι έτοιμη να κάμω ό,τι μου ειπής· είμαι ευχαριστημένη να ζήσω πτωχικά με τον Ταλμούχ, παρά πλουσίως με άλλον· πες μου το λοιπόν τι έχω να πράξω διά να τον απολαύσω χωρίς φόβον, και θέλω το κάμει χωρίς καμμίαν εναντιότητα.
Ιδού, ω βασιλέα μου, αυτή ηκολούθησεν, ένα απόκρυφον, που αν ο αχάριστος Ταλμούχ δεν ήθελε το φανερώση, εγώ ποτέ δεν ήθελα σου το ομολογήσει· σε παρακαλώ το λοιπόν πρόσταξε χωρίς άλλο να μου σηκώσης την ζωήν, ότι η μεγαλυτέρα χάρις που ημπορείς να μου κάμης είνε αυτή· και η ομολογία που σου έκαμα δεν την έκαμα χωρίς μεγάλον μου κακοφανισμόν.
Ταλμούχ, του απεκρίθηκα, είναι το όνομά μου, και είκοσι δύο χρόνων είναι η ηλικία μου· μου έκαμε και άλλες πολλές εξέτασες, και του απεκρίθηκα εις εύμορφον τρόπον. Ταλμούχ, εξαναείπεν αυτός, εγώ γροικώ κάποιον πόνον διά τα όσα σου εσυνέβηκαν, όθεν θέλω να σου είμαι εις τόπον πατρός σου.
Ο Βεδρεδήν Λώλος, Βασιλεύς της Δαμασκού, είχε διά Βεζύρην του άνθρωπον πολλά φρόνιμον, και εμπιστευμένον· αυτός ωνομάζετο Ταλμούχ, και είχεν άκρον ζήλον διά την δούλευσιν του Βασιλέως του, και τον είχεν ως το δεξιόν του μάτι. Ο λαός όλος ευχαριστούντο κατά πολλά διά την καλήν του κυβέρνησιν, και διά τα καλά του ήθη.
Αχ αυθέντη, του λέγει ο βεζύρης, διατί θέλεις να ακολουθής αυτήν την επιθυμίαν; βεβαιώσου πως δεν θέλεις συναπαντήσει κανένα που να είναι τελείως ευχαριστημένος της τύχης του. Ο βεζύρης Ταλμούχ εποθούσε με πολλήν θερμότητα, ότι ο αυθέντης του θα ήθελεν απαρατήσει αυτήν την επιχείρησιν.
Ταλμούχ μου λέγει αυτή, ό,τι λογής και αν είναι ο θαυμασμός σου που με βλέπεις εδώ, πολλά μεγαλύτερος θέλει σου είναι οπόταν ακούσης εκείνο που έχω να σου διηγηθώ. Εις ετούτα τα λόγια ο ευνούχος και οι σκλάβοι ανεχώρησαν, και εγώ έμεινα μόνος με την Καλεκάρην. Και αφού εκαθήσαμεν, αυτή άρχισε να μου διηγηθή με τον ακόλουθον τρόπον.
Ο Φακύρης επάσχισε να του φανερώσω το αίτιον της ευτυχίας μου, εγώ δε τον επίστευσα άδολον, και του εδιηγήθηκα τα πάντα, από την αρχήν έως εκείνες τες ώρες, και του επερίγραψα και την μεγάλην ωραιότητα της βασιλοπούλας. Ο Φακύρης αφού έδειξε πως ήτον πολλά θαυμασμένος εις τα όσα του εδιηγήθηκα μου λέγει· Ταλμούχ, εσύ μου παρουσιάζεις ένα κάλλος τόσον υπερβολικόν, που διστάζω να το πιστεύσω.
Αυτή με εσήκωσε, και βάνοντάς με να καθίσω κοντά της μου είπε· Ταλμούχ, ευχαριστώ τον Ουρανόν, που μας αντάμωσε, και ελπίζω εις την καλωσύνην του να μας ελευθερώση κιόλας από τούτην την περίστασιν που μας εμποδίζει εις το να στεκώμασθε αντάμα· και διά την ώραν πρέπει να έχωμεν υπομονήν, έως που να εύρωμεν την ευκαιρίαν, διά να κάμωμεν καθώς είναι η επιθυμία μας και φθάνει μόνον διά τώρα να συναναστρεφώμασθε κάποτε εδώ κρυφίως, διά κάμποσον καιρόν ακόμη· Ως τόσον διηγήσου μου, σε παρακαλώ, πώς ευρίσκεσαι εις τούτην την χώραν, και τα όσα σου ακολούθησαν έως τώρα.
Ταλμούχ, μίαν ημέραν μου λέγει αυτός, επιθυμώ διά να πηγαίνω να ιδώ την πολιτείαν Κανταχάρ, και αν θέλης να με ακολουθήσης, δεν θέλεις μείνει κακοευχαριστημένος εις το να ιδής μίαν τέτοιαν πόλιν. Εγώ έχοντας επιθυμίαν διά να ιδώ και άλλον κόσμον, και ωσάν κάποιόν τι που με ετραβούσε, δεν του είπα το όχι.
Και με αυτά τα λόγια και άλλα παρόμοια έφθασεν η ημέρα, και διά να μη φανερωθώμεν, πριν ν' αποχωρισθώμεν, η Τζελίκα μου λέγει· ύπαγε, Ταλμούχ, εις το καλόν, και ενθυμήσου πως σε αγαπώ, και ελπίζω ότι ογλήγορα θα ανταμωθούμεν πάλιν, και σου τάσσω να σε κάμω πολλά ογλήγορα να γνωρίσης έως τι σημείον μου είσαι ακριβός.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν